Σημαντική Μεσοβυζαντινή εκκλησία στο μέσο περίπου της απόστασης Γιαλούσας-Ριζοκαρπάσου. Η εκκλησία είναι κτισμένη στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής από την οποία σώζονται κολόνες από πωρόλιθο, βάση κίονος, πεσσίσκος τέμπλου και τμήμα επιστυλίου διακοσμημένο με κληματίδα. Η εκκλησία του Αγίου Φωτίου ανήκει στον τύπο του μονόκλιτου με τρούλλο. Διαφέρει όμως από τους άλλους ναούς του τύπου αυτού στη διάρθρωση των τοίχων εσωτερικά. Στην εκκλησία του Αγίου Φωτίου υπάρχουν δυο μόνο τυφλά τόξα στο μέσο του βόρειου και νότιου τοίχου, που ανοίγονται στο πάχος των τοίχων και στηρίζουν μαζί με τις καμάρες τον τρούλλο. Με τον τρόπο αυτό η εκκλησία διαγράφεται εσωτερικά σταυρόσχημη.
Τόσο τα τόξα όσο και οι καμάρες της εκκλησίας είναι ημικυκλικές. Το τύμπανο του τρούλλου ήταν χαμηλό, αλλά λόγω της άθλιας κατάστασής του ανακατασκευάστηκε και σοβατίστηκε από τους χωρικούς γύρω στα 1960. Αργότερα προστέθηκε στη βόρεια πλευρά της εκκλησίας παρεκκλήσι, το οποίο όμως καταστράφηκε. Για να επικοινωνεί το παρεκκλήσι με την εκκλησία ανοίχθηκε δυτικά της βόρειας εισόδου ευρύ, ελαφρά οξυκόρυφο τόξο κι άλλο μικρό τόξο στα ανατολικά της εισόδου, στο βήμα. Τα τόξα της βόρειας και της δυτικής εισόδου είναι ημικυκλικά. Ημικυκλικό είναι και το τόξο του παραθύρου ψηλά στον δυτικό τοίχο, όπως και τα τόξα των τεσσάρων μικρών παραθύρων του τρούλλου. Τα στοιχεία αυτά μαζί με την έλλειψη της κυβόσχημης, εξωτερικά, βάσης του τρούλλου και την παρουσία ημιχωνίων αντί σφαιρικών τριγώνων, εσωτερικά, οδήγησαν παλαιότερα στη χρονολόγηση της εκκλησίας στις αρχές της Μέσης Βυζαντινής περιόδου.
Η εκκλησία ήταν αρχικά διακοσμημένη με τοιχογραφίες από τις οποίες σώζονταν μέχρι την τουρκική κατάληψη της περιοχής το 1974 αρκετά κομμάτια. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας σωζόταν μέσα σε μετάλλιο η Θεοτόκος από τη μέση και πάνω με τα χέρια υψωμένα σε δέηση και τον Χριστό μέσα σε στηθάριο. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν οι αρχάγγελοι όρθιοι. Η όλη σύνθεση είχε διαβρωθεί από τη διείσδυση των νερών της βροχής. Στον ημικυκλικό τοίχο της αψίδας υπήρχαν έξι ιεράρχες. Απ' αυτούς σώζονταν μικρά τμήματα των Βασιλείου και Χρυσοστόμου και ενός άλλου ιεράρχη στο αριστερό άκρο της αψίδας. Σε καλύτερη κατάσταση σώζονταν στα δεξιά οι άγιοι Συνέσιος και Γρηγόριος ο Θεολόγος. Οι Τούρκοι αφαίρεσαν τους δυο τελευταίους και τους εξήγαγαν παράνομα στο εξωτερικό. Στον ανατολικό τοίχο σωζόταν ο πρωτοδιάκονος Στέφανος.
Στο νότιο τυφλό τόξο σώζονταν μικρά τμήματα της γιγαντιαίας μορφής (ύψους 3μ.) του αρχαγγέλου Μιχαήλ. Στο δυτικό τμήμα του νότιου τοίχου σωζόταν εξίτηλη η μορφή έφιππου αγίου του οποίου το άλογο ήταν κόκκινο. Χαμηλότερα υπήρχε κατεστραμμένος όρθιος άγιος. Στο δυτικό τμήμα του βόρειου τοίχου σωζόταν τμήμα αγίου καβαλάρη σε λευκό άλογο. Πιο χαμηλά σωζόταν ημικατεστραμμένος ο άγιος Ανδρόνικος σε προτομή και παραπλεύρως αγία, εξίτηλη, ίσως η αγία Αθανασία. Πάνω από τη βόρεια είσοδο, στο τύμπανο του βόρειου τυφλού τόξου σωζόταν σε αρκετά καλή κατάσταση ο άγιος Γεώργιος καβαλάρης σε λευκό άλογο με τη βασιλοπούλα στα καπούλια του αλόγου και ολόγυρα σκηνές του μαρτυρίου του.
Οι τοιχογραφίες είναι αρκετά σχηματοποιημένες και η τεχνοτροπία τους όμοια με άλλες τοιχογραφίες του τέλους του 15ου ή των αρχών του 16ου αιώνα. Είναι κατά συνέπεια οι τοιχογραφίες αυτές πολύ μεταγενέστερες της εκκλησίας.