Η Κύπρος χαρακτηρίζεται από ένα αρκετά αναχρονιστικό και πολύπλοκο σύστημα διακατοχής της γης, το οποίο περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τη γεωργική της ανάπτυξη. Κύρια χαρακτηριστικά του συστήματος αυτού είναι ο πολυτεμαχισμός και μικροτεμαχισμός της αγροτικής ιδιοκτησίας, η δυαδική ή πολλαπλή μορφή ιδιοκτησίας (άλλος κατέχει τη γη και άλλος τα δέντρα ή το νερό πάνω σ' αυτή), η ταυτόχρονη κατοχή ιδιοκτησίας από δυο ή περισσότερα άτομα κ.α. Ουσιαστικά η διαμόρφωση του σημερινού συστήματος διακατοχής γης στην Κύπρο είναι το αποτέλεσμα της επίδρασης της τουρκικής και αγγλικής κατοχής του νησιού.
1. Νομοθεσία διακατοχής της γης: Η νομοθεσία η οποία ρυθμίζει σήμερα τη διακατοχή της γης στην Κύπρο είναι ο περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμος, κεφάλαιο 224. Οι κυριότερες πρόνοιες του νόμου αυτού είναι οι εξής:
α. Ο νόμος καταργεί τις κατηγορίες διακατοχής γης Arazi Mirie και Mulk, οι οποίες αναγνωρίζονται, de facto, ως ιδιωτικές ιδιοκτησίες. Οι κατηγορίες διακατοχής γης Arazi Mevat και Arazi Metrouke αναγνωρίζονται, de facto, ως κρατικές και κοινοτικές ιδιοκτησίες αντιστοίχως, ενώ η βακούφικη γη (vaqf) παραμένει ως έχει.
ΣΗΜ.: Οι πιο πάνω κατηγορίες αποτελούν κατηγορίες διακατοχής της γης με βάση τον οθωμανικό κτηματικό κώδικα. Ο κώδικας αυτός, που θεσπίσθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, βρισκόταν σε ισχύ μέχρι την 1.9.1946. Οι κατηγορίες αυτές έχουν ως ακολούθως:
Arazi Mirie: Περιελάμβανε την γη η οποία ήταν υπό την κυριότητα του κράτους (κρατική) αλλά με δικαίωμα εκμετάλλευσής της από άτομα τα οποία πλήρωναν στο κράτος ως φόρο μέρος της παραγωγής τους. Περιελάμβανε καλλιεργήσιμη γη, βοσκότοπους και δάση.
Arazi Memlouke (Mulk): Ήταν η μόνη κατηγορία η οποία ισοδυναμούσε με απόλυτη ιδιοκτησία του κατόχου. Περιελάμβανε την αστικοποιηθείσα ή αναμενόμενη να αστικοποιηθεί έκταση, όπως τις κατοικίες των ιδιοκτητών, οικόπεδα και «σωχώραφα» έκτασης κάτω της μισής σκάλας. Στην κατηγορία Mulk περιλαμβάνονταν επίσης και δέντρα καρποφόρα τα οποία φυτεύτηκαν ή μπολιάστηκαν από γεωργό σε ιδιοκτησία Arazi mirie. Τα δέντρα αυτά γίνονταν ιδιοκτησία του προσώπου που τα φύτεψε ή τα μπόλιασε, αλλά κατέβαλλε ως φόρο μέρος της παραγωγής των δέντρων.
Arazi Mevat: Η κατηγορία αυτή περιελάμβανε τη «χαλίτικη γη», δηλαδή γη η οποία ούτε εκαλλιεργείτο ούτε διεκδικείτο από οποιονδήποτε.
Arazi Metrouke: Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονταν οι εκτάσεις οι οποίες ανήκαν στο δημόσιο, όπως οι δημόσιοι δρόμοι, οι πλατείες, οι τόποι λατρείας, οι δημόσιοι ποταμοί, τα κοινοτικά δάση και οι κοινοτικοί βοσκότοποι.
Arazi Mefcoufe (Vaqf): Περιελάμβανε τη γη η οποία ανήκε σε οθωμανικά θρησκευτικά ιδρύματα. Η γη αυτή προήλθε από δωρεές Τούρκων ιδιωτών καθώς και από άλλες εκτάσεις που κατέχονταν από την Εκκλησία, κατασχέθηκαν όμως στη διάρκεια της Τουρκικής περιόδου και παραχωρήθηκαν σε οθωμανικά θρησκευτικά ιδρύματα.
β. Ρυθμίζει την απόκτηση κυριότητας και την εγγραφή ιδιοκτησίας από δικαιούχους ιδιοκτήτες.
γ. Ρυθμίζει την απόκτηση κυριότητας και την εγγραφή δικαιωμάτων προσπέλασης και άρδευσης πάνω σε ακίνητη ιδιοκτησία.
δ. Παρέχει το δικαίωμα προαγοράς σε πωλήσεις δυαδικής ιδιοκτησίας καθώς επίσης και το δικαίωμα καταναγκαστικής απόκτησης τέτοιας ιδιοκτησίας.
ε. Παρέχει το δικαίωμα προαγοράς σε πωλήσεις ιδιοκτησίας που είναι σε αδιαίρετη μορφή (συνιδιόκτητη) και προνοεί για την καταναγκαστική διανομή ή καταναγκαστική πώληση τέτοιας ιδιοκτησίας.
στ. Καθορίζει ως κατώτατα όρια τεμαχίων, μια σκάλα για αμπέλια, κήπους, άλση και αρδευόμενες εκτάσεις ή εκτάσεις που μπορούν να αρδευθούν από συνεχή πηγή νερού, δυο σκάλες για εκτάσεις που αρδεύονται ή μπορούν να αρδευθούν από εποχιακή πηγή νερού και πέντε σκάλες για ξηρική γη.
ζ. Προνοεί για τη διευθέτηση συνόρων που διαφιλονικούνται.
η. Προνοεί για την εκτίμηση ιδιοκτησιών για φορολογικούς σκοπούς.
2. Ιδιοκτησία της κυπριακής γης: Σύμφωνα με τη Γενική Χωρομετρία η οποία έγινε μεταξύ 1909-1929, η ιδιοκτησία της κυπριακής γης έχει ως ακολούθως:
Α. Ιδιωτική γη 677.944 εκτάρια (73,3%)
Β. Κρατική γη 228.908 » (24,7%)
Γ. Κοινοτική γη 18.295 » (2,0%)
ΣΥΝΟΛΟ 925.147 εκτάρια (100%)
Από τη συνολική έκταση των 677.944 εκταρίων ιδιωτικής γης ποσοστό 81,4% (551.674 εκτάρια) κατέχεται από Ελληνοκυπρίους, ποσοστό 16,8% (114.042 εκτάρια) κατέχεται από Τουρκοκυπρίους και 1,8% (12.228 εκτάρια) από άλλες εθνικότητες. Αναλυτικά στοιχεία για την κατάσταση της κυπριακής ιδιοκτησίας κατά επαρχία και εθνικότητα δίνονται στον πίνακα που ακολουθεί.
ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ, ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΓΗΣ ΚΑΤΑ ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ
ΕΠΑΡΧΙΑ |
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΓΗ (ΕΚΤΑΡΙΑ) |
|
|
|
||||
|
ΕΛΛΗΝΕΣ |
ΤΟΥΡΚΟΙ |
ΑΡΜΕΝΙΟΙ |
ΜΑΡΩ-ΝΙΤΕΣ |
ΑΛΛΟΙ |
ΚΟΙΝΟ- ΤΙΚΗ ΓΗ (ΕΚΤΑ- ΡΙΑ) |
ΚΡΑΤΙ- ΚΗ ΓΗ (ΕΚΤΑ- ΡΙΑ) |
ΟΛΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ (ΕΚΤΑ- ΡΙΑ) |
ΚΕΡΥΝΕΙΑ |
34.773 (54,3%) |
8.169 (12,7%) |
1.121 (1,8%) |
5.086 (7,9%) |
210 (0,3%) |
867 (1,4%) |
13.858 (21,6%) |
64.084 (100,0%) |
ΑΜΜΟ- ΧΩΣΤΟΣ |
123.635 (62,5%) |
24.070 (12,2%) |
2 — |
— — |
514 (0,3%) |
3.779 (1,9%) |
45.728 (23,1%) |
197.728 (100,0%) |
ΛΑΡΝΑΚΑ |
59.667 (53,0%) |
18.641 (16,6%) |
205 (3,2%) |
— — |
1.410 (1,2%) |
1.217 (1,1%) |
31.446 (27,9%) |
112.586 (100,0%) |
ΛΕΜΕΣΟΣ |
93.599 (67,2%) |
13.338 (9,6%) |
12 — |
31 — |
1.487 (1,1%) |
3.107 (2,2%) |
27.775 (19,9%) |
139.349 (100,0%) |
ΠΑΦΟΣ |
74.611 (53,5%) |
20.015 (14,4%) |
— — |
— — |
136 (0,1%) |
2.417 (1,7%) |
42.344 (30,3%) |
139.523 (100,0%) |
ΛΕΥΚΩΣΙΑ |
165.389 (60,8%) |
29.809 (11,0%) |
134 (0,1%) |
1.336 (0,5%) |
544 (0,2%) |
6.908 (2,5%) |
67.757 (24,9%) |
271.877 (100,0%) |
ΣΥΝΟΛΟ |
551.674 (59,6%) |
114.042 (12,3%) |
1.474 (0,2%) |
6.453 (0,7%) |
4.301 (0,5%) |
18.295 (2,0%) |
228.908 (24,7%) |
925.147 (100,0%) |
Πηγή: LANDS & SURVEYS DEPT, “Whose is what”?, Cyprus Today, Vol. XII, Nov. - Dec, 1974, No. 6, σ. 3, Λευκωσία, 1974.
3. Κατηγορίες διακατοχής της γης: Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του αναχρονιστικού συστήματος διακατοχής της γης στην Κύπρο είναι οι πάρα πολλές κατηγορίες διακατοχής γης που υπάρχουν. Οι κατηγορίες αυτές είναι οι πιο κάτω:
Α. Κρατική γη: Υποδιαιρείται στις ακόλουθες κατηγορίες:
α) Χαλίτικη γη: Είναι η γη η οποία κατά τη διάρκεια της Γενικής Χωρομετρίας (1909-1929) ήταν ακαλλιέργητη και δεν διεκδικείτο από κανένα, γι' αυτό και παρέμεινε στην κατοχή του κράτους. Είναι κυρίως άγονη γη η οποία χρησιμοποιείται για την ελεύθερη βόσκηση αιγοπροβάτων.
β) Δάση: Σύμφωνα με στοιχεία του 2005, τα κρατικά δάση της Κύπρου καλύπτουν έκταση 106.780 εκταρίων και τα ιδιωτικά δάση έκταση 66.970 εκταρίων. Σύνολο 173.750 εκταρίων, που αντιπροσωπεύουν το 18,85 % της ολικής έκτασης του νησιού. Υπάρχουν επίσης άλλες κρατικές δασοκαλυμμένες περιοχές συνολικής έκτασης 50.740 εκταρίων και ιδιωτικές δασοκαλυμμένες περιοχές συνολικής έκτασης 163.120 εκταρίων. Σύνολο 213.860 ή ποσοστό 23,20 % της συνολικής έκτασης της Κύπρου. Δηλαδή το σύνολο των δασών και των άλλων δασοκαλυμμένων εκτάσεων ανέρχεται στο 42,06 % της συνολικής έκτασης του νησιού.
γ) Τσιφλίκια της Πάφου: Είναι τέσσερα μεγάλα κυβερνητικά αγροκτήματα στην επαρχία Πάφου, τα οποία αποτελούν τα τελευταία απομεινάρια παλαιών φέουδων που υφίσταντο κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου. Τα τσιφλίκια αυτά καταλαμβάνουν συνολική έκταση 1.584 εκταρίων και περιλαμβάνουν το τσιφλίκι των Ποτίμων (107 εκτάρια), το τσιφλίκι των Κουκλιών (383 εκτάρια), το τσιφλίκι της Αχέλειας (705 εκτάρια) και το τσιφλίκι Μαμώνια (389 εκτάρια).
Κατά τη διάρκεια της Λουζινιανο-βενετικής περιόδου τα τσιφλίκια ανήκαν σε φεουδάρχες, αργότερα όμως, κατά την Οθωμανική περίοδο, περιήλθαν στην κατοχή πλουσίων τουρκικών οικογενειών και παρέμειναν παραμελημένα μέχρι το 1948 όταν απαλλοτριώθηκαν από την αποικιοκρατική κυβέρνηση. Τα τσιφλίκια αποτελούνται από πολύ καλή γεωργική γη η οποία στη μεγαλύτερη έκτασή της αρδεύεται. Στα τσιφλίκια των Κουκλιών και της Αχέλειας δημιουργήθηκαν από την κυβέρνηση πειραματικοί γεωργικοί σταθμοί στους οποίους αναπτύσσονται υποδειγματικές καλλιέργειες. Επίσης αρκετή γη των τσιφλικιών ενοικιάζεται σε γεωργούς γειτονικών κοινοτήτων.
δ) Ενοικιαζόμενη κρατική γη: Περιλαμβάνει κρατική γη η οποία αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση και ακολούθως ενοικιάστηκε σε γεωργούς. Η έκταση της ενοικιαζόμενης κρατικής γης ανέρχεται στα 3.300 εκτάρια περίπου και το μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται στην επαρχία Αμμοχώστου.
Β. Κοινοτική γη: Είναι η γη η οποία παραχωρήθηκε σε αγροτικές κοινότητες, πόλεις και κωμοπόλεις κατά την Οθωμανική περίοδο και απετέλεσε την κατηγορία διακατοχής γης Arazi Metrouke με βάση τον Οθωμανικό Κτηματικό Κώδικα. Η κοινοτική γη περιλαμβάνει κυρίως τα κοινοτικά δάση και τους κοινοτικούς βοσκότοπους.
α) Κοινοτικά δάση: Τα δάση αυτά ανήκουν σε κοινότητες, πόλεις και κωμοπόλεις και δημιουργήθηκαν για την προμήθεια καυσόξυλων, πασσάλων κλπ. στους κατοίκους των κοινοτήτων αυτών και δήμων. Σήμερα τα δάση αυτά μετατρέπονται σε πάρκα για σκοπούς αναψυχής. Η συνολική έκταση των κοινοτικών δασών ανερχόταν το 1984 στα 1.669 εκτάρια περίπου.
β) Κοινοτικοί βοσκότοποι: Είναι εκτάσεις κοινής χρήσης που χρησιμοποιούνται σαν βοσκότοποι (μερράδες).
Γ. Ιδιωτική γη: Η γη αυτή υποδιαιρείται στις πιο κάτω κατηγορίες διακατοχής γης:
α) Γη που κατέχεται από ιδιοκτήτες οι οποίοι έχουν την γεωργία σαν κύριο επάγγελμα: Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται, σύμφωνα με την Απογραφή Γεωργίας του 1960, 200.148 εκτάρια γης που ανήκουν σε 38.486 άτομα που έχουν τη γεωργία σαν κύριο επάγγελμα. Ο αριθμός των ιδιοκτητών που έχουν τη γεωργία σαν κύριο επάγγελμα μειώνεται συνεχώς ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός των ατόμων που έχουν τη γεωργία σαν πάρεργο. Η τάση αυτή είναι εμφανής στον πιο κάτω πίνακα, ο οποίος ωστόσο αφορά μόνο τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου.
|
ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1977 |
ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1985
|
Αριθμός ιδιοκτητών που έχουν τη γεωργία σαν κύριο επάγγελμα |
21.829 |
18.934 |
Αριθμός ατόμων που έχουν τη γεωργία σαν πάρεργο |
22.693 |
28.587
|
β) Γη που κατέχεται από άτομα που έχουν τη γεωργία σαν πάρεργο: Αρκετή έκταση της κατηγορίας αυτής κατέχεται από μικροβιοτέχνες και υπαλλήλους οι οποίοι χρησιμοποιούν τη γεωργία σαν δεύτερο επάγγελμα για συμπλήρωση του εισοδήματός τους. Άλλη έκταση κατέχεται από επιχειρηματίες, πλουσίους κλπ. οι οποίοι χρησιμοποιούν τη γη για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Σύμφωνα με την Απογραφή Γεωργίας 1960, στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται έκταση 160.607 εκταρίων (το 26,1% της γεωργικής γης), η οποία ανήκει σε 30.883 άτομα που έχουν τη γεωργία σαν πάρεργο.
γ) Ενοικιαζόμενη ή μετενοικιαζόμενη γη: Η γη αυτή προέρχεται κυρίως από ιδιοκτήτες που μετακινήθηκαν στις πόλεις ή μετανάστευσαν στο εξωτερικό, καθώς και από γεωργούς που εγκατέλειψαν το γεωργικό επάγγελμα. Επίσης η Εκκλησία, το Εβκάφ και η κυβέρνηση αποτελούν σημαντικούς προμηθευτές ενοικιαζόμενης γης. Μεταξύ των απογραφών του 1946 και του 1960 σημειώθηκε αύξηση στην ενοικιαζόμενη γη κατά 8.461 εκτάρια. Στοιχεία για την ενοικιαζόμενη γη κατά τις απογραφές γεωργίας του 1946 και του 1960 δίνονται πιο κάτω:
ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΗ ΓΗ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ 1946 ΚΑΙ 1960
|
||
ΑΠΟΓΡΑΦΗ |
ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΗ ΓΗ
|
|
|
ΕΚΤΑΡΙΑ |
% ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΓΗΣ |
1946 |
42.871 |
9,9 |
1960 |
51.332 |
11,9 |
Σήμερα υπολογίζεται ότι η ενοικιαζόμενη γη αυξάνεται συνεχώς τόσο σε ξηρικές όσο και αρδευόμενες περιοχές. Το 1977 η ενοικιαζόμενη γη στις ελεύθερες περιοχές ανερχόταν στα 47.609 εκτάρια.
δ) Γη που καλλιεργείται σε συνεταιρική μορφή (πουμισιάρικη): Ο συνεταιρισμός γίνεται πολλές φορές χωρίς οποιαδήποτε συμφωνία και διαρκεί συνήθως ένα ή δυο χρόνια. Η συνηθισμένη διευθέτηση που γίνεται μεταξύ των συνεταίρων, είναι ότι ο ένας από αυτούς διαθέτει τη γη, τον μισό σπόρο και το μισό λίπασμα, ενώ ο άλλος διαθέτει τον υπόλοιπο σπόρο και λίπασμα, τα εργατικά και τα μηχανήματα. Η συγκομιδή μοιράζεται εξίσου μεταξύ των συνεταίρων.
Σε αντίθεση με την ενοικιαζόμενη γη η οποία αυξάνεται σταθερά, η πουμισιάρικη ή πουμουσιάρικη γη μειώνεται συνεχώς, πράγμα που δείχνει την προτίμηση των γεωργών στην ενοικίαση γης παρά στη συνεταιρική συγκαλλιέργεια. Ο πιο κάτω πίνακας δείχνει την έκταση της πουμισιάρικης γης κατά τις απογραφές του 1946 και του 1960.
ΠΟΥΜΙΣΙΑΡΙΚΗ ΓΗ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ 1946 ΚΑΙ 1960
|
||
|
ΠΟΥΜΙΣΙΑΡΙΚΗ ΓΗ
|
|
ΑΠΟΓΡΑΦΗ |
ΕΚΤΑΡΙΑ |
% ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΓΗΣ |
1946 |
26.824 |
6,2 |
1960 |
15.106 |
3,5 |
ε) Γη σε προσωρινή εκμετάλλευση: Η γη αυτή προέρχεται από παραχωρήσεις γης σε συγγενείς και φίλους από ιδιοκτήτες γης που μετανάστευσαν στο εξωτερικό, χωρίς συνήθως οποιοδήποτε αντάλλαγμα. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται επίσης εκτάσεις γης που καλλιεργούνται παράνομα και ανήκουν σε ιδιοκτήτες οι οποίοι εγκατέλειψαν τη γεωργική τους εκμετάλλευση γιατί ήταν ασύμφορη. Κατά την απογραφή του 1960 η γη αυτή καταλάμβανε έκταση 17.350 εκταρίων.
στ) Άγονη ή ακαλλιέργητη γη: Κατά την απογραφή του 1960 η έκταση αυτή ήταν 153.800 εκτάρια. Περιλαμβάνει εκτάσεις που παραμένουν ακαλλιέργητες είτε επειδή είναι άγονες είτε λόγω της αδιαφορίας των ιδιοκτητών τους. Μέρος της έκτασης αυτής μπορεί να αξιοποιηθεί γεωργικά με την εκτέλεση διαφόρων εγγειοβελτιωτικών έργων.
ζ) Γη που ανήκει σε εταιρείες, ιδρύματα, οργανισμούς και φυτώρια: Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει μικρή έκταση γης (περί τα 4.605 εκτάρια κατά την απογραφή 1960).
η) Γη που ανήκει σε αλλοδαπούς: Η μεγαλύτερη συμπαγής έκταση στην κατηγορία αυτή είναι το Φασούρι το οποίο κατέχουν και εκμεταλλεύονται Εβραίοι.
θ) Γη που κατέχεται σε αδιαίρετη μορφή (συνιδιόκτητη): Ένα αρκετά μεγάλο μέρος της κυπριακής γης είναι συνιδιόκτητη. Μια σκάλα γης ή ένα δέντρο είναι δυνατό να κατέχεται από πολλά άτομα. Τα μερίδια μερικές φορές είναι τόσο μικρά ώστε ο παρονομαστής να είναι επταψήφιος (εκατομμυριοστά). Ο περί Κληρονομιάς Νόμος, ο οποίος προνοεί για ίσα μερίδια μεταξύ των κληρονόμων, υποβοηθά και διαιωνίζει τη διακατοχή της γης σε αδιαίρετη μορφή. Έτσι όταν οι κληρονόμοι δεν μπορούν να διαμοιράσουν ένα τεμάχιο γιατί μια τέτοια διανομή είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμου, κεφ. 224 (για κατώτατα όρια τεμαχίων) καταφεύγουν στη συνιδιοκτησία.
Ο περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμος, κεφ. 224, περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες επιδιώκουν την εξάλειψη ή τον περιορισμό της διακατοχής της γης σε αδιαίρετη μορφή. Έτσι προβλέπει για εκούσια ή καταναγκαστική διανομή και εξάσκηση δικαιώματος προαγοράς, σε περιπτώσεις πώλησης γης που είναι σε αδιαίρετη μορφή. Επίσης αδιανέμητα κτήματα μπορούν να πωληθούν αναγκαστικά σε δημοπρασία.
ι) Δυαδική ή πολλαπλή ιδιοκτησία: Είναι η μορφή ιδιοκτησίας κατά την οποία ένας ιδιοκτήτης κατέχει τη γη και άλλος ή άλλοι τα δέντρα ή το νερό πάνω σ' αυτή. Η δυαδική ή πολλαπλή ιδιοκτησία είναι κατάλοιπο της Οθωμανικής εποχής όταν η οθωμανική διοίκηση έδινε το δικαίωμα σε ιδιώτες να μπολιάζουν δέντρα πάνω σε κρατική γη (Arazi Mirie) και να γίνονται κάτοχοί τους. Αργότερα η γη πιθανόν να παρεχωρείτο σε άλλο ιδιοκτήτη για καλλιέργεια και έτσι δημιουργήθηκε το πρόβλημα της δυαδικής ιδιοκτησίας. Επίσης μέχρι τη θέσπιση του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμου, κεφ. 224, επιτρεπόταν σε ιδιοκτήτη γης και δέντρων να πωλεί ή να δωρίζει τα δέντρα σ' ένα ιδιώτη και τη γη σ' άλλο. Έτσι σήμερα χιλιάδες δέντρα, κυρίως ελιές, κατέχονται σε δυαδική μορφή.
Η μορφή αυτή ιδιοκτησίας, η οποία είναι ευρύτατα διαδεδομένη στην Κύπρο, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην καλλιέργεια της γης. Τα δέντρα συχνά εμποδίζουν την πλήρη εκμετάλλευση της γης ή αντίστροφα και αφού ανήκουν σε διαφορετικούς ιδιοκτήτες συχνά επιδιώκεται η καταστροφή τους. Ο περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας Νόμος, κεφ. 224, περιλαμβάνει διατάξεις για περιορισμό ή εξάλειψη της δυαδικής ιδιοκτησίας.
ια) Συνεταιρισμοί γεωργικών εκμεταλλεύσεων (κολλεκτίβες): Μεταπολεμικά, ιδιαίτερα μετά το 1946, ιδρύθηκαν στην Κύπρο συνεταιρισμοί γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ονίσια (110 εκτάρια), τα Περβόλια (36 εκτάρια), τα Κούκλια (53 εκτάρια) και την Αυγόρου (74 εκτάρια). Οι γεωργικοί συνεταιρισμοί των Περβολιών, των Κουκλιών και της Αυγόρου διαλύθηκαν ενωρίς ενώ εκείνος της Ονίσιας, ο οποίος δημιουργήθηκε από Κυπρίους απόστρατους, έπαυσε να λειτουργεί το 1963 λόγω της πολιτικής κατάστασης μετά την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων.
ιβ) Μοναστηριακή και εκκλησιαστική γη: Η απόκτηση γης από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου χρονολογείται από τη Βυζαντινή εποχή όταν Βυζαντινοί αυτοκράτορες παραχωρούσαν μεγάλες εκτάσεις γης στην Εκκλησία, η οποία έτσι απέκτησε σημαντική ακίνητη ιδιοκτησία. Κατά τη Λουζινιανο-βενετική εποχή η Ορθόδοξη Εκκλησία απώλεσε μεγάλο μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας της, η οποία περιήλθε στην Καθολική Εκκλησία. Κατά την Οθωμανική περίοδο η Καθολική Εκκλησία, με τη σειρά της, απώλεσε την ακίνητη ιδιοκτησία της η οποία περιήλθε σε τεμένη και στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Εξάλλου στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί Χριστιανοί, είτε για θρησκευτικούς λόγους είτε για να αποφύγουν κατάσχεση της γης τους από τους Τούρκους, την παραχωρούσαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η αγροτική εκκλησιαστική και μοναστηριακή γη καλύπτει σήμερα έκταση 24.890 περίπου εκταρίων. Στην έκταση αυτή περιλαμβάνονται η ιδιοκτησία της Αρχιεπισκοπής και των επισκοπών Πάφου, Κιτίου, Λεμεσού, Κερύνειας και Μόρφου, η ιδιοκτησία εκκλησιών χωριών και η ιδιοκτησία μοναστηριών. Η τελευταία αυτή κατηγορία περιλαμβάνει τα μεγάλα αγροκτήματα των μοναστηριών Κύκκου, Μαχαιρά, Αγίου Νεοφύτου και Αποστόλου Ανδρέα. Ακόμη και Ορθόδοξα μοναστήρια του εξωτερικού κατέχουν γη στην Κύπρο, όπως η μονή Σινά.
4. Ο γεωργικός κλήρος: Με τον όρο γεωργικός κλήρος εννοείται το σύνολο της έκτασης την οποία εκμεταλλεύεται μια οικογένεια σαν μια ενιαία μονάδα και περιλαμβάνει την ιδιόκτητη γη του συζύγου, της συζύγου και των ανήλικων παιδιών τους. Επίσης ο κλήρος περιλαμβάνει και τυχόν ενοικιαζόμενη γη. Στην Κύπρο ο γεωργικός κλήρος χαρακτηρίζεται από μικρό μέγεθος, πολυτεμαχισμό και μικροτεμαχισμό. Συχνά τα τεμάχια που αποτελούν τον γεωργικό κλήρο είναι διασκορπισμένα όχι μόνο στη διοικητική έκταση του χωριού αλλά και εκτός αυτής.
ΔΙΑΚΑΤΟΧΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΓΗΣ |
||||||
ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ
|
ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΛΗΡΩΝ
|
ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΕΜΑΧΙΩΝ |
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ (ΕΚΤΑΡΙΑ)
|
ΜΕΣΗ ΕΚΤΑΣΗ ΚΛΗΡΟΥ |
(ΕΚΤΑΡΙΑ) ΤΕΜΑΧΙΟΥ
|
ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΤΑ ΚΛΗΡΟ |
1946 |
60.179 |
763.900 |
434.250 |
7,2 |
0,57 |
12,7 |
1960 |
69.445 |
660.888 |
432.510 |
6,2 |
0,65 |
9,5 |
1977* |
43.807 |
281.690 |
200.764 |
4,6 |
0,71 |
6,4 |
1985* |
47.248 |
245.135 |
179.102 |
3,8 |
0,73 |
5,2 |
Πηγή: Απογραφές Γεωργίας 1946, 1960, 1977 και 1985
* Καλύπτουν μόνο τις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου
Η συνεχής αύξηση του αριθμού των γεωργικών κλήρων είχε ως αποτέλεσμα τη συνεχή μείωση της μέσης έκτασής τους. Έτσι, ενώ το 1946 υπήρχαν 60.179 κλήροι με μέση έκταση 7,2 εκτάρια, το 1960 οι κλήροι ήσαν 69.445 με μέση έκταση 6,2 εκτάρια. Μεταξύ των δυο απογραφών σημειώθηκε δηλαδή αύξηση του συνολικού αριθμού κλήρων κατά 15,4% και μείωση της μέσης έκτασης κλήρου κατά 13,7%. Παράλληλα ο συνολικός αριθμός τεμαχίων μειώθηκε από 763.900 το 1946 σε 660.888 με επακόλουθο τη μείωση του μέσου αριθμού τεμαχίων κατά κλήρο από 12,7 σε 9,5. Οι ίδιες τάσεις παρατηρούνται και στις Απογραφές Γεωργίας του 1977 και του 1985.