Ο Μέγας Αλέξανδρος (Αλέξανδρος ο Μακεδών ή Αλέξανδρος Γ' της Μακεδονίας), γεννήθηκε στην Πέλλα το 356 π.Χ. και πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ. Γιος του βασιλιά Φίλιππου Β' και της Ολυμπιάδας, διαδέχθηκε τον πατέρα του στο θρόνο της Μακεδονίας το 336 π.Χ. σε ηλικία 20 χρόνων. Υπήρξε ο μεγαλύτερος ίσως στρατηλάτης στην Ιστορία κι οδηγώντας το στρατό του σε μια σειρά από νικηφόρες μάχες, δημιούργησε μια αχανή αυτοκρατορία που εκτεινόταν από την Ελλάδα μέχρι την Αίγυπτο στην Αφρική, μέχρι την Κασπία θάλασσα και την Ινδία στην Ασία. Η Κύπρος, με τα διάφορα βασίλειά της, υπήρξε σύμμαχος του Αλεξάνδρου, συνεισέφερε δε στην νικηφόρα εκστρατεία του. Πιο πριν, η Κύπρος βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Περσών.
Η παρουσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μικρά Ασία σήμανε μια νέα περίοδο για την Κύπρο, ιδιαίτερα μετά τις διαδοχικές νίκες του στο Γρανικό (334 π.Χ.) και στην Ισσό ( 12 Νοεμβρίου 333 π.Χ.). Η αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών παρουσιάζει τα πρώτα συμπτώματα κατάρρευσης όταν απώλεσε τις ακτές της Μικράς Ασίας, της Συρίας και της Φοινίκης, όπου βρίσκονταν οι ναυτικές της βάσεις.
Οι Κύπριοι βασιλιάδες στο πλευρό του Μέγα Βασιλέα των Περσών: Οι Κύπριοι βασιλιάδες, μαθαίνοντας τη νίκη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ισσό, άλλαξαν ριζικά τη στάση τους απέναντι στον Μέγα Βασιλέα των Περσών. Αισθάνθηκαν πως αργά ή γρήγορα ο Αλέξανδρος θα ήταν ο νέος κυρίαρχος του νησιού τους, αφού η κατοχή της Κύπρου του ήταν αναγκαία (μαζί μ' εκείνη της Φοινίκης), προκειμένου να προχωρήσει απερίσπαστος προς την Αίγυπτο και, στη συνέχεια, την Ασία. Προκειμένου, λοιπόν, να διατηρήσουν την εξουσία τους οι Κύπριοι βασιλιάδες αποφάσισαν, με τη θέλησή τους, να θέσουν στη διάθεση του Αλεξάνδρου το στόλο τους που προηγουμένως βρισκόταν στην υπηρεσία των Περσών, συντείνοντας με τον τρόπο αυτό στην αύξηση των ναυτικών του δυνάμεων και στην ανάλογη μείωση των ναυτικών δυνάμεων των αντιπάλων του. Πέρα απ' αυτό, οι Κύπριοι ήσαν αρκετά έμπειροι στη ναυτική τέχνη και γι' αυτό τον λόγο άλλωστε ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε πολλούς κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στην Ινδική. Υπήρξε επομένως αμοιβαιότητα συμφερόντων: Ο Μέγας Αλέξανδρος θ' αύξανε το δυναμικό του στόλου του, αλλά και οι Κύπριοι βασιλιάδες θα διατηρούσαν την πολιτική τους ανεξαρτησία.
Από την περιοχή της Φοινίκης, μόνο η Τύρος δεν είχε υποκύψει, κι ο Αλέξανδρος την πολιόρκησε. Ο κυπριακός στόλος, μαζί με Κυπρίους μηχανικούς, συνέτειναν πολύ στην κατάληψη της άριστα οχυρωμένης αυτής πόλης. Μάλιστα οι βασιλιάδες Πνυταγόρας της Σαλαμίνος, Ανδροκλής της Αμαθούντος και Πασικράτης των Σόλων, πήραν μέρος προσωπικά στην πολιορκία της Τύρου και παρόλο ότι έχασαν τις πεντήρεις τους, πέτυχαν να κυριεύσουν το βορινό λιμάνι της πόλης, συμβάλλοντας στην άλωσή της. Η ευγνωμοσύνη του Αλεξάνδρου γι' αυτή τη συμμετοχή φαίνεται και από τις χειρονομίες του μετά τη νίκη: όχι μόνο άφησε τους Κυπρίους βασιλιάδες να διαχειρίζονται ελεύθερα τις υποθέσεις των βασιλείων τους, αλλά και μπορούσαν να του ζητήσουν ό,τι ήθελαν. Στον Πνυταγόρα, για παράδειγμα, που φαίνεται να ήταν ο κύριος μοχλός της πρωτοβουλίας για υποστήριξη στον Αλέξανδρο, επέτρεψε να εντάξει το χωρικό έδαφος του βασιλείου της Ταμασσού σ' εκείνο της Σαλαμίνος. Το βασίλειο της Ταμασσού ανήκε μέχρι τότε στο βασιλιά του Κιτίου Πουμιάθοντα, που το είχε αγοράσει για 50 τάλαντα από το βασιλιά του Πασίκυπρο.
Αγώνες προς τιμή του Μ. Αλεξάνδρου: Το 331 π.Χ., επιστρέφοντας ο Αλέξανδρος από την Αίγυπτο, έμεινε για λίγο διάστημα στην Τύρο. Οι Κύπριοι βασιλιάδες, θέλοντας να του επαναβεβαιώσουν την εμπιστοσύνη και υποστήριξη τους, τον τίμησαν με την οργάνωση κυκλικών και τραγικών αγώνων, θυσιών και πομπών, (Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος. 29), τους οποίους κι επιχορήγησαν (βλέπε και λήμμα αθλητισμός, όπου παρατίθεται και το σχετικό εδάφιο του Πλούταρχου).
Στη διάρκεια της εκστρατείας του στην Ινδική, ο Αλέξανδρος πήρε μαζί του, εκτός από Φοίνικες κι Αιγυπτίους, και Κυπρίους ναυτικούς και κωπηλάτες, αυτούς που είχαν τη μεγαλύτερη πείρα στη ναυτική τέχνη (Αρριανός, Ινδική, XVIII, 1). Αυτοί οι πεπειραμένοι ναυτικοί είχαν αρχηγούς τοπικούς πρίγκηπες όπως τον Νικοκλή, γιο του βασιλιά Πασικράτη των Σόλων, και τον Νιφάθονα, γιο του βασιλιά Πνυταγόρα της Σαλαμίνος.
Επειδή ο Αλέξανδρος διατήρησε στο αχανές του κράτος το ίδιο διοικητικό σύστημα που ίσχυε μέχρι τότε στην περσική αυτοκρατορία, ανέθεσε πολύ σπουδαίες ευθύνες σε Κυπρίους. Έτσι, αναφέρεται ότι ο Στασάνωρ των Σόλων διορίστηκε το 329 π.Χ. σατράπης των Αρείων και Δράγγων.
Η νέα κατάσταση πραγμάτων που δημιουργήθηκε με την παρουσία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία, παρουσία που προαναγγέλλει τη γέννηση του ελληνιστικού κόσμου, δεν μπορούσε παρά να επηρεάσει, αργά ή γρήγορα, και την Κύπρο: Το κυπριακό νόμισμα, που ήταν πρόσθετη ένδειξη της ανεξαρτησίας των Κυπρίων βασιλιάδων, εντάσσεται προοδευτικά στο νόμισμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα νομισματοκοπεία της Σαλαμίνος και του Κιτίου άρχισαν να κόβουν νομίσματα για λογαριασμό του.
Όπως αναφέρεται, μεταξύ των Αλεξανδρινών πόλεων που είχε χτίσει ο Μέγας Αλέξανδρος ή που είχαν μετονομάσει οι Διάδοχοι προς τιμήν του μετά τον θάνατό του, περιλαμβανόταν και μια πόλη Αλεξάνδρεια στη δυτική ακτή της Κύπρου που, όπως πιστεύεται, χτίστηκε ή μετονομάστηκε από τον βασιλιά των Σόλων, φίλο και σύμμαχο του Αλεξάνδρου, Πασικράτη.
Όπως αναφέρουν ο Αρριανός ( Ανάβ. 7.15.4-5) κι ο Στράβων (15.730.3.8), ο Κύπριος ιστορικός Αριστος ο Σαλαμίνιος είχε γράψει σύγγραμμα στο οποίο εξιστορούσε τα κατορθώματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το βιβλίο αυτό δεν σώθηκε.
Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος (Αλέξανδρος, 32.6), ο Αλέξανδρος είχε «μάχαιραν θαυμαστήν βαφῇ καί κουφότητι, δωρησαμένου τοῦ Κιτιέων βασιλέως ..ἠσκημένος τά πολλά χρῆσθαι μαχαίρᾳ παρά τάς μάχας...» Δηλαδή «ο Αλέξανδρος είχε μια μάχαιρα θαυμάσια στην κόψη και ελαφρή, που ήταν δώρο προς αυτόν από τον βασιλιά του Κιτίου... κι ήταν πολύ εξασκημένος στο να χρησιμοποιεί μάχαιρα κατά τις μάχες». Ο βασιλιάς του Κιτίου που έκανε στον Αλέξανδρο το δώρο αυτό ήταν ο Φοίνικας Πουμιάθων (361-312 π.Χ.), που προσπαθούσε κι αυτός να κερδίσει την εύνοια του Μακεδόνα στρατηλάτη, χωρίς όμως να το κατορθώσει.
Ο Μ. Αλέξανδρος απαλλάσει την Κύπρο από την περσική κυριαρχία: Η πολιτική του Μεγάλου Αλεξάνδρου σχετικά προς την Κύπρο και τους βασιλιάδες της, ήταν σαφής: τους απάλλαξε από την περσική κυριαρχία (αν και μερικοί από τους βασιλιάδες ήταν, μέχρι τότε, καθαρά περσόφιλοι), αλλά προσάρτησε την Κύπρο στο κράτος του. Στα εσωτερικά των κυπριακών βασιλείων δεν επενέβη άμεσα κι οι βασιλιάδες διατήρησαν την αυτονομία τους, επέφερε όμως μερικές ανακατατάξεις, όπως την απόδοση της Ταμασσού και των μεταλλείων της στον βασιλιά της Σαλαμίνας Πνυταγόρα. Ταυτόχρονα ο Αλέξανδρος φρόντισε να καταστήσει σαφές ότι θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο του νησιού, κι αυτό εκφράστηκε κι υπογραμμίστηκε με την κατάργηση των νομισμάτων των κυπριακών βασιλείων, και την καθιέρωση άλλων, δικών του, που κόβονταν στα νομισματοκοπεία της Σαλαμίνος, του Κιτίου και της Πάφου.
Η Τύρος, η σπουδαιότερη από τις φοινικικές πόλεις, ήταν χτισμένη σε μικρό νησί που απείχε 700 μέτρα από την ακτή, κι είχε δυο λιμάνια, το Αιγύπτιο στα νότια και το Σιδώνιο στα βόρεια. Οι Κύπριοι βασιλιάδες, με 120 πλοία και με πολύ έμπειρα πληρώματα, πρόσφεραν ουσιαστική βοήθεια στον Αλέξανδρο και συνέβαλαν αποφασιστικά στην άλωση της Τύρου, η οποία είχε αντέξει μια πολιορκία 7 μηνών. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, σε μια ξαφνική επίθεση των Τυρίων κατά του στόλου των Κυπρίων που πολιορκούσε την πόλη από τα βόρεια και βορειοανατολικά, κατόρθωσαν να καταβυθίσουν την πεντήρη του βασιλιά της Σαλαμίνος Πνυταγόρα, την πεντήρη του βασιλιά της Αμαθούντος Ανδροκλέους και την πεντήρη του βασιλιά των Σόλων Πασικράτη. Η επίθεση των Τυρίων κατά του κυπριακού στόλου έγινε κατά το μεσημέρι, όταν τα κυπριακά πληρώματα ξεκουράζονταν στην ακτή. Ο Αλέξανδρος, επιβαίνοντας φοινικικού πλοίου, επενέβη προσωπικά κι έσωσε τον κυπριακό στόλο από περισσότερες καταστροφές. Κατά την τελική επίθεση ενάντια στην πόλη, οι Κύπριοι κατόρθωσαν να καταλάβουν το Σιδώνιο λιμάνι και το βόρειο τμήμα της Τύρου, ενώ οι Φοίνικες κατέλαβαν το Αιγύπτιο λιμάνι. Ο Αλέξανδρος χτυπούσε επίσης την πόλη με πολιορκητικές μηχανές που πλησίασαν στα τείχη της από τον «μώλο», λωρίδα χώματος που κατασκευάστηκε από την απέναντι της Τύρου ακτή, μέχρι το νησί όπου ήταν χτισμένη η πόλη. Στην όλη επιχείρηση ενάντια στην Τύρο, ο Αλέξανδρος βοηθήθηκε και από πολλούς Κυπρίους και Φοίνικες «μηχανοποιούς», οι οποίοι κατασκεύασαν για λογαριασμό του, και σε σύντομο χρόνο, πολλές πολιορκητικές μηχανές που χτυπούσαν την πόλη από τον «μώλο» αλλά και από «ιππαγωγά» πλοία.
Σύμφωνα με τις πηγές, όταν ο Αλέξανδρος ετοίμασε το εκστρατευτικό σώμα που θα συνέχιζε στην Ινδία, κι επειδή η χώρα αυτή είχε πολλούς πλωτούς ποταμούς αλλά κι επειδή ο Αλέξανδρος σκόπευε να φθάσει μέχρι την «ἑώαν θάλασσαν», περιέλαβε και σημαντικό αριθμό ναυπηγών και κωπηλατών από την Κύπρο, Αίγυπτο, Φοινίκη και Καρία.