Λευκωσία επαρχία

Προϊστορία- ιστορία

Image

Η επαρχία της Λευκωσίας, συγκρινόμενη προς τις λοιπές πέντε επαρχίες της Κύπρου, έχει ελάχιστο μήκος ακτών στα δυτικά της (κόλπος Μόρφου - περιοχή Τηλλυρίας). Από μορφολογική άποψη, χαρακτηρίζεται από μεγάλες πεδινές εκτάσεις (πεδιάδα δυτικής Μεσαορίας -Μόρφου), από λοφώδεις και ημιορεινές εκτάσεις (κεντρική Κύπρος) και από ορεινές εκτάσεις (μεγάλο τμήμα της οροσειράς του Τροόδους). Τα γεωγραφικά αυτά δεδομένα ήταν πολύ σημαντικοί παράγοντες στην εξέλιξη της επαρχίας κατά τα Προϊστορικά και Ιστορικά χρόνια. Η θάλασσα ήταν σπουδαιότατο στοιχείο για την αρχαία Κύπρο που, ως νησί, μόνο μέσω αυτής μπορούσε να επικοινωνεί και να εμπορεύεται με τις γύρω χώρες, γι΄ αυτό και οι μεγάλες πόλεις του νησιού κατά την Αρχαιότητα είχαν αναπτυχθεί στα παράλια, που λίγης εκτάσεως είναι αυτά που ανήκουν στην επαρχία της Λευκωσίας, όπου σημαντικό ήταν το βασίλειο των Σόλων, στον κόλπο της Μόρφου. Στο εσωτερικό της επαρχίας αναπτύχθηκαν αγροτικού - κτηνοτροφικού χαρακτήρα πόλεις, που μερικές ασχολήθηκαν σε κάποιο βαθμό και με την επεξεργασία και εμπορία του χαλκού. Τέτοιες πόλεις, στην επαρχία της Λευκωσίας, ήσαν το Ιδάλιον, οι Χύτροι, η Ταμασσός, οι Λέδρες (Λήδρα). Πιο πριν, όμως, είχαν αναπτυχθεί κατά τα Προϊστορικά χρόνια σημαντικοί συνοικισμοί στις εκτάσεις της Μόρφου.

 

Από τα μέχρι τώρα δεδομένα της αρχαιολογικής έρευνας προκύπτει — σχεδόν με βεβαιότητα — ότι οι κάτοικοι του νησιού στα Νεολιθικά χρόνια, προτιμούσαν να μη κατοικούν ούτε στις μεγάλες πεδινές περιοχές, ούτε στις ορεινές περιοχές. Οι μεν ορεινές περιοχές, με το εντελώς ανώμαλο του εδάφους και με τις σκληρότερες καιρικές συνθήκες (χιόνια, κρύο) δεν είχαν να προσφέρουν στους νεολιθικούς Κυπρίους κανένα πλεονέκτημα, οι δε πεδινές εκτάσεις, με την άγρια φυσική βλάστηση και τα έλη και την ομαλότητα του εδάφους που δεν πρόσφερε επαρκή ασφάλεια, τους φαίνονταν αφιλόξενες και, ίσως, επικίνδυνες. Εντοπίζονται λοιπόν οι περισσότεροι νεολιθικοί συνοικισμοί πλησιέστερα προς τα παράλια ή και στα παράλια, σε πολλά μέρη του νησιού, και απουσιάζουν από τις πεδινές κεντρικές περιοχές. Έτσι, στην επαρχία της Λευκωσίας έχουμε αποδείξεις κατοίκησης κατά τη Νεολιθική εποχή σε ελάχιστες περιοχές: στην τοποθεσία «Δράκος» του χωριού Φιλιά και στη γειτονική Δένεια, στην Πέτρα του Λιμνίτη στη δυτική θάλασσα, και στη λοφώδη περιοχή του Καταλιόντα, όπως και στο Δάλι - Αγρίδι. Από τους συνοικισμούς αυτούς αρχαιότεροι είναι η Πέτρα του Λιμνίτη και ο Καταλιόντας, που εντάσσονται χρονολογικά στην Ακεραμεική περίοδο (Νεολιθική ΙΑ, 7000-5310 π.Χ.).

 

Είναι δηλαδή σύγχρονοι της Χοιροκοιτίας (κατώτερα στρώματα), του Τρουλλιού (κατώτερα στρώματα), του Αποστόλου Ανδρέα - Κάστρους. Οι νεολιθικοί κάτοικοι της Πέτρας του Λιμνίτη μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ήσαν βασικά ψαράδες, ενώ εκείνοι του Καταλιόντα ήσαν κυνηγοί και γεωργοί.

 

Νεότεροι είναι οι συνοικισμοί της Φιλιάς - Δράκου Α' και της γειτονικής Δένειας, που χρονολογικά εντάσσονται στην Πρωτοκεραμεική περίοδο (Νεολιθική IB, 5310-4500 π.Χ.), όπως και ο συνοικισμός στο Δάλι - Αγρίδι. Ο σημαντικός συνοικισμός της Φιλιάς συνέχισε την ύπαρξή του και κατά την Κεραμεική περίοδο (Νεολιθική II 4500-3900 π.Χ.) (Φιλιά - Δράκος Β'), ενώ η ευρύτερη περιοχή της δυτικής πεδιάδας γνώρισε ακμή ιδιαίτερα κατά την Χαλκολιθική εποχή (3900-2500 π.Χ.) και την Πρώιμη εποχή του Χαλκού (2500-1900 π.Χ.). Κατά την Χαλκολιθική εποχή, η επαρχία της Λευκωσίας αντιπροσωπεύεται με συνοικισμούς στη Φιλιά Β', στη Χρυσηλιού, στην Κυρά (και οι τρεις συνοικισμοί βρίσκονταν κατά μήκος της κοίτης του ποταμού Οβγού) και στην τοποθεσία «Άγιος Γεώργιος» του χωριού Αμπελικού, στην κοιλάδα του Ποταμού του Κάμπου, στην περιοχή των Σόλων. Κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού, η επαρχία της Λευκωσίας αντιπροσωπεύεται με συνοικισμούς στη Φιλιά, στη Μόρφου, στη Χρυσηλιού, στην Κυρά (όλοι στη δυτική πεδιάδα), καθώς και στην Αγία Παρασκευή (Λευκωσία), ενώ προς το τέλος της περιόδου έχουμε και τους συνοικισμούς της Δένειας καθώς και στην κεντρική Κύπρο, στον Κοτσιάτη, στο γειτονικό Μαργί και στον Άγιο Σωζόμενο.

 

Η σημαντική, από αρχαιολογική άποψη, περιοχή του ποταμού Οβγού και γενικότερα η δυτική πεδιάδα που περιλαμβάνει και αρχαιολογικούς χώρους οι οποίοι εμπίπτουν στην επαρχία της Κερύνειας (Διόριος, Βασίλεια, Αγία Ειρήνη κ.α.) και που δεν είναι δυνατό να μη συσχετίζονται με τους λοιπούς, βρίσκεται από το καλοκαίρι του 1974 κάτω από τουρκική στρατιωτική κατοχή. Για τον λόγο αυτό περαιτέρω αρχαιολογικές έρευνες δεν έχουν γίνει. Από τα μέχρι το 1974 ανασκαφικά δεδομένα και τις αρχαιολογικές μελέτες, προκύπτει ότι ένας από τους πιο σημαντικούς χώρους ήταν εκείνος της περιοχής της Φιλιάς. Μάλιστα τα ευρήματα οδήγησαν τους επιστήμονες να χαρακτηρίσουν μια ολόκληρη εποχή ως εποχή του πολιτισμού της Φιλιάς, ενώ την περίοδο της Πρώιμης εποχής του Χαλκού την ονομάζουν και πολιτιστική φάση της Φιλιάς.

 

Στον νεολιθικό συνοικισμό στη Φιλιά - Δράκο Α’ βρέθηκε οχυρωματικό τείχος που περιέβαλλε προστατευτικά τις καλύβες. Βρέθηκαν επίσης υπόγεια ορύγματα που δεν φαίνεται να χρησίμευαν ούτε για ταφές, ούτε για κατοίκηση ή αποθήκευση, και που η λειτουργικότητά τους παραμένει άγνωστη. Από τη Φιλιά, όπως κι από τον συνοικισμό στον Άγιο Επίκτητο - Βρύση (επαρχία Κερύνειας), ήλθαν στο φως αξιόλογα κι άφθονα δείγματα κεραμεικής με γραπτό διάκοσμο, καθώς και τα πρώτα δείγματα κεραμικής με «κτενιστή» διακόσμηση, που σηματοδοτούν τις δυο τελευταίες υποπεριόδους της Νεολιθικής εποχής. Και στους δυο συνοικισμούς επισημάνθηκαν εργαστήρια κεραμικής. Στη Φιλιά ανακαλύφθηκε επίσης και ο πρώτος θαλαμοειδής τάφος. Οι ταφές στη Φιλιά γίνονταν έξω από τις κατοικίες, σε χωριστούς τάφους, χωρίς κτερίσματα (βλέπε λεπτομερέστερα στο λήμμα Φιλιά αρχαιολογικός χώρος).

