Χαλκίτις πέτρα

Image

Ορυκτό που εξαγόταν από τα κυπριακά χαλκωρυχεία κατά την Αρχαιότητα. Για το ορυκτό αυτό παρέχονται πληροφορίες από τον Αριστοτέλη, τον Γαληνό και τον Ρωμαίο Πλίνιο.

 

Ο Αριστοτέλης γράφει ότι στην τοποθεσία Βούκασα* στη βόρεια βάση του Τροόδους, ανάμεσα σε άλλα μέταλλα, εξαγόταν και χαλκίτης (κατά τον φιλόσοφο ο χαλκίτης). Ο Γαληνός αναφέρει ότι περνώντας από την Κύπρο πήρε από τα χαλκωρυχεία της δείγματα διαφόρων ορυκτών, μεταξύ των οποίων και χαλκίτιν, και δίνει τα ακόλουθα στοιχεία:

 

Στο τοίχωμα ενός μεγάλου δωματίου, μέσα σε ένα από τα βουνά των Σόλων, είδε τη στρωματογραφία των μετάλλων. Στο κάτω μέρος βρισκόταν το σώρυ*, στη μέση η χαλκίτις και στο πάνω μέρος το μίσυ*. Από αυτά πήρε αρκετή ποσότητα και τη μετέφερε στη Ρώμη. Επειδή άλλες ασχολίες δεν του επέτρεψαν να τα μελετήσει και να τα χρησιμοποιήσει αμέσως στη θεραπευτική, όταν τα εξέτασε ύστερα από είκοσι χρόνια, διαπίστωσε ότι, με τον καιρό, το σώρυ μετατράπηκε σε χαλκίτιν και η χαλκίτις σε μίσυ.

 

Σχετικά με τις ιδιότητες της «χαλκίτεως» αναφέρει ότι αυτή καίγεται στη φωτιά και, όπως και τα άλλα δυο ορυκτά υλικά, αφήνει υπολείμματα («εσχάρες»). Η χαλκίτις έχει στυπτική δύναμη, θερμότητα και τσούζει. Ο Πλίνιος γράφει ότι, όταν η χαλκίτις καεί, υπό ορισμένες συνθήκες, δίνει το μίσυ. Η χαλκίτις είναι πέτρα συμπαγής και όταν θρυμματιστεί βίαια πετά χρυσαφιές σπίθες, όταν δε κοπανιστεί οι κόκκοι που παράγονται δεν έχουν πια το χρυσαφί χρώμα τους.