Cynara cardunculus. Οικογένεια: Συνθέτων. Ετήσιο φυλλάκανθο φυτό που απαντάται από τις παραλίες μέχρι τους πρόποδες των βουνών. Αρέσκεται σε χέρσα πετρώδη εδάφη, συνήθως παραλιακά, όπως στην Αγία Νάπα, το ακρωτήριο Γκρέκο, το Παραλίμνι, τις παραλίες βόρεια της οροσειράς του Πενταδάκτυλου και αλλού. Στην Πάφο ωστόσο είναι πολύ σπάνιο και σχεδόν άγνωστο φυτό. Αρχίζει να βλαστά μετά τα πρωτοβρόχια. Τα φύλλα του είναι πλατιά και απλώνονται στο έδαφος, η δε περίμετρός τους φθάνει μέχρι τα 60 εκατοστόμετρα.
Είναι φυτό λαχανευόμενο, θεωρείται δε το πιο εύγευστο από τα άγρια λαχανευόμενα φυτά της Κύπρου, γι’ αυτό εξαγόταν και στην Αγγλία, για τις ανάγκες των ομογενών.
Οι χωστές μαγειρεύονταν με όσπρια, αλλά και με ένα ειδικό τρόπο, την βουρβουλιάν: Αφού καθάριζαν τα φύλλα (όπως και της γαλατούνας ή χρυσάγκαθθου*) από το πράσινο αγκαθερό και μαλακό φύλλωμα και έμενε το κεντρικό νευρώδες στέλεχος, το έκοβαν σε μικρά κομμάτια, περί τα 6 εκ. Τα έβραζαν σε νερό και αφού τα άφηναν, αφαιρούσαν το νερό και τα σκέπαζαν με ελαφρά σάλτσα που παρασκεύαζαν με ψιλοκομμένα κρεμμύδια και σκόρδα τηγανητά στο ελαιόλαδο, αφού το ανακάτευαν με χυλό από αλεύρι και ξίδι.
Εκτός από τα λαχανευόμενα φύλλα τους οι χωστές προσφέρουν και τις εύγευστες μικρές αγκινάρες τους, τις γνωστές σαν «καυκαρούες της χωστής», των οποίων όμως το καθάρισμα είναι πολύ δύσκολο, λόγω του ότι τα αγκάθια τους είναι πολύ «τσουχτερά».