Αθλητισμός

Image

Mε τον όρο αθλητισμός εννοούμε όλα τα αθλητικά αγωνίσματα στο σύνολο τους, την επίδοση στα αθλητικά αγωνίσματα, τη σωματική προσπάθεια που με την επίδοση στον αθλητισμό αποβλέπει στην τελειοποίηση του σώματος, στην ανάπτυξη της δύναμης και της επιδεξιότητας του και στην εξασφάλιση της υγείας του ανθρώπινου οργανισμού.

 

Στο άρθρο που ακολουθεί εξετάζεται η ιστορία του κυπριακού αθλητισμού γενικά, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και την δημιουργία Γυμναστικών Συλλόγων στις έξι πόλεις της Κύπρου κατά το τέλος του 19ου αιώνα και την αρχή του 20ου. Για τις εντελώς νεότερες επιδόσεις σε διάφορους αθλητικούς τομείς, καθώς και εκτενέστερες αναφορές γι’ αυτούς, γίνονται σε ξεχωριστά λήμματα, όπως στίβος, ποδόσφαιρο, ιστιοπλοΐα, καλαθόσφαιρα κλπ.

Για να μπορέσει ένας να βρει τις ρίζες του κυπριακού αθλητισμού θα πρέπει ν' ανατρέξει πολλές χιλιετηρίδες πίσω και τότε θα σταθεί ασφαλώς έκπληκτος μπροστά στ' αθλητικά του επιτεύγματα. Οι αγώνες αποτελούσαν μια από τις πιο ψηλές ευγενείς πνευματικές και σωματικές εκδηλώσεις, αφού οι βασικοί τους σκοποί ήσαν κοινωνικοί, πολιτιστικοί και ανθρωπιστικοί. Η ιστορία και η αρχαιολογία της Κύπρου είναι οι πιο εύγλωττοι και αξιόπιστοι μάρτυρες της στενής συνεργασίας, της ελληνικής συνείδησης και της αθλητικής προόδου της Κύπρου. Οι δεσμοί αυτοί με την ελληνική «Μητρόπολη» φαίνονται από επιγραφές που δεν έσβησε το πέρασμα του χρόνου (Βλέπε βίντεο "Ο αθλητισμός στην Κύπρο. Μια ιστορία αιώνων" (ΚΟΑ).

 

Ο Πλούταρχος (Αλέξανδρος 29) χαρακτηριστικά αναφέρει:

 

Εἰς δέ φοινίκην ἐπανελθών [Αλέξανδρος] ἐξ Αἰγύπτου θυσίας τοῖς θεοῖς καί πομπός ἐπετέλει καί χορῶν κυκλίων καί τραγικῶν ἀγώνας, οὐ μόνον ταῖς παρασκευαῖς, ἂλλά καί ταῖς ἁμίλλαις λαμπρούς γενομένους. Ἐχορήγουν γάρ οἱ βασιλεῖς τῶν Κυπρίων, ὣσπερ Ἀθήνησιν οἱ κληρούμενοι τάς φυλάς, καί ἠγωνίζοντο θαυμαστῇ φιλοτιμίᾳ πρός ἀλλήλους. Μάλιστα δέ Νικοκρέων ὁ Σαλαμίνιος καί Πασικράτης ὁ Σόλιος διεφιλονείκησαν. Οὖτοι γάρ ἒλαχον τοῖς ἐνδοξοτάτοις ὑποκριταῖς χορηγεῖν, Πασικράτης μέν Ἀθηνοδώρῳ, Νικοκρέων δέ Θεσσαλῷ, περί ὃν ἐσπουδάκει καί αὐτός Ἀλέξανδρος˙ οὐ μήν διέφηνε τήν σπουδήν πρότερον ἢ ταῖς ψήφοις ἀναγορευθῆναι νικῶντα τόν Ἀθηνόδωρον. Τότε δέ, ὡς ἒοικεν, ἀπιών ἒφη τούς μέν κριτάς ἐπαινεῖν, αὐτός μέντοι μέρος ἂν ἡδέως προέσθαι τῆς βασιλείας ἐπί τῷ μή Θεσσαλόν ἱδεῖν νενικημένον.

 

Το κείμενο του Πλουτάρχου αναφέρεται στις επιτυχίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Τύρο (331 π.Χ.), στις οποίες είχαν συμβάλει και οι βασιλείς της Κύπρου. Στα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η για περισσότερο από δυο αιώνες κυριαρχία των διαδόχων του, Πτολεμαίων, οι δεσμοί αναπτύχθηκαν ακόμα πιο πολύ. Κύπριοι αθλητές, όπως φαίνεται από επιγραφές που σώθηκαν, λάμβαναν μέρος σε πανελλήνιους αγώνες, είτε αυτοί γίνονταν στην Αθήνα είτε αλλού, αρκετοί δε κέρδισαν πρώτες νίκες. Οι επιγραφές αυτές, που δίνουν τα ονόματα νικητών των Παναθηναίων, αναφέρονται στις αρχές του 2ουαιώνα π.Χ. και συγκεκριμένα σε ιππικούς και γυμνικούς αγώνες. Τα ονόματα είναι χαραγμένα πάνω σε πλάκες από μάρμαρο (Inscriptiones Graecae, Berlin 1873, 11 σ. 384 κ.ε. αρ. 966 (Α)2):

 

στ. 45 κέλητι πωλικῶι

[.....ρ]ίστου Καρπασεώτης ἀπό Κύπρου.

[σ]υνωρίδι πωλικεῖ.

[... Μνασι]άδα Ἀργεία ἀπ' Άχαΐας.

[ἂ]ρματι πωλικῶι˙

[Ζευξώ Πολυκρ]άτου Ἀργεία ἀπ' Ἀχαΐας.

Ι. II σ. 385-88 αρ. 967 (β).

κέλητι τελείωι˙

στ. 40   Ἀρίστων Νίκωνος Καρπασεώτης ἀ[πό Κύπρου].

.....................................................................................................................

στ. 45 ἂρματι τελείωι

Πολυκράτης Μνασιάδου Ἀργεῖος.

 

Οι πιο πάνω νικητές των Παναθηναίων κατάγονται από την Καρπασία της Κύπρου και όπως φαίνεται είναι της ίδιας οικογένειας. Ο μεν πρώτος κέρδισε σε αγώνα επί νεαρού πώλου, ο δε δεύτερος επί ωρίμου ίππου. Εδώ θα έπρεπε να τονιστεί πως και οι άλλοι νικητές δεν ήσαν άσχετοι με την Κύπρο. Ο Μνασιάδης ήταν γιος του Πολυκράτη που διετέλεσε στρατηγός-κυβερνήτης και αρχιερέας της Κύπρου κατά τα χρόνια 203/202 -197, την περίοδο δηλαδή που η Κύπρος βρισκόταν κάτω από τον ανήλικο βασιλέα Πτολεμαίο Ε' τον Επιφανή. Από δυο επιγραφές που βρέθηκαν στην Παλαίπαφο φαίνεται να τιμάται ο Πτολεμαίος ο Επιφανής, σε άλλες δε ο γιος του Πολυκράτη του Πολυκράτους, ο οποίος είχε ψηλό αξίωμα στην Κύπρο, και η γυναίκα του Ζευξώ, που από την πιο πάνω επιγραφή φαίνεται πως κέρδισε πρώτη νίκη σε αρματοδρομία.

 

Σε άλλη επιγραφή του ίδιου αιώνα πάνω σε μαρμάρινη στήλη, που βρέθηκε στη Δήλο, είναι χαραγμένα ονόματα εφήβων που πήραν μέρος στα Απολλώνια κατά το έτος 119/8 π.Χ. Από την επιγραφή φαίνεται πως πήραν μέρος 41 έφηβοι αθλητές, 28 παρεύτακτοι, δηλαδή νέοι που άρχισαν να βγάζουν γένια αλλά δεν μπορούσαν να μπουν στην κατηγορία των ανδρών, και διάφοροι άλλοι αθλητές διαφόρων ηλικιών (αλειφόμενοι):

 

Ο γυμνασιαρχήσας τόν ένιαυτόν τόν

επί Ιππάρχου άρχοντος.   Αρίστων ΑρΙστωνος

"Ερμειος ανέγραψε τους έφηβευσαντας καΙ

παρευτακτήαανταςεφ' έαυτφι καΙΊεροποιήσαντας

στ. 5   των άλειφομενων των   Απολλώνια.

Έφηβοι'

στ. 7     Νέων Καρπασεώτης

Δωσϊθεος Σιδώνιος

........................................................................................

στ. 38   'Αρτεμίδωρος ΣαλαμΙνιος.

 

Η πιο πάνω επιγραφή μας δίδει τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα των αγώνων αυτών της Δήλου, στους οποίους η συμμετοχή αθλητών από την Κύπρο, Συρία, Αλεξάνδρεια, Μ. Ασία επισκιάζει τους αγώνες των Αθηναίων. Στους πιο πάνω αγώνες η Κύπρος εκπροσωπήθηκε με δυο ικανούς εφήβους, τον Καρπασεώτη Νέωνα και τον Αρτεμίδωρο τον Σαλαμίνιο.

 

Εκτός από τους αθλητές που η Κύπρος έστελνε στους διάφορους αγώνες της Μητροπόλεως, όπως φαίνεται από επιγραφές σε μαρμάρινο κίονα που βρέθηκε στη Δήλο και που ανάγεται στους χρόνους της βασιλείας του Πτολεμαίου Β' Φιλαδέλφου, αναφέρεται το όνομα του Κυπρίου μετοίκου Χάρη, ο οποίος εχορήγησε τα Διονύσια παίδων στα Απολλώνια:

 

Ἐπ' ἂρχοντος Καλλιμάχου ὑγιεία

καί εὐετηρία ἐγένετο

καί οἱ δέ ἐχορήγησαν εἰς Ἀπολλώνια.

...........................................................

Εἰς Διονύσια παίδων

στ. 12   ἐκ μετοίκων, Χάρης Κύπριος.

 

Είναι γνωστό πως οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν καλλιεργούσαν μόνο το σώμα αλλά και το πνεύμα, το οποίο θεωρούσαν σαν το ένα από τα σκέλη της Παιδείας. Από επιγραφή του 1ου π.Χ. αιώνα που βρέθηκε στον Ορχομενό της Βοιωτίας στον οποίο λατρεύονταν οι κόρες του Δία και της Ευρυνόμης, οι τρεις Χάριτες, φαίνεται ότι Κύπριος από την Πάφο, ο Ζωϊλος Ζωϊλου, νίκησε σαν κήρυκας σε μουσικούς αγώνες, που ήσαν μέρος των Χαριτησίων αγώνων προς τιμή των Χαρίτων, της Αφροδίτης και του Διόνυσου.

 

Οἱ δε ἐνίκων τόν ἀγώνα τῶν Χαριτησίων.

σαλπιστής˙

Μήνις Ἀπολλώνιου Ἀντιοχεύς

ἀπό Μαιάνδρου.

στ.5      Κήρυξ˙

Ζωΐλος Ζωΐλου Πάφιος.

             ...................................................................

 

Σε άλλη επιγραφή των αρχών του 1ουαιώνα π.Χ. που βρέθηκε στο Γυμνάσιο της Χαλκίδας πάνω σε μαρμάρινη στήλη, αναφέρεται το όνομα Ἀριστώνακτος Ἀριστῶναξ από την Πάφο που νίκησε σαν σαλπιγκτής στα Ταμύνεια, που γίνονταν στις Ταμύνες της Εύβοιας προς τιμή του Απόλλωνα. Τα Ταμύνεια περιλάμβαναν αγώνες μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς.

 

[Πολεμάρχου Εὐθ[ι]πίδου ἀγωνοθέτο[υ]

[τῶν] Ταμυνείων Βουλάρχου τοῦ Χαρίδα

[οἳδ]ε ἐνίκων.   Ἐγκώμιον εἰς Ἀπόλλ[ωνα.

Εὒδ]ημος Κραταιμένου Ἐρετριευς.

στ. 5    Σαλπιστός-

[Ἀριστῶν]αξ Ἀριστώνακ[τ]ος Πάφιος ἀπό

Κύπρου.

 

Η κυριαρχία των Ρωμαίων πάνω στην Κύπρο δεν άλλαξε την αγάπη για τον αθλητισμό. Εκείνο που πραγματικά άλλαξε ήταν το αθλητικό πνεύμα. Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες σαν πρώτο τους μέλημα είχαν την ανέγερση σταδίων στις πόλεις, καθιέρωσαν νέους αγώνες (Άκτια, Κομμόδεια. Αδριάνεια) και έδιναν μεγάλες τιμές και αξιώματα στους νικητές.

 

Η ευγενική άμιλλα, που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό των πανελληνίων αγώνων, εξέλιπε. Οι αγώνες πλέον δεν ήσαν πανελλήνιοι. Στην Ολυμπία, στην Δήλο, στους Δελφούς συγκεντρώνονταν αθλητές από όλες τις ρωμαϊκές επαρχίες. Οι αθλητές αυτοί ήσαν επαγγελματίες που γύριζαν στις διάφορες διοργανώσεις για επίδειξη και από τις νίκες τους περίμεναν να πάρουν τιμές και χρηματικά οφέλη.

 

Ο Πόπλιος Αίλιος Αιλιανός από την Κύπρο που δεν γνωρίζουμε από ποια πόλη κατάγεται, ήταν πολυνίκης αθλητής. Από μια επιγραφή που βρέθηκε στους Δελφούς κοντά στον θησαυρό των Σικυωνίων πληροφορούμαστε πως ήταν αυλητής του νόμου (ύμνου) προς τιμή του Απόλλωνα Πυθίου (Πυθαύλης) και περιοδονίκης, δηλαδή κέρδισε τις πρώτες νίκες στα Πύθια, Ολύμπια, Νέμεα, Ίσθμια. Εκτός των νικών του αυτών μόνος αυλητών καΙ πρώτος ανθρώπων νίκησε στα Αδριάνεια τρεις φορές. Δίκαια τιμήθηκε από την πόλη του. Το γεγονός, όμως, ότι τόσο η Αθήνα όσο και η Αντιόχεια του απένειμαν τον τίτλο του πολίτου των, είναι χαρακτηριστικό της σημασίας που έδιδαν οι πόλεις σ' αυτούς τους αθλητές:

[Ἡ Πόλις........................................]

ἐν Κύπρῳ Π. Αἲλι[ον Αἰ]-

λιανόν πυθαύλην, [περι]-

οδονείκην, τόν ἲδιον πο-

στ. 5    λείτην τόν καί Ἀθηναῖον

καί Ἀντιοχέα, νεικήσαν-

τα Ῥώμην, Νέαν Πόλιν,

Ἂκτια, Νέμεα γ, τήν ἀπό

Ἂργούς ἀσπίδα β, Ἲσθμια β,

στ. 10   Πύθια, Ὀλύμπεια τά ἐν

Ἀθήναις πρώτως ἀχθέν-

τα ὑπό Θεοῦ Ἀδριανοῦ,

μόνος αὐλητῶν καί πρῶτος ἀνθρώπων

             Ἀδριάνεια τά ἐν Ἀθήναις

στ. 15 γ, Νικομήδειαν, Ἀντιό-

χειαν, τήν ἐπί Δάφνης

ς', καί ἂλλους ἀγώνας

ταλαντιαίους ρξς'

καί Ζμύρναν καί Ἒφεσον. [ ]

 

Για τον Δημήτριον, πολυνίκη αθλητή από τη Σαλαμίνα, αναφέρεται επιγραφή που βρέθηκε στην Κιλικία. Η επιγραφή αυτή, των χρόνων του Σεπτίμιου Σεβήρου* (193-211 μ.Χ.), μας απαριθμεί τις νίκες και τα αξιώματα του Δημητρίου, που του δόθηκαν από τους αυτοκράτορες οι πιο τιμητικές διακρίσεις, όπως δια βίου ξυσταρχία. Το τιμητικό αυτό αξίωμα του έδινε το δικαίωμα να ενεργεί εκ μέρους της πόλης του, να ευχαριστεί τους ευεργέτες χορηγούς της, να προσφέρει θυσίες με δαπάνες της πόλης και γενικά να εκτελεί καθήκοντα γυμνασιάρχου. Κάθε μια από τις πόλεις στις οποίες αναδείχθηκε νικητής, τον ανακήρυσσε δικό της πολίτη.

 

Δημήτριος δίς Σαλαμείνιος πένταθλον˙

τειμηθείς ὑπό τῶν κυρίων αὐτοκρατόρων

ξυσταρχίας διά βίου˙ νεικήσας τρίς Ὀλύμπ[ια]

κατά τό ἑξῆς ἀνδρῶν στάδιον καί δίς πεν[τα]-.

στ. 5     θλον, καί τούς ὑπογεγραμμένους ἀγῶνας˙

έν Ἑλλάδι Παναθήνεα τά μεγάλα, Πύθια-

Ἀδριάνεια,

Κομόδεια δίς ἐν Ἐφέσῳ- Ἲσθμια δίς

Ἱερόν ἐν Νέα-

πόλει τῆς Ἰταλίας Σεβαστά,

νεικήσας τούς ἀπο-

γραψαμένους πζ' Σμύρναν, Ἀντιόχειαν κατά

στ. 10   τό ἑξῆς τόν Ἀνδριάνειον καί τόν Κομόδειον

καί τόν

Εὐκρατους.   Ἀναζάρβου  τῆς μητροπόλεως

Ἀδριάνειον

ἱερόν δίς. Ταρσόν δίς κοινόν Ἀσίας

νεικήσας πέμ-

πρῳ (ὃ)πλῳ. Ὀπτᾶτον ποιήσας αυτῷ τετράκις

σύνδρομον καί τούς ὑποτεταγμένους ἀγῶ-

στ. 15 νας παντός κλίματος τῆς οἰκουμένης ταλαντ[ιαί]-ους καί      ἡμιταλα[ντιαί]ους  μζ', ὧν καί τάς

πολιτείας ἒχει.

 

Αποκορύφωμα, όμως, των επιτυχιών των Κυπρίων αθλητών ήσαν οι νίκες των αθλητών Ηρακλείδη από τη Σαλαμίνα, που κέρδισε την 144η Ολυμπιάδα (204 π.Χ.) και του Ονησίκρατου, επίσης από τη Σαλαμίνα, που κέρδισε την 150η Ολυμπιάδα (180 π.Χ.)

 

Η αγωνιστική Παράδοση είναι το πιο ισχυρό μας βίωμα και το μόνο που γίνεται και μένει πάντα νέο, γιατί ανταποκρίνεται στη φυλετική μας ιδιοσυγκρασία και μέσω αυτής εκφράζεται και αυτό κυρίως την εκφράζει. Με αυτό το αθλητικό ιδανικό, με αυτή την αθλητική παράδοση ο λαός μας δεν