 

Η μεταγενέστερη πολιτιστική φάση της Φιλιάς (Πρώιμη εποχή του Χαλκού) που εκπροσωπείται κυρίως με αξιόλογα είδη κεραμικής και, γενικότερα, με δείγματα που φανερώνουν αρκετά υψηλό πολιτιστικό επίπεδο, οδήγησε στη διατύπωση δυο διαφορετικών θεωριών: αφενός, στη θεωρία ότι πρόκειται για καθαρά τοπική εξέλιξη, κι αφετέρου, στη θεωρία ότι νέοι άποικοι είχαν φθάσει στην Κύπρο κι είχαν διασκορπιστεί στην κοιλάδα του Οβγού και σ' ολόκληρη τη δυτική πεδιάδα, από τον κόλπο της Μόρφου μέχρι και τη Λευκωσία. Παρ' όλον ότι δεν υπάρχουν τελεσίδικα συμπεράσματα, ωστόσο η δεύτερη θεωρία φαίνεται πιθανότερη۬ κάποια μεγάλη καταστροφή στη Μικρά Ασία οδήγησε στη μαζική μετακίνηση λαών προς την Κύπρο, και φαίνεται ότι πολλοί είχαν φθάσει με τα πρωτόγονα πλεούμενά τους στον κόλπο της Μόρφου κι απ' εκεί, ακολουθώντας αντίθετα τον Οβγό ποταμό, ίδρυσαν αρκετούς συνοικισμούς που επεκτάθηκαν στην περιοχή της Μόρφου κι ακόμη περισσότερο, σ' ολόκληρη τη δυτική πεδιάδα, μέχρι τη Λευκωσία. Προς τη θεωρία αυτή συνηγορούν δυο βασικά στοιχεία: πρώτον, η κεραμική της περιοχής της Φιλιάς παρουσιάζει ομοιότητες με την κεραμική περιοχών της Μικράς Ασίας (ιδιαίτερα της περιοχής του Ικονίου)۬ και δεύτερον, η άνθηση του πολιτισμού της Φιλιάς περίπου συμπίπτει χρονολογικά με το τέλος του πολιτισμού της Πρώιμης εποχής του Χαλκού στη Μικρά Ασία (πάντως σύμφωνα προς χρονολογήσεις με τις οποίες δεν συμφωνούν όλοι οι ειδικοί).

 

Υπάρχει όμως και μια άλλη σημαντική εξέλιξη: οι Κύπριοι, που είχαν ήδη ανακαλύψει και αρχίσει να χρησιμοποιούν τον χαλκό, θ' αρχίσουν τώρα να χρησιμοποιούν τον (στερεότερο) ορείχαλκο۬ ο ορείχαλκος είναι κράμα χαλκού και κασσιτέρου۬ χαλκός υπήρχε άφθονος στο νησί, αλλά δεν υπήρχε καθόλου κασσίτερος, που ασφαλώς θα πρέπει να εισαγόταν στην Κύπρο, πιθανότατα από τη Μικρά Ασία. Η εξέλιξη αυτή ίσως δεν είναι άσχετη προς την πιθανή άφιξη μεταναστών από τη Μικρά Ασία στην Κύπρο.

 

