Ο Κουρτ Βάλντχαϊμ ασχολήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του ως γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών (για 10 περίπου χρόνια) με το Κυπριακό πρόβλημα, ένα από τα πιο σοβαρά και μακροχρόνια προβλήματα που αντιμετώπισε από την ίδρυσή του ο ΟΗΕ. Ο Βάλντχαϊμ κληρονόμησε το Κυπριακό πρόβλημα από τον προκάτοχό του, Ου Θαντ και, αφού δεν μπόρεσε ούτε αυτός να το λύσει, το κληροδότησε στον διάδοχό του Χαβιέ Πέρεζ ντε Κουεγιάρ. Ο τελευταίος είχε υπηρετήσει και ως ειδικός αντιπρόσωπος του Βάλντχαϊμ στην Κύπρο.
Ο Βάλντχαϊμ στα 10 χρόνια που ηγείτο του ΟΗΕ προσπάθησε να λύσει το Κυπριακό πρόβλημα, ή να βοηθήσει στην εξεύρεση λύσης, μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων του, των όρων εντολής που είχε από τη Γενική Συνέλευση και το Συμβούλιο Ασφαλείας, και της προσφοράς καλών υπηρεσιών.
Ιδιαίτερα μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του καλοκαιριού του 1974, ο Βάλντχαϊμ ενέτεινε τις προσπάθειές του τις σχετικές με την Κύπρο και ανέπτυξε διάφορες κατά καιρούς πρωτοβουλίες. Κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος, τον Ιούλιο του 1974, ο Βάλντχαϊμ έδωσε εντολή στην Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ στην Κύπρο να παραμείνει αμέτοχη στα γεγονότα και κατά την τουρκική εισβολή, που ακολούθησε, να τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα και να πυροβολεί μόνο σε περιπτώσεις αυτοάμυνας. Διέταξε επίσης την κατάληψη του αεροδρομίου Λευκωσίας από την Ειρηνευτική Δύναμη, που πήρε εντολή να παραμείνει εκεί, έστω κι αν χρειαστεί να απωθήσει βίαια τα προελαύνοντα τουρκικά στρατεύματα. (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ)
Λίγο μετά τον τερματισμό του πολέμου ο Βάλντχαϊμ ήλθε στην Κύπρο για να δει από κοντά την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί, κι είχε επαφές με τον προεδρεύοντα Γλαύκο Κληρίδη, καθώς και με τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ραούφ Ντενκτάς. Προτεραιότητα είχε δοθεί τότε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στην κατάπαυση των συγκρούσεων και στην επίλυση διαφόρων ανθρωπιστικών θεμάτων, όπως το θέμα των αιχμαλώτων και των αγνοουμένων, των συνθηκών διαβίωσης των προσφύγων κ.ά. Για τα θέματα αυτά είχαν κινητοποιηθεί οι διάφορες υπηρεσίες του ΟΗΕ, παράλληλα προς τη βοήθεια που πρόσφεραν άλλοι διεθνείς οργανισμοί όπως ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός.
Ύστερα, ο Βάλντχαϊμ, με την υποχρέωση που ανέλαβε σύμφωνα προς διάφορα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, ανέπτυξε πρωτοβουλίες για επίτευξη προόδου στο πολιτικό πρόβλημα και εξεύρεση λύσης. Υπό την αιγίδα και προσωπική καθοδήγηση του διεξήχθησαν οι συνομιλίες της Βιέννης (Απρίλιος 1975, Ιούνιος 1975, Ιούλιος 1975), στις οποίες προήδρευσε και στις οποίες συμμετείχαν οι Κληρίδης και Ντενκτάς. Οι συνομιλίες αυτές δεν είχαν θετικά αποτελέσματα, αν και συνεχίστηκαν και στην Νέα Υόρκη (Σεπτέμβριος 1975) και ξανά στη Βιέννη (Φεβρουάριος 1976). Σε αυτές τις συμφωνίες ο Γλαύκος Κληρίδης κατηγορήθηκε ότι συνήψε μυστική συμφωνία με τον Ντενκτάς. (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ)
Στις 27 Ιανουαρίου 1977, ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις στις οποίες μετείχε ενεργά ο Βάλντχαϊμ, πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία συνάντηση του προέδρου Μακαρίου με τον Ραούφ Ντενκτάς, στην παρουσία του Πέρεζ ντε Κουεγιάρ, με κάποια ενθαρρυντικά αποτελέσματα.
Συμφωνία Υψηλού επιπέδου
Γι' αυτά λίγο αργότερα ο Βάλντχαϊμ ήλθε στην Κύπρο και παρέστη προσωπικά στη δεύτερη συνάντηση Μακαρίου και Ντενκτάς στη Λευκωσία στις 12 Φεβρουαρίου 1977. Αποτέλεσμα ήταν η υπογραφή μιας εκ τεσσάρων σημείων συμφωνίας, η οποία όμως δεν έδινε παρά 4 «κατευθυντήριες γραμμές» που θα ίσχυαν σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού προβλήματος.
Η Συμφωνία προέβλεπε τα ακόλουθα:
1. Μία ανεξάρτητη, αδέσμευτη, δικοινοτική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία.
2. Η εδαφική περιοχή υπό τη διοίκηση κάθε κοινότητας θα συζητηθεί υπό το φως της οικονομικής βιωσιμότητας ή παραγωγικότητας και εγγείου ιδιοκτησίας.
3. Θέματα αρχών, όπως η ελευθερία διακίνησης και εγκατάστασης, το δικαίωμα της περιουσίας και άλλα περαιτέρω θέματα, είναι ανοικτά προς συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη βάση του δικοινοτικού ομοσπονδιακού συστήματος και ορισμένες πρακτικές δυσχέρειες που πιθανόν να αναδειχθούν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.
4. Οι εξουσίες και λειτουργίες της κεντρικής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας, έχοντας υπόψη τον διακοινοτικό χαρακτήρα του Κράτους.»
Συμφωνία Κυπριανού-Ντενκτάς
Μετά τις επαφές αυτές και μετά από μια πρωτοβουλία της Ουάσιγκτον (αποστολή Κλαρκ Κλίφφορντ, νωρίς το 1977), η ελληνοκυπριακή πλευρά υπέβαλε μέσω του Βάλντχαϊμ συγκεκριμένες και ολοκληρωμένες προτάσεις για λύση του Κυπριακού, τον Απρίλιο του 1977. Οι Τουρκοκύπριοι ανέλαβαν υποχρέωση έναντι του Βάλντχαϊμ να υποβάλουν αντιπροτάσεις. Μετά το θάνατο του προέδρου Μακαρίου (Αύγουστος του 1977), ο Βάλντχαϊμ ήλθε ξανά στην Κύπρο στις 14 Ιανουαρίου 1978 κι είχε διαβουλεύσεις με τον νέο Κύπριο πρόεδρο Σπύρο Κυπριανού ενώ διαβουλεύσεις για το Κυπριακό είχε και στην Αθήνα και στην Άγκυρα. Οι Τουρκοκύπριοι υπέβαλαν στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ τις αντιπροτάσεις τους τον Απρίλιο του 1978 στη Βιέννη. Στις 19 Απριλίου 1978 ο Βάλντχαϊμ ήλθε ξανά στην Κύπρο, όπου παρέμεινε λίγες μόνο ώρες κι είχε νέες διαβουλεύσεις με τον πρόεδρο Κυπριανού. Ο τελευταίος απέρριψε ως εντελώς απαράδεκτες τις αντιπροτάσεις των Τουρκοκυπρίων.
Οι προσπάθειες, ωστόσο, του Βάλντχαϊμ για επίτευξη προόδου στο Κυπριακό πρόβλημα συνεχίστηκαν, κι είχαν ως αποτέλεσμα τη συνάντηση του προέδρου Κυπριανού με τον Ραούφ Ντενκτάς στη Λευκωσία, στις 19 Μαίου 1978, οπότε επετεύχθη κι υπεγράφη μια νέα, από 10 σημεία συμφωνία μεταξύ τους.
Τα 10 σημεία
1. Συμφωνήθηκε η επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών στις 15 Ιουνίου 1979.
2. Η βάση των συνομιλιών θα είναι οι κατευθυντήριες γραμμές Μακαρίου-Ντενκτάς της 12ης Φεβρουαρίου 1977 και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών που είναι σχετικά με το κυπριακό πρόβλημα.
3. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες όλων των πολιτών της Δημοκρατίας.
4. Οι συνομιλίες θα καλύψουν όλες τις εδαφικές και συνταγματικές πτυχές.
5. Προτεραιότητα θα δοθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση στα Βαρώσια υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών ταυτόχρονα με την έναρξη της μελέτης από τους συνομιλητές των συνταγματικών και εδαφικών πτυχών μιας συνολικής διευθέτησης.
Μόλις επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια θα εφαρμοστεί, χωρίς να αναμένεται η έκβαση των συζητήσεων για άλλες πτυχές του κυπριακού προβλήματος.
6. Συμφωνήθηκε η αποχή από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την έκβαση των συνομιλιών, και ειδική έμφαση θα δοθεί σε αρχικά πρακτικά μέτρα και από τις δύο πλευρές για την προώθηση καλής θέλησης, αμοιβαίας εμπιστοσύνης και την επάνοδο σε ομαλές συνθήκες.
7. Η αποστρατικοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας αντιμετωπίζεται, και θέματα σχετικά με αυτή θα συζητηθούν.
8. Η ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Δημοκρατίας θα πρέπει να τυγχάνουν επαρκών εγγυήσεων έναντι της ένωσης, ολικώς ή μερικώς, με οποιαδήποτε άλλη χώρα και έναντι οποιασδήποτε μορφής διχοτόμησης ή απόσχισης.
9. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν με συνεχή τρόπο, αποφεύγοντας οποιαδήποτε καθυστέρηση.
10. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα διεξαχθούν στη Λευκωσία.
Όμως και η συμφωνία αυτή δεν είχε κανένα θετικό βήμα, παρά ότι λίγο αργότερα (15 Ιουνίου 1978) άρχισαν ξανά στη Λευκωσία οι διακοινοτικές συνομιλίες, που πάλι δεν κατέληξαν σε κανένα θετικό αποτέλεσμα.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ συνέχισε τις προσπάθειές του, με συναντήσεις χωριστές με τον πρόεδρο Κυπριανού και τον Ραούφ Ντενκτάς στη Νέα Υόρκη και, μέσω του, υπεβλήθησαν από τα δυο μέρη διάφορες άλλες προτάσεις και αντιπροτάσεις. Στο μεταξύ ο Βάλντχαϊμ είχε ασχοληθεί και με επί μέρους πτυχές του Κυπριακού προβλήματος κατά καιρούς, όπως το ζήτημα της Αμμοχώστου, ενώ δι' αντιπροσώπων του προσπάθησε να βοηθήσει και στην επίλυση ανθρωπιστικών θεμάτων και κυρίως εκείνου των αγνοουμένων προσώπων.
Το αμερικανοκαναδικό
Παράλληλα υπήρξαν και άλλες πρωτοβουλίες (όπως η υποβολή του λεγόμενου αμερικανικού σχεδίου [Νοέμβριος, 1978] εκ μέρους τριών χωρών, των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρεττανίας και του Καναδά) που θεωρήθηκαν από μερικούς ως υποβοηθητικές του έργου του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ.
Η τελευταία σοβαρή ανάμειξη του Βάλντχαϊμ σχετικά με το Κυπριακό ζήτημα, ήταν η εκ μέρους του υποβολή της λεγόμενης εναρκτήριας δήλωσής του (opening statement) στις 9 Αυγούστου του 1980, που ήταν ουσιαστικά μερικές συμβιβαστικές προτάσεις προς τις δυο πλευρές, κι αποσκοπούσαν στην έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων πάνω στις διάφορες πτυχές του προβλήματος. (Βλέπε ΟΗΕ και Κύπρος). Γίνεται ξανά αναφορά σε επανεγκατάσταση στα Βαρώσια σύμφωνα προς το σημείο 5 της συμφωνίας της 19ης Μαΐου του 1978.
Οι προτάσεις αυτές του Κουρτ Βάλντχαϊμ προσπαθούσαν να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ των απόψεων της ελληνικής και της τουρκικής πλευράς, κι ακολούθησαν σειρά διαβουλεύσεών του με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Όμως και πάλι δεν υπήρξε αποτέλεσμα. Λίγο αργότερα ο Βάλντχαϊμ παρέδωσε τη σκυτάλη στον διάδοχό του Πέρεζ ντε Κουεγιάρ, κι απεχώρησε χωρίς να κατορθώσει να επιτύχει έστω και την ελάχιστη πρόοδο στο Κυπριακό πρόβλημα που παραμένει ως ένα από τα πιο σοβαρά που αντιμετωπίζει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.