Κατά την Χαλκολιθική εποχή η απότομη αύξηση του πληθυσμού στη δυτική Κύπρο αποδίδεται σε εισροή νέων κατοίκων με «νέες ιδέες» από τα Βαλκάνια και το Αιγαίο. Κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού ο κυπριακός χαλκός εισρέει στην μινωική Κρήτη και στη μυκηναϊκή Ελλάδα και το Αιγαίο ως αναγκαίο στοιχείο των οικονομιών τους και ειδικά των στρατιωτικών τους αναγκών. Μινωικά «καμαραϊκά» και άλλα αγγεία, καθώς και άλλα αντικείμενα εισέρχονται στην Κύπρο, ενώ κατά την Μέση εποχή του Χαλκού (1900 - 1650 π.Χ.) οι σχέσεις συνεχίζονται, για να αποκορυφωθούν στην Ύστερη εποχή του Χαλκού.
Βλέπε λήμμα: Κρήτη και Κύπρος και Αχαιοί και Κύπρος
Τότε συμβαίνει το κορυφαίο γεγονός της κυπριακής ιστορίας, ο μυκηναϊκός ελληνικός αποικισμός, που έρχεται κυρίως από τη Δύση για να δώσει τον μόνιμο χαρακτήρα στον πολιτισμό του νησιού για τις επόμενες χιλιετηρίδες, ως τις μέρες μας. Οι Μυκηναίοι έφθασαν στην Κύπρο σε δυο κύματα, όπως δέχονται οι αρχαιολόγοι, σε συνδυασμό ή σε συνεργασία με τους Λαούς της Θάλασσας στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 12ου αι. π.Χ. Αν και τα σχετικά περίπλοκα αρχαιολογικά και φιλολογικοϊστορικά προβλήματα δεν έχουν ακόμη λυθεί και οι Λαοί της Θάλασσας αποσυνδέονται κατά την νεότερη έρευνα (J.D. Muhly κ.ά.) από τους Φιλισταίους που πιστεύεται τώρα ότι μετοίκησαν στην Παλαιστίνη από τον αιγυπτιακό μάλλον χώρο κι όχι από το Αιγαίο —ειδικά την Κρήτη — όπως νομιζόταν, μάλιστα μέσω Κύπρου, και αν και η τοιχοδομία με μεγάλους πελεκητούς λίθους δεν θεωρείται πλέον αιγαιακής προελεύσεως μέθοδος αλλά ανατολική και κυπριακή παλαιότατη, ωστόσο ο μυκηναϊκός εποικισμός που στηριζόταν σε ανώτερη στρατιωτική τεχνολογία έφερε πλήθος νέα πολιτιστικά στοιχεία, τον μυκηναϊκό κεραμικό ρυθμό και την μυκηναϊκή θεολογία, γλώσσα και γραφή, που έκτοτε εγκλιματίστηκαν οριστικά και αφομοιώθηκαν στην Κύπρο σαν τα γηγενή πλέον πολιτιστικά και εθνικά μεγέθη, ταυτόχρονα αναμειγνυόμενα προς τον παλαιότερο ανατολίζοντα κόσμο και πολιτισμό του νησιού.
Μυκηναϊκοί οικισμοί
Η είσοδος Ελλήνων συνεχίστηκε και εφεξής, και σειρά μυκηναϊκών οικισμών της Ύστερης εποχής του Χαλκού (Καλαβασός, Χαλά Σουλτάν Τεκκέ, Μαρώνι, Έγκωμη - Αλάσια, Κίτιον, Δρομολαξιά, Μύρτου, Πύλα, Σίντα, Γόλγοι, Μάα, Πάφος κλπ.) στερέωσαν την σχέση Κύπρου - «Δύσης», στην προκειμένη περίπτωση Κύπρου -Ελλάδας. Η εξαγωγή χαλκού -πλην των άλλων προϊόντων, όπως λάδι και μαλλί- ήταν η κύρια οικονομική βάση αυτής της σχέσης, που συνέβαλε στη ριζική πρόοδο της μεταλλοτεχνίας και των βιομηχανικών μεθόδων στο νησί. Η εισαγωγή του κασσιτέρου (=τσίγκου), απαραίτητου για την ορειχαλκουργία, από την Ισπανία ή τη Βρετανία ή τη Τσεχοσλοβακία, στην Κύπρο και σ’ ολόκληρο τον μυκηναϊκό κόσμο αποτελούσε, όπως και το εμπόριο του ήλεκτρου, ουσιώδη πολιτιστικό δεσμό. Οι αιγαιακοί και μυκηναϊκοί τύποι αγγείων απετέλεσαν τους κύριους τοπικούς ρυθμούς, που διαδόθηκαν και στη Συρία και στην Παλαιστίνη, έτσι που να γίνεται δίκαια λόγος για πολιτιστικό τρίγωνο Κύπρου, Αχαΐας - Μυκηνών - Αιγαίου και Συρίας - Παλαιστίνης. Η Κύπρος είναι ένας από τους διαμετακομιστικούς σταθμούς του αιγαιομυκηναϊκού εμπορίου και ενδιάμεσος στρατηγικός και πολιτιστικός χώρος μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια