Δήμοι-δημαρχεία

Δημαρχεία επί αγγλοκρατίας

Image

Οι Άγγλοι ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της Κύπρου από τον Ιούλιο του 1878. Δεν προχώρησαν σε απότομες διοικητικές μεταβολές, και για ένα διάστημα εξακολουθούσε να ισχύει το σύστημα που το προηγούμενο καθεστώς είχε κληροδοτήσει. Οι πρώτοι νόμοι που θεσπίστηκαν το 1878 ήσαν κατά σειράν οι «Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου», «Περί Αστυνομικής Πειθαρχίας», «Περί Καταναγκαστικής Εργασίας στα Δημόσια Εργα», «Περί Διοικητικής Διαιρέσεως» και «Περί Γενικεύσεως του φόρου Πετέλ Ασκεριέ». Στον νόμο IV του 1878 «Περί Διοικητικής Διαιρέσεως» προβλεπόταν ότι ο ύπατος αρμοστής θα καθόριζε με προκηρύξεις του τα όρια των καζάδων ή επαρχιών, των ναχιέδων του κάθε καζά, κλπ. Καθοριζόταν επίσης ότι τα καθήκοντα των καϊμακκάμηδων θα εκτελούσαν από τώρα και στο εξής οι διοριζόμενοι   Άγγλοι διοικητές των επαρχιών.

 

Το 1879 θεσπίστηκαν από τους    Άγγλους 30 νέοι νόμοι, που κανένας δεν είχε σχέση με δημαρχεία. Τον επόμενο χρόνο, 1880, θεσπίστηκαν 10 νόμοι. Ο υπ' αριθμόν II νόμος του 1880 ήταν ο «Περί Δημοτικών Συμβουλίων». Ο νόμος αυτός ίσχυσε για δυο περίπου χρόνια, και αντικαταστάθηκε από τον νόμο υπ' αριθμόν VI του 1882 «Περί της εκλογής Δημοτικών Συμβουλίων, της βεβαιώσεως και εισπράξεως δημοτικών φόρων και περί της εξελέγξεως των δημοτικών λογαριασμών». Ο νόμος του 1882, που υπεγράφη στις 29 Απριλίου, ήταν και ο πρώτος σημαντικός σχετικά με την ύπαρξη και λειτουργία των δημαρχείων. Μεταξύ άλλων, πρόβλεπε ότι κάθε πόλη που μέχρι τότε είχε δημοτικό συμβούλιο θα εξακολουθούσε να έχει, τηρουμένων των προνοιών του νέου νόμου. Επίσης, ο ύπατος αρμοστής μπορούσε να επιτρέπει τη σύσταση και άλλων δημοτικών συμβουλίων ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων κατοίκων πόλης, χωριού ή συμπλέγματος χωριών. Ο ύπατος αρμοστής θα καθόριζε και τα όρια στα οποία το κάθε συμβούλιο θα ασκούσε την εξουσία του, που ονομάστηκαν «δημοτικά όρια». Ακόμη, θα μπορούσε να καταργεί τα δημοτικά συμβούλια ύστερα και πάλι από αίτηση των κατοίκων τους. Κάθε δημοτικό συμβούλιο θα απαρτιζόταν από 8 μέχρι 12 άτομα, περιλαμβανομένου του προέδρου του, Χριστιανούς και Μουσουλμάνους κατ' αναλογίαν με βάση τα ποσοστά αρρένων ενηλίκων κατοίκων κάθε περιοχής. Με τον ίδιο νόμο καθορίζονταν τα καθήκοντα των συμβουλίων, η περιουσία τους, η επιβολή φορολογίας, η είσπραξη των φόρων, οι όροι σύναψης δανείων, ο έλεγχος των λογαριασμών και διάφορες άλλες πρόνοιες. Ο νόμος του 1882 απετελείτο από 111 συνολικά άρθρα.  

 

Άλλος σημαντικός νόμος ήταν ο υπ' αριθμόν VIII του 1885 «Περί διακανονίσεως των καθηκόντων και δικαιωμάτων των Δημαρχείων», που υπογράφηκε στις 26 Μαρτίου. Ο νόμος αυτός, από 73 άρθρα, καθόριζε τα καθήκοντα και τα δικαιώματα των δημαρχείων, τις εξουσίες τους κλπ.

 

Με τους νόμους αυτούς διατηρήθηκαν τα δημαρχεία στις πόλεις της Κύπρου, των οποίων οι αρμοδιότητες, οι εξουσίες και, γενικότερα, η όλη υπόσταση και λειτουργία κωδικοποιήθηκαν και τακτοποιήθηκαν. Η λειτουργία τους βέβαια βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των Βρετανών. Στα πρακτικά, για παράδειγμα, του Δήμου Λεμεσού, που σώζονται σε καλή κατάσταση από την αρχή τήρησής τους, δηλαδή από τον πρώτο χρόνο της αγγλικής κατοχής, στην πρώτη συνεδρία του δημοτικού συμβουλίου (στις 11 Σεπτεμβρίου 1878) παρευρισκόταν ο καπιτέν Bury Commissare Civil, εκπρόσωπος του Άγγλου διοικητή Γουώρρεν. Ο ίδιος ο διοικητής μετείχε στη δεύτερη και σε όλες σχεδόν τις άλλες συνεδρίες, συνήθως μαζί με επιτελείο από τον   Άγγλο αστυνόμο και τον   Άγγλο γιατρό του Υγειονομείου. Ειδικά για τη Λεμεσό, η ανάμειξη του   Άγγλου διοικητή σε κάθε ζήτημα που αφορούσε την πόλη και επαρχία, προκάλεσε αγανάκτηση που εξεφράσθη με εμπιστευτικό υπόμνημα του μητροπολίτη Κιτίου Κυπριανού προς τον   Άγγλο ύπατο αρμοστή σερ Γκάρνετ Γούλσλεϋ, στα 1879. Ο μητροπολίτης κατηγορούσε τον διοικητή Γουώρρεν ότι, μεταξύ άλλων, επενέβαινε στο έργο της δικαιοσύνης και στην ιδιοκτησία των πολιτών, ότι σφετερίστηκε την εξουσία του δημαρχείου, ότι παράνομα προήδρευε των συνεδριάσεων του δημοτικού συμβουλίου, ότι περιφρονούσε τον δημοτικό νόμο κλπ. Το υπόμνημα αυτό του Κυπριανού, όταν έγινε γνωστό, προκάλεσε μεγάλο θόρυβο που έφθασε μέχρι και το αγγλικό Κοινοβούλιο, ενώ στην Κύπρο τα πράγματα οδηγήθηκαν στο δικαστήριο. Η αντίδραση αυτή στις ενέργειες του Γουώρρεν ήταν και η πρώτη σοβαρή σύγκρουση μεταξύ των Ελλήνων της Κύπρου και των Βρετανών.

 

Με βάση το νόμο που επέτρεπε στον ύπατο αρμοστή να συστήνει δημοτικά συμβούλια, συνεπώς να ανακηρύσσει κοινότητες σε δήμους, μερικά κεφαλοχώρια υπέβαλαν σχετικές αιτήσεις που εγκρίθηκαν.   Έτσι, εκτός από τις 6 πόλεις της Κύπρου που ήσαν ήδη ανακηρυγμένοι δήμοι (Λευκωσία, Λάρνακα, Λεμεσός, Πάφος, Κερύνεια, Αμμόχωστος), πρώτα τα  κεφαλοχώρια Λεύκαρα και η Μόρφου αποτέλεσαν τους πρώτους αγροτικούς δήμους της Κύπρου. Το σχετικό διάταγμα εκδόθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1883. Με το ίδιο διάταγμα καθορίζονταν και τα δημοτικά τους όρια. Ακολούθησε ο Καραβάς στην επαρχία Κερύνειας, που ανακηρύχθηκε σε δήμο με διάταγμα το οποίο εκδόθηκε στις 7 Ιουνίου 1884. Περί το 1890 δημιουργήθηκε και το δημαρχείο της Πόλης Χρυσοχούς (αν και τα πρώτα πρακτικά του είναι ημερομηνίας 19 Ιουλίου 1907, οπότε φαίνεται ότι τούτο είχε αναγνωριστεί επίσημα). Το 1909 έγιναν τα σχετικά διαβήματα προς την αποικιακή κυβέρνηση των κατοίκων της Ακανθούς για ίδρυση δημαρχείου στο χωριό τους. Το δημαρχείο ιδρύθηκε τον επόμενο χρόνο. Στην Αθηένου, δημαρχείο ιδρύθηκε περί το 1928, αλλά δεν λειτούργησε επειδή προέκυψαν σοβαρές διαφωνίες μεταξύ των κατοίκων, οι οποίοι ζήτησαν την κατάργησή του το 1934, και η αίτησή τους έγινε δεκτή. Το 1948, με νέα αίτηση των κατοίκων ζητείτο η επανίδρυση του δημαρχείου στην Αθηένου. Η αίτηση έγινε και πάλι δεκτή από την αποικιακή κυβέρνηση και το δημαρχείο ιδρύθηκε. Τέλος, με διάταγμα που δημοσιεύτηκε την 1η Απριλίου 1939, ιδρύθηκε και το δημαρχείο του Λευκονοίκου, το 15ο της Κύπρου.

 

Η Λάπηθος και η Κυθρέα ήταν μεταξύ εκείνων που είχαν δημαρχεία και κατά το 1878, συνεπώς η ύπαρξη και λειτουργία τους συνεχίστηκε και κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας.

 

Εκλογές: Σύμφωνα προς τον νόμο, τόσο οι δήμαρχοι όσο και τα μέλη των δημοτικών συμβουλίων, εκλέγονταν από τους δημότες των οικείων δήμων. Δημαρχιακές εκλογές γίνονταν στην Κύπρο καθ' όλη τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής, εκτός από το χρονικό διάστημα 1931 -1946. Στο διάστημα αυτό, τα σκληρά δικτατορικά μέτρα που επέβαλε η αγγλική αποικιακή κυβέρνηση αμέσως μετά την εξέγερση του Οκτωβρίου του 1931 (τα γνωστά Οκτωβριανά), μεταξύ άλλων ανέστειλαν και την εκλογή δημοτικών αρχόντων στους 15 δήμους της Κύπρου, οι οποίοι τώρα διορίζονταν από τον    Άγγλο κυβερνήτη του νησιού. Τα δικτατορικά αυτά μέτρα, που χαρακτηρίζουν μια εποχή μεγάλης καταπίεσης γνωστή ως Παλμεροκρατία (από το όνομα του κυβερνήτη Πάλμερ), συνεχίστηκαν και μέχρι τα χρόνια του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου. Στη συνέχεια, ο ίδιος ο πόλεμος δεν επέτρεψε εκλογές.  Ωστόσο ο κυβερνήτης Γούλλεϋ επέτρεψε τη διενέργεια δημοτικών εκλογών, που έγιναν στις 21 Μαρτίου 1943, ύστερα από 14 χρόνια. Οι προηγούμενες δημοτικές εκλογές είχαν γίνει το 1929 και έκτοτε, κατά την Παλμεροκρατία που ακολούθησε, οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι διορίζονταν. Ο νέος κυβερνήτης, αν και διόρισε δημοτικούς άρχοντες στις 26 Ιουνίου 1942, στις 27 Νοεμβρίου 1942 και κάτω από συνεχείς πιέσεις, δημοσίευσε του Νόμο αρ. 23/1942 με του οποίο ακύρωνε τους προηγούμενους σχετικούς με δημοτικά θέματα Νόμους του 1934, 1937, 1938 και 1941, και τροποποιούσε εκείνον του 1930. Ο κυβερνήτης επέτρεψε ταυτόχρονα και τις ποικίλες προεκλογικές δραστηριότητες, που πήραν και την εποχή εκείνη, όπως συνήθως, τη μορφή οξείας πολιτικής διαμάχης. Οι επόμενες δημοτικές εκλογές έγιναν το 1953.

 

Οι δημοτικές εκλογές, μαζί με τις εκλογές βουλευτών -μελών του Νομοθετικού Συμβουλίου, ήταν οι μόνες κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας, που επέτρεπαν στους Κυπρίους να ασκήσουν εκλογικά δικαιώματα. Σαν τέτοιες, ήταν πολύ σημαντικές και πάντοτε διακρίνονταν για τη μαχητικότητά τους, τα πάθη και τις έντονες διαμάχες, προεκλογικές αλλά, μερικές φορές, και μετεκλογικές. Με την ίδια ένταση γίνονταν κάποτε και οι αρχιεπισκοπικές εκλογές ή οι εκλογές μητροπολιτών στις τρεις μητροπόλεις.

 

Οι δημοτικές εκλογές αποτελούσαν, καθ’ όλη τη διάρκεια της αγγλικής κατοχής, κορυφαίο για τον τόπο πολιτικό γεγονός. Στις εκλογές συνήθως κατέρχονταν συνδυασμοί, που αντιμάχονταν ο ένας τον άλλο με βάση την ιδεολογική τους τοποθέτηση ή και την τοποθέτησή τους πάνω στο εθνικό ζήτημα της απελευθέρωσης της Κύπρου.

 

Δήμαρχοι Λευκωσίας 1882-1959

 

  • Χριστόδουλος Σεβέρης 15 Νοεμβρίου 1882–31 Ιουλίου 1888.
  • Αχιλλέας Λιασίδης, 1 Αυγούστου 1888–10 Απριλίου 1906.
  • Αντώνιος Θεοδότου, 8 Ιανουαρίου 1888–10 Απριλίου 1906.
  • Μεχμέτ Σέβκετ Μπέι, 11 Απριλίου 1908–31 Μαρτίου 1911.
  • Αντώνιος Θεοδότου, 1924–1926.
  • Γεώργιος Μαρκίδης, 6 Απριλίου 1926–31 Μαρτίου 1929.
  • Θεμιστοκλής Δέρβης, 5 Απριλίου 1929–28 Σεπτεμβρίου 1946.
  • Ιωάννης Κληρίδης, 1η Ιουνίου 1946–31 Μαΐου 1949 (Τελευταίος εκλεγμένος δήμαρχος μέχρι το 1986).
  • Θεμιστοκλής Δέρβης, 1η Ιουνίου 1949–18 Δεκεμβρίου 1959.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image