Από τις πρωτοπόρους της μουσικής κίνησης στην Κύπρο. Γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1901. Φοίτησε στη Σχολή Καλογραιών και πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου από τον Βενιαμίν Αραβιάν και τον Άντζελο ντ’ Άννα. Σπούδασε πιάνο στο Ελληνικό Ωδείο Αθηνών και στη συνέχεια πήγε στη Βιέννη, όπου πήρε μαθήματα από τον Φραντς Σμιτ.
Με την επιστροφή της στην Κύπρο, το 1926, άρχισε να διδάσκει πιάνο. Δίδαξε αρχικά στο Ωδείο Κύπρου, στη Λευκωσία. Η ίδια ίδρυσε στην πρωτεύουσα και διηύθυνε το Ελληνικόν Ωδείον Κύπρου, παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών. Ίδρυσε επίσης παραρτήματα στη Λάρνακα και την Αμμόχωστο. Ο γιος της, Εύης Μαξούτης, επίσης μουσικός και πιανίστας, ίδρυσε, σε συνεργασία με τη μητέρα του, τη Διεθνή Μουσική Ακαδημία, στην οποία η Ελένη Μαξούτη πρόσφερε τις υπηρεσίες της μέχρι τον θάνατό της, το 1981.
Είχε λάβει τις πρώτες μουσικές γνώσεις από την μικρασιάτισσα μητέρα της πριν εντρυφήσει στα βαθύτερα επίπεδα της μουσικής από έναν Ιταλό κάτοικο Λευκωσίας. Επιστρέφοντας στην Κύπρο άρχισε να διδάσκει μουσική και πιάνο σε σχολείο που άνοιξε ο κυβερνήτης σερ Ροναλντ Στορς (περίοδος αγγλοκρατίας). Με την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ δημιούργησε την δική της σχολή.
Οικογένεια Μαξούτη
Την περίοδο 1940 – 1945 μια εκ των μουσικών που έδιναν κονσέρτα στο νησί (Μπαχάουερ) αναγνώρισε το ταλέντο του Εύη Μαξούτη (γιός της Ελένης) και τον προέτρεψε να σπουδάσει μουσική. Ο Εύης Μαξούτης, επιστρέφοντας από τις σπουδές του το 1960, άνοιξε την Διεθνή Μουσική Ακαδημία στην οποία ξεκίνησαν τα πρώτα οργανωμένα μαθήματα χορού με δασκάλα την Ελβετίδα Γιολάντα Λαγκ.
Τη σχολή για να διδάξει μαθήματα μπαλέτου επισκεπτόταν η Μία Αρμπάτοβα, μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες του χορού στο Ισραήλ. Η Αρμπάτοβα συμβούλευσε την Λανγκ να πάρει δίπλωμα από την Ακαδημία Μπαλέτου στην Αγγλία. Η Λανγκ δεν το αρνήθηκε, και παρακολουθώντας τα μαθήματα της “Ακαδημίας” τους καλοκαιρινούς μήνες κατάφερε να φτάσει στο επίπεδο του Elementary.
Εκ των μαθητριών της Λανγκ η Αντρούλα Γερμανού Μαξούτη ήταν αυτή που έφερε στην Κύπρο το διεθνώς αναγνωρισμένο σύστημα της Royal Academy of Dancing το 1972. Από τις αφηγήσεις της Αντρούλας Μαξούτη αντλούμε πληροφορίες για το “πως” της πρώτης φάσης ανάπτυξης του χορού στην Κύπρο: Άνοιγαν σχολές από άτομα με πολύ περιορισμένες γνώσεις, χωρίς σπουδές και εξειδίκευση στη μέθοδο διδασκαλίας του μπαλέτου, συνήθως στον χώρο κατοικίας με μετατροπή σε αίθουσα ενός εκ των δωματίων του.
Από τις πρώτες προσοντούχες δασκάλες χορού ήταν η Βικτώρια Αγαπίου, η Νίκη Χάνναν, και λίγο αργότερα, η Λία Χατζηευτυχίου και η Χλόη Μίντλετον. Υπήρξαν και κάμποσες άλλες, που με τη διάρκεια του χρόνου έγιναν πολύ περισσότερες. Η απαρίθμηση των ονομάτων μικρή έχει σημασία. Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι για αρκετά χρόνια αποκλειστικός στην Λευκωσία χώρος για τις επιδείξεις των σχολών ήταν ο διαθέσιμος από την σχολή τυφλών.
Πηγές