Ο φοίνιξ των αρχαίων Ελλήνων. Επιστημονική ονομασία: Phoenix. Οικογένεια: Φοινικωδών (Palmae). To γένος περιλαμβάνει αρκετά είδη, ιθαγενή των θερμών χωρών της Αφρικής και της Ασίας. Γνωστότερο στις παραμεσόγειες χώρες είναι το είδος Phoenix dactylifera (Φοίνιξ ο δακτυλοφόρος) που αυτοφύεται (ή και εκαλλιεργείτο παλαιότερα) και στην Κύπρο. Πρόκειται για πολύ ωραίο ευθυτενές και ψηλό δέντρο (φθάνει μέχρι και τα 30 μέτρα περίπου), δίοικο, μακρόβιο, που αντέχει και σε χαμηλές θερμοκρασίες, γνωστότατο με τις ονομασίες φοινικιά (η) -φοινιτζ'ιά στην Κύπρο- βαϊά (η), χουρμαδιά (η). Το είδος αυτό εκαλλιεργείτο από τα αρχαία χρόνια σε πολλές χώρες, για τους ωραίους καρπούς του, τα φοινίκια-φοινίτζ'ια στην Κύπρο.
Σε πολλούς επικρατούσε η λανθασμένη εντύπωση ότι η φοινιτζ'ιά είχε εισαχθεί στην Κύπρο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, επειδή οι Τούρκοι πασάδες αρέσκονταν στα γλυκά φοινίκια. Τούτο είναι εντελώς λανθασμένο, γιατί η φοινιτζ'ιά ήταν πολύ καλά γνωστή στην Κύπρο όπου φυόταν από τα αρχαία χρόνια. Ο Θεόφραστος, στο έργο του Περί Φυτῶν Ἱστοριῶν (2.6-7) ομιλεί για δυο είδη φοινικιών που φύονταν στην Κύπρο εκ των οποίων το ένα, όπως γράφει, δεν ωρίμαζε τους καρπούς του που τρώγονταν ανώριμοι αλλά που ήταν πολύ γλυκείς και εύγευστοι, με μια ιδιάζουσα γεύση. Μερικά δέντρα φοινικιάς, προσθέτει, έμεναν πιο χαμηλά από τα άλλα, όμως έδιναν πολύ περισσότερους καρπούς. Άλλο είδος φοινικιάς που βρισκόταν στην αρχαία Κύπρο, λέγει ο Θεόφραστος, είχε πιο πλατιά φύλλα και έδινε μεγαλύτερους σε μέγεθος καρπούς.
Ο Πλίνιος (Naturalis Historia, 13.33, 38,49) αναφέρει επίσης τις φοινικιές της Κύπρου, δίνοντας περίπου τις ίδιες πληροφορίες όπως κι ο Θεόφραστος. Κι οι δυο προσθέτουν ότι στην Κύπρο οι φοινικιές καρποφορούσαν ήδη από την ηλικία των 3 χρόνων, κι ότι τα κυπριακά φοινίκια ήταν από εκείνα που μπορούσαν να φυλαχθούν χωρίς να χαλούν.
Σε συλλαβική επιγραφή του 5ου π.Χ. αιώνα που βρέθηκε στο Βουνί (περιοχή αρχαίων Σόλων), αναφέρεται:
Φοινίκιος κηρῷ ἀλυστός
Η επιγραφή ήταν χαραγμένη σε ένα πιθάρι που, όπως υποδηλώνει η επιγραφή ήταν κηρῷ ἀλυστός (ο πίθος), δηλαδή ήταν αλειμμένος με κερί εσωτερικά, για φύλαξη υγρών. Το υγρό προϊόν που φυλασσόταν, αναφέρεται επίσης στην επιγραφή: φοινίκιος, δηλαδή οἶνος, άρα κρασί από καρπούς φοινικιάς.
Αν και είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι κατασκεύαζαν και είδος γλυκού κρασιού από τα φοινίκια, απ' αυτά συνηθέστερα κατασκευάζονταν, μέχρι και πρόσφατα ακόμη, γλυκίσματα (φοινικόπιττες). Ακόμη παραγόταν μέλι αλλά και ξίδι και αλεύρι, όπως κι εκλεκτής ποιότητας οινόπνευμα (γνωστό σε χώρες της Ασίας με τις ονομασίες rak, arak, araki).
Σε παλαιότερες εποχές υπήρχαν πάρα πολλές φοινικιές στην Κύπρο, ακόμη και σε συστάδες σε αρκετές περιοχές. Μάλιστα από το όνομα του δέντρου πήραν τις ονομασίες τους μερικά χωριά (όπως ο Φοίνικας και τα Φοινικάρια). Επειδή τα χωριά αυτά είναι γνωστό ότι υφίσταντο μ' αυτές τις ονομασίες κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια, τούτο αποτελεί πρόσθετη απόδειξη ότι το δέντρο δεν είχε εισαχθεί κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας αλλά πολύ πιο πριν. Εξάλλου δεκάδες τοπωνύμια σε πολλά μέρη της Κύπρου θυμίζουν τη φοινικιά, όπως Φοινίτζ'ιν, Φοινίτζ'ια, Φοινιτζ'ιές, Φοινικούες κλπ.
Η φοινικιά στην Κύπρο εκαλλιεργείτο, αλλά βλάστανε και από τυχαία σπορά. Σήμερα απαντάται ως δέντρο διακοσμητικό περισσότερο. Για διακόσμηση φυτεύεται το δέντρο αυτό, αλλά χρησιμοποιούνται κι άλλα είδη, περιλαμβανομένων εισαγμένων ειδών που μένουν χαμηλά κι έχουν ωραίο φύλλωμα. Τέτοια χαμηλά είδη λέγονται φοινικούες ή φοινικούδες.
Με τα πλατιά σπαθωτά φύλλα της φοινικιάς, τα οποία αποξήραιναν, κατασκεύαζαν στην Κύπρο σε παλαιότερες εποχές διάφορα μικρά είδη καλαθοπλεκτικής όπως ζεμπίλια, συρρίζες κ.α. Επίσης με τους μεγάλους κλάδους της φοινικιάς κατασκεύαζαν αψίδες σε πατριωτικές εκδηλώσεις ή για υποδοχή τιμωμένων προσώπων, ενώ τους χρησιμοποιούσαν και σε εκκλησιαστικές εορτές (Κυριακή των Βαΐων).
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια