Καπέδες- Kapedes. Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, περί τα 26 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας.
Οι Καπέδες είναι κτισμένοι στις βόρειες πλαγιές του Τροόδους, σε μέσο υψόμετρο 560 μέτρων. Το τοπίο του χωριού είναι διαμελισμένο από το Αργάκι του Αγίου Ονουφρίου, παραπόταμου του Πεδιαίου, καθώς και από παραπόταμους του Γιαλιά που διασχίζουν την περιοχή.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι λάβες του πυριγενούς συμπλέγματος Τροόδους, πάνω στις οποίες- αναπτύχθηκαν πυριτιούχα εδάφη και φαιοχώματα.
Το χωριό δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 480 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται κυρίως τα αμπέλια (οινοποιήσιμες ποικιλίες), οι ελιές, οι αμυγδαλιές, τα σιτηρά, τα όσπρια, λίγα φρουτόδεντρα, τα κτηνοτροφικά φυτά, και λίγα λαχανικά. Ωστόσο η μεγαλύτερη έκταση του χωριού είναι ακαλλιέργητη. Μέρος του δάσους του Μαχαιρά, στα νότια των Καπέδων, εμπίπτει στα διοικητικά του όρια (476 εκτάρια περίπου). Η κτηνοτροφία είναι περιορισμένη.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, οι Καπέδες συνδέονται οδικά στα βόρεια με το χωριό Καμπιά (περί τα 4 χμ.), στα βορειοανατολικά με το χωριό Καταλιόντας (περί τα 4,5 χμ.) και στα νοτιοδυτικά με το μοναστήρι του Μαχαιρά (περί τα 9,5 χμ.).
Ο πληθυσμός των Καπέδων σημείωσε αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 212 |
1891 | 241 |
1901 | 247 |
1911 | 282 |
1921 | 288 |
1931 | 302 |
1946 | 393 |
1960 | 411 |
1973 | 372 |
1976 | 407 |
1982 | 364 |
1992 | 470 |
2001 | 523 |
2011 | 572 |
2021 | 566 |
Ονομασία του χωριού
Δεν είναι γνωστό από πού ακριβώς προήλθε η ονομασία του χωριού. Πρόκειται, ίσως, για παραφθορά της αρχικής (άγνωστης σήμερα) ονομασίας του. Πάντως το χωριό βρίσκεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες ως Capdor και ως Capedor , αποδόσεις κάποιας ονομασίας που δεν γνωρίζουμε. Ωστόσο η τοπική παράδοση αναφέρει ότι το χωριό ονομάστηκε Καπέδες από τις λέξεις... κακοί παίδες! Αυτοί οι «κακοί παίδες» ήταν μοναχοί που εκδιώχθηκαν από το μοναστήρι τους εξαιτίας κακής διαγωγής (άγνωστο από ποιο μοναστήρι) και κατοίκησαν στην περιοχή όπου ιδρύθηκε το χωριό. Το άγνωστης εποχής επεισόδιο, το οποίο δεν αποδεικνύεται, δεν δικαιολογεί με τρόπο ικανοποιητικό την ονομασία του χωριού και πρόκειται, μάλλον, για μύθο που δημιουργήθηκε εκ των υστέρων, προκειμένου να δώσει κάποια ερμηνεία. Εντούτοις, όχι μακριά από το χωριό, βρίσκονται τα μοναστήρια της Παναγίας του Μαχαιρά και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (Αναλιόντα).
Βλέπε λήμματα: Παναγία και Αρχάγγελος Μιχαήλ
Ιστορικά στοιχεία
Το χωριό βρίσκεται κοντά στην περιοχή των αρχαίων μεταλλείων χαλκού της Ταμασσού. Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (1788) γράφει ότι εἰς τήν γήν τῶν Καπέδων εὐγένει τό πράσινον χῶμα, έχοντας πιθανώς υπόψιν τη σκουριά των μετάλλων.
Βλέπε λήμμα: Μεταλλεία και Καπέδες ματαλλείο
Οι Καπέδες υφίσταντο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και, προ αυτής, κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας. Στην περιοχή του χωριού διέθετε κτηματική περιουσία το μοναστήρι του Μαχαιρά, του οποίου αρκετοί μοναχοί, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, κατάγονταν από τους Καπέδες.
Το χωριό μνημονεύεται και σε παλαιό χειρόγραφο (Λειμωνίδα), της περιόδου της Βενετοκρατίας. Ο Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) αναφέρει το χωριό ακριβώς με το σημερινό του όνομα, γράφοντας: Capedes. Ο Φλώριος σημειώνει ότι από τον βασιλιά Ιάκωβο Β΄ (1460 – 1473) οι Καπέδες εκχωρήθηκαν, ως φέουδο, σε ένα ευγενή Μπενετέττο ντε Βερνάτσα. Αναφέρει επίσης και το «πραστείον των Καπέδων» (il prastio de Capedes) που είχε επίσης δοθεί τότε στον ίδιο ευγενή. Οι παροχές αυτές ήσαν μεταξύ των όρων της συμφωνίας του Ιανουαρίου 1464 για παράδοση στον Ιάκωβο Β΄ από τους Γενουάτες της πόλης της Αμμοχώστου. Αλλά ο Φλώριος σημειώνει και παραχώρηση του ίδιου χωριού σε ένα ιερωμένο, τον αδελφό Φερναντέττο ντε Σαν Λούκα, κατά την αναδιανομή των φέουδων που είχε κάνει ο Ιάκωβος Β΄ μετά την άνοδό του στο θρόνο το 1460. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το φέουδο των Καπέδων είχε δοθεί πρώτα στον αδελφό Φερναντέττο και λίγο αργότερα του αφαιρέθηκε για να δοθεί στον ντε Βερνάτσα μαζί με το «πραστείον» του, που πρέπει να ήταν γειτονικός μικρός οικισμός.
Η εκκλησία της Παναγίας κτίστηκε το 1731, όμως κατά το 1880 πυρκαγιά κατέστρεψε το εσωτερικό της. Σύμφωνα προς μια επιγραφή, το εικονοστάσιο κατασκευάστηκε το 1753, επί αρχιεπισκόπου Φιλόθεου. Η κύρια εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιο.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια