Αρκετά πυκνό ήταν το εμπόριο Κύπρου- Αιγύπτου κατά τον 19ο αιώνα, ιδίως εξαγωγή κρασιού, ρακής, οινοπνευματωδών, δερμάτων κατεργασμένων, χαρουπιών, ζώων (προβάτων, αγελάδων, βοδιών, ημιόνων, όνων), και εισαγωγή αλεύρου, αποικιακών, δερμάτων ακατέργαστων, ρυζιού, με πλοία που πηγαινοέρχονταν από Λάρνακα ή Λεμεσό στην Αλεξάνδρεια, ιδίως μετά την άρση μερικών περιορισμών στη συγκοινωνία λίγο πριν από το 1859.
Βλέπε λήμμα: Εμπόριο
Η κεντρική θέση της Κύπρου ανάμεσα Μ. Ασίας, Συρίας και Αιγύπτου τονίζεται από τους παρατηρητές ως ευνοϊκή για το εμπόριο, κάποτε διαμετακομιστικό (βαμβάκι κυπριακό μέσω Αλεξανδρείας πάει στο Λίβερπουλ στα 1864 κλπ), αλλά και κατ' ευθείαν (Θεόδ. Παπαδόπουλλου, Προξενικά Έγγραφα του ΙΘ' Αιώνος, Λευκωσία, ΚΕΕ, 1980). Αρκετό ή το πλείστο από το εμπόριο αυτό διεξαγόταν από Κυπρίους της Αιγύπτου σε συνεργασία με Κυπρίους της Λάρνακας, της Λεμεσού, της Αμμοχώστου και της Λευκωσίας, που έτσι είχαν τακτική επαφή με τη χώρα του Νείλου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια