Η ζωή πάνω στο νέο νησί υπό μορφή μεγάλων θηλαστικών ζώων εμφανίζεται όπως αναφέρεται πιο πάνω στην Πλειστόκαινη περίοδο που συμπληρώνεται και η ανύψωση πάνω από τη θάλασσα ολόκληρης σχεδόν της Κύπρου. Τα είδη των ζώων που έζησαν κατά την περίοδο αυτή μελετήθηκαν από απολιθώματα που βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές της Κύπρου όπως στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου (Κάτω Δίκωμο, Κουτσοβέντη, Κυθρέα), Αγία Ειρήνη, Κορμακίτη, Άγιο Γεώργιο, Ακανθού, ακρωτήρι Πύλα, Κισσόνεργα και Αρεδιού. Τα απολιθώματα αυτά είναι κομμάτια οστών του σώματος, κεφαλής, άκρων καθώς και δόντια, τα οποία βρέθηκαν είτε σε σπήλαια είτε αναμειγμένα με νεότερους γεωλογικούς σχηματισμούς. Οι Κύπριοι των περασμένων αιώνων θεώρησαν τα κόκαλα αυτά είτε σαν κόκαλα αγίων όπως του αγίου Φανουρίου στην Αγία Ειρήνη οπότε τα χρησιμοποιούσαν και για θεραπευτικούς σκοπούς, είτε σαν κόκαλα γιγάντων. Τα κυριότερα από τα ζώα αυτά ήταν ο ιπποπόταμος, ο ελέφαντας, διάφορα είδη ποντικών, η νυχτερίδα και ένα είδος αγριόγατου του οποίου όμως η παρουσία αμφισβητείται από τους νεότερους ερευνητές. Ο ιπποπόταμος και ο ελέφαντας είναι χαρακτηριστικά ζώα της Κύπρου και φέρουν τα ονόματα Φανούριος και Κύπριος, αντιστοίχως. Είναι νάνοι (μέγεθος χοίρων) συγκριτικά με τους σημερινούς ιπποπόταμους και ελέφαντες και είναι τα κυρίαρχα ζώα της εποχής εκείνης. Ο ιπποπόταμος της Κύπρου είναι ζώο της ξηράς και όχι αμφίβιο όπως είναι ο σημερινός ιπποπόταμος.
Το είδος και το μέγεθος των θηλαστικών που βρέθηκαν στην Κύπρο είναι παρόμοια με τα είδη των θηλαστικών που βρέθηκαν σε άλλα απομονωμένα νησιά και τα οποία ουδέποτε ήσαν συνδεδεμένα με τις γειτονικές ηπείρους.
Τα αίτια της εξαφάνισης των ζώων αυτών δεν είναι γνωστά. Γνωρίζουμε όμως ότι η εξαφάνιση παρομοίων ζώων στην Κορσική, Σαρδηνία, Σικελία και πιθανώς στην Κρήτη οφείλεται στον άνθρωπο. Είναι πολύ πιθανόν και στην Κύπρο η κύρια αιτία να είναι ο προϊστορικός άνθρωπος ο οποίος τα εξολόθρευσε με δυο τρόπους: Το κυνήγι και την αλλοίωση του βιότοπου με την καταστροφή των δασών για προμήθεια ξυλείας και για καλλιέργεια της γης.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στα απολιθώματα των θηλαστικών που ανευρέθησαν δεν περιλαμβάνονται απολιθώματα αγρινών ή ελαφιών. Η εισαγωγή του αγρινού φαίνεται ότι έγινε από τον προϊστορικό άνθρωπο από τις γειτονικές χώρες και μεταπήδησε στην άγρια κατάσταση με την πάροδο του χρόνου.