Η εκμετάλλευση του χαλκού, η επεξεργασία και η εμπορία του, σε μεγάλη κλίμακα, απασχόλησε τους κατοίκους της Κύπρου στα χρόνια που ακολούθησαν. Οργασμός εργασιών, σκληρή δουλειά στα μεταλλεία (κυρίως στην ημιορεινή έκταση της επαρχίας Λευκωσίας), εξαγωγή του μεταλλεύματος, καμίνευση, επεξεργασία, μεταφορά του στα κέντρα κατεργασίας και στα λιμάνια για εξαγωγή. Σύντομα θ' αρχίσει ν' αναπτύσσεται ιδιαίτερα η ανατολική Κύπρος — πλησιέστερη περιοχή προς τη συροπαλαιστινιακή ακτή με την οποία διεξαγόταν ευκολότερα το εμπόριο — και θα δημιουργηθούν μεγάλα αστικά κέντρα εμπορίου (Καλοψίδα στην ανατολική πεδιάδα, λίγο αργότερα η Έγκωμη και ύστερα το Κίτιον και η πόλη στην περιοχή της αλυκής της Λάρνακας, κοντά στο τέμενος Χαλά Σουλτάν). Αλλά ήδη θα έχει γνωρίσει ακμή και η περιοχή βόρεια της επαρχίας Λευκωσίας, κατά μήκος της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, που βρίσκεται πλησιέστερα προς τις ακτές της Μικράς Ασίας, και που θ' αρχίσει να φθίνει. Στην ίδια την επαρχία της Λευκωσίας θα ακμάσουν επίσης, κατά τη Μέση και Ύστερη εποχή του Χαλκού, μερικοί οικισμοί που θα πρέπει να ασχολούνταν επίσης με την εμπορία του χαλκού που ήταν κερδοφόρα απασχόληση. Σημαντική ήταν η πόλη που άνθησε στην περιοχή βόρεια της Μόρφου (Τούμπα του Σκούρου), ενώ άλλος συνοικισμός βρέθηκε στην Αλάμπρα, κοντά στο Δάλι. Από τους τάφους που έχουν ανασκαφεί στην Τούμπα του Σκούρου, προήλθαν πλούσια κτερίσματα που αποδεικνύουν την οικονομική ευμάρεια των κατοίκων της εκεί πόλης η οποία θα πρέπει να διέθετε και λιμάνι στην κοντινή ακτή του Συριανοχωριού, και που είχε αναπτύξει και την αγγειοπλαστική «βιομηχανία».

 

Η επικερδής εκμετάλλευση του χαλκού πιθανόν να δημιούργησε ανταγωνισμό μεταξύ της ανατολικής/ νοτιοανατολικής και δυτικής/ βορειοδυτικής Κύπρου, γιατί η αρχαιολογική έρευνα, που έχει επισημάνει και σειρά οχυρωματικών έργων σε διάφορα μέρη, υποβάλλει ότι επικρατούσε μια κατάσταση επιφυλακής, που εν μέρει ίσως να οφειλόταν και σε εξωτερικούς κινδύνους.

 

Η Κύπρος, ως κατ' εξοχήν χαλκοπαραγωγός χώρα, ανέπτυξε πυκνές εμπορικές σχέσεις με τις γύρω χώρες και με τον ελληνικό κόσμο απ' όπου προσελκύστηκαν Μυκηναίοι κυρίως έμποροι, που εγκαταστάθηκαν σε πολλά μέρη του νησιού — περιλαμβανομένων και μερών της επαρχίας της Λευκωσίας — κατά την  Ύστερη εποχή του Χαλκού και, συγκεκριμένα, από το 1400 π.Χ. περίπου κ.ε. Οι Έλληνες αυτοί έμποροι ήσαν οι προπομποί των μεγάλων κυμάτων των Αχαιών αποίκων που ακολούθησαν λίγο αργότερα. Οι Αχαιοί άποικοι απετέλεσαν την ουσιαστικότερη εξέλιξη γιατί σύντομα κυριάρχησαν επί του ντόπιου πληθυσμού, κατέστησαν η άρχουσα τάξη και τελεσίδικα εξελλήνισαν την Κύπρο. Οργάνωσαν τις πόλεις στις οποίες εγκαταστάθηκαν, και τις καινούργιες που οι ίδιοι ίδρυσαν, σε πόλεις - βασίλεια σύμφωνα προς τα δικά τους πρότυπα. Κι ενώ η Κύπρος, στην εξελικτική της πορεία, εισέρχεται από την περίοδο της Προϊστορίας στους Ιστορικούς πλέον χρόνους, σύντομα θα εμφανιστεί διαχωρισμένη σε διάφορα βασίλεια που το καθένα θα έχει πρωτεύουσά του μια πόλη και θα κατέχει εκτάσεις γης ολόγυρα σ' αυτήν, όπου υπάρχουν και άλλοι, μικροί ή μεγάλοι οικισμοί.

 

Σύμφωνα προς τις ποικίλες αρχαίες πηγές, ιδρύθηκαν δώδεκα συνολικά πόλεις - βασίλεια. Δεν άκμασαν βέβαια όλα τα βασίλεια ταυτόχρονα και δεν έζησαν όλα μέχρι το τέλος της περιόδου των βασιλείων. Εν πάση περιπτώσει, από τα δώδεκα αυτά αρχαία βασίλεια, τα πέντε βρίσκονταν στην έκταση που καταλαμβάνει η σημερινή επαρχία της Λευκωσίας, ενώ οι διοικητικές τους περιφέρειες επεκτείνονταν και σε άλλες επαρχίες. Από το κάθε ένα από τα βασίλεια αυτά γνωρίζουμε, από νομισματικές, επιγραφικές και φιλολογικές πηγές, και μερικούς από τους βασιλιάδες. 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image