Χαράλαμπος Μιχαηλίδης

Image

Ιερέας του χωριού Λουρουτζίνα, ο οποίος δολοφονήθηκε από φανατικούς Τούρκους το 1924. Ο παπά Χαράλαμπος γεννήθηκε γύρω στα 1875 στην Λουρουτζίνα, που στις αρχές του 20ού αιώνα είχε περίπου 1.300 κατοίκους. Από αυτούς οι Χριστιανοί ήταν μόνο μερικές δεκάδες. Οι υπόλοιποι ήταν στην πλειονότητά τους Κρυπτοχριστιανοί, αλλά εμφανίζονταν δημόσια ως Οθωμανοί. Σχεδόν όλοι είχαν ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική, συμμετείχαν κρυφά στα μυστήρια της Εκκλησίας, εξομολογούνταν και κοινωνούσαν τακτικά, και μεταξύ τους όταν οι συνθήκες ήταν ασφαλείς, προσφωνούνταν με τα χριστιανικά τους ονόματα. Ο παπά Χαράλαμπος, ταπεινός, ευσεβής και άριστος πνευματικός, τους ποίμαινε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, όπως άλλωστε έπραττε σε παλαιότερες εποχές ο πεθερός του παπά Κυριάκος, καθώς και άλλοι ιερείς του χωριού.

 

Ο λαός, τους πληθυσμούς αυτούς τους αποκαλούσε «Λινοβάμβακους», δηλαδή, όπως το ύφασμα, που έχει δύο όψεις, μία από λινάρι και μία από βαμβάκι, έτσι και αυτοί είχαν τη διπλή ιδιότητα να είναι Μωαμεθανοί στα φανερά και Χριστιανοί στα κρυφά. Μετά το 1878 όμως, όταν οι Άγγλοι αποικιοκράτες αντικατέστησαν στη διοίκηση της Κύπρου τους Τούρκους κατακτητές, μέρος του πληθυσμού αυτού εμφανίστηκε επίσημα ως Χριστιανικός. Αρκετοί όμως εξακολουθούσαν να διατηρούν τη διπλή ιδιότητά τους, αφού ο φόβος της τιμωρίας τους σε περίπτωση επανόδου του νησιού στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν ιδιαίτερα έντονος. Και στην περίπτωση αυτή όμως πολλοί Λινοβάμβακοι – ανάμεσά τους και οι Λουρουτζιάτες – δεν δίσταζαν να προσέρχονται στα πανηγύρια, να προσκυνούν και να τιμούν τις εικόνες, καθώς και να συμμετέχουν στα θεία μυστήρια.

 

Ο τουρκισμός την περίοδο αυτή επεδίωκε μέσω της παιδείας να διοχετεύσει στα λινοβαμβακικά χωριά την τουρκική ιδεολογία. Στη Λουρουτζίνα όμως το Μουσουλμανικό Εκπαιδευτικό Συμβούλιο δεν κατάφερε να συντηρήσει τη λειτουργία του σχολείου, που ίδρυσε το 1887, αφού οι κάτοικοι αρνούνταν να στείλουν τα παιδιά τους σ’ αυτό και να υιοθετήσουν έτσι τον ισλαμικό-τουρκικό πολιτισμό. Τελικά το σχολείο έκλεισε το 1896.  Επαναλειτούργησε όμως στα 1922 με δάσκαλο τον νεοφερμένο φανατικό Τούρκο Ρατζή εφένδη, ο οποίος σε συνεργασία με τον αξιωματικό της αστυνομίας Αχμέτ Όμπαση έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο για εκτουρκισμό του πληθυσμού. Σταδιακά φανάτισαν τον μαθητόκοσμο εναντίον των Ελλήνων και ταυτόχρονα τρομοκράτησαν τους κατοίκους ώστε να σταματήσουν να συμμετέχουν στα μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η δράση τους δεν άργησε να δώσει καρπούς. Οι κρυπτοχριστιανοί Λουρουτζιάτες, ζώντας σε κλίμα τρομοκρατίας, περιόρισαν τη συμμετοχή τους στα μυστήρια και σταμάτησαν να βαφτίζουν τα παιδιά τους. Το γεγονός αυτό υποχρέωσε τον ιερέα να προσπαθήσει να τους επαναφέρει στις παλαιές τους συνήθειες ή ακόμη και να τους πείσει να παρουσιαστούν θαρρετά ως Χριστιανοί. Οι ενέργειές του αυτές εξαγρίωσαν όμως τη μικρή ομάδα φανατικών που σχεδίασε και διέπραξε τη δολοφονία του στις 24 Σεπτεμβρίου 1924.  Συνελήφθησαν ως ένοχοι τα αδέλφια Μουσταφάς και Μπαϊράμ Μουρουντή που καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.

 

Η δολοφονία του παπά Χαράλαμπου υπήρξε η απαρχή της ολοκλήρωσης των σχεδίων τουρκισμού της Λουρουτζίνας. Στα χρόνια που ακολούθησαν μέσω της παιδείας και της τρομοκρατίας επιτεύχθηκε ο σταδιακός εκτουρκισμός των κατοίκων του χωριού, όπως και πολλών άλλων χωριών της Κύπρου.