Ακάκιος ο Καρπασίτης

Image

Μοναχός καταγόμενος από την Καρπασία. Γεννήθηκε περί τα 1670 -80 και πέθανε σε άγνωστο χρόνο. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ανδρέας. Στα 1672 ή 1682, σε ηλικία 10- 12 χρόνων, ακολούθησε τους δικούς του στην Κιλικία, όπου είχαν εξοριστεί από τον απάνθρωπο διερμηνέα Μαρκουλλή. Στην Κιλικία, όπου θα πρέπει να πήρε και κάποια περιορισμένη μόρφωση, έζησε 50 χρόνια. Επέστρεψε στην πατρίδα του στα 1731 και διετέλεσε αναγνώστης για 1-2 χρόνια, οπότε έγινε μοναχός στο Ριζοκάρπασο, όπου κι έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.

 

Στα 1731 άρχισε να γράφει συναξάρια και ακολουθίες των Καρπασιτών αγίων σε βιβλίο που τιτλοφόρησε Πεντέορτον, είτε βασιζόμενος σε παλαιότερες ακολουθίες, είτε συνθέτοντας ο ίδιος δικές του. Στα 1732 συμπλήρωσε τα συναξάρια και τις ακολουθίες των αγίων Φίλωνα και Συνεσίου και τον επόμενο χρόνο, με το όνομα Ακάκιος, των αγίων Θύρσου, Φωτεινής, Σωζόμενου, καθώς και του Βαρνάβα˙ επίσης συμπλήρωσε και άλλη ποικίλη ύλη, εγκυκλοπαιδική και εκκλησιαστική, με σύνολο 418 χειρογράφων σελίδων. Μεταξύ της ύλης αυτής περιλαμβάνονται πολλά ανομοιογενή θέματα όπως, για παράδειγμα, πότε χτίστηκε η Καρπασία κι από ποιόν, πότε η Αμμόχωστος, πώς ήλθε η Παναγία στην Κύπρο, Κύπριοι αρχιερείς σε οικουμενικές συνόδους, στίχοι θρηνητικοί σε λείψανο, λαϊκή μετεωρολογία, τύπος επιστολής σε ηγούμενο και άλλης προς τον βασιλέα της Κωνσταντινουπόλεως, λαϊκή φυσιολογία, περί οφφικίων, γενεαλογία της Θεοτόκου κλπ. Ο πρόλογός του μαρτυρεί έντονη φιλομάθεια, φιλοπατρία και φιλοθρησκεία, καθώς και θαυμασμό προς τους: Ζήνωνα, Θουκυδίδη, Ηρόδοτο, Όμηρο, Λιβάνιο, Ιλαρίωνα Κιγάλα, Επιφάνιο, Χρυσόστομο, Δαμασκηνό, Γρηγόριο τον Θεολόγο, Αναξαγόρα, Σωκράτη, Πλάτωνα, Αντισθένη κ.ά. Αντλεί επίσης από τον Νεόφυτο Ροδινό και από άλλους, των οποίων τα βιβλία ήσαν προσιτά σ' αυτόν, όπως η έντυπη έκδοση του Υπομνήματος του Φίλωνος στο Άσμα Ασμάτων, ή από παλαιότερα χειρόγραφα όπως για τον βίο του αγίου Συνεσίου, που αντλεί από χειρόγραφο παλαιότερο κατά 300 χρόνια.

 

Ο Ακάκιος παρέχει πολλές ιστορικές ειδήσεις για την εποχή του ή και λίγο πιο πριν, καθώς και πιστές περιγραφές εκκλησιών, σπηλαίων κ.ά. χώρων που είδε. Είχε, όπως προκύπτει, συνείδηση της αξίας της ακριβούς ιστορίας και των βιβλίων και επιγραφών, των οποίων την απουσία από τις εκκλησίες κακίζει. Ακόμη, δεν του λείπει η κριτική ικανότητα, ενώ προχωρεί και σε ηθικές κρίσεις. Στην περίπτωση της αγίας Φωτεινής, την οποία «ἒχουν εἰς πολλήν εὐλάβειαν πιστοί τε καί ἂπιστοι», προχώρησε και σε έρευνα για να βρει τους συγγενείς της στο Ριζοκάρπασο. Σημαντικές είναι οι πληροφορίες του για την γράφτουσαν του δραγομάνου Μαρκουλλή (1670 κ.ε.), και για τις ολέθριες συνέπειές της στον ελληνικό πληθυσμό της Κύπρου, που τον ώθησε προς τον εξισλαμισμό. Κατά τούτο οι πληροφορίες του συμπίπτουν προς εκείνες του δασκαλοποιητή Κωνσταντίνου από την Επισκοπή (βλ. Κ.Π. Κύρρη, «Η Έριδα των Δραγομάνων Μαρκουλλή και Γεωργή 1669-1674 και οι σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων τής Κύπρου τότε», Λευκωσία, 1964).

 

Δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί στο έργο του Ακάκιου ποια μέρη ανήκουν εξολοκλήρου στον ίδιο και ποια όχι, αλλά το ύφος των προλόγων και των συναξαρίων του είναι λαϊκότερο από εκείνο των ακολουθιών. Πάντως ο έξοχος λυρισμός, η γλωσσική ρώμη και ο πλούτος των τοπικών πληροφοριών των συναξαρίων και των ακολουθιών του φανερώνουν ότι, τουλάχιστον κατά μεγάλο μέρος, είχαν συνταχθεί από προγενέστερους του Ακάκιου μορφωμένους Καρπασίτες. Αλλά στον Ακάκιο ανήκει η τιμή για τη συγκέντρωση, συμπλήρωση και, προπάντων, διάσωσή τους, σε τόσο δύσκολους για τον τόπο καιρούς.

Φώτο Γκάλερι

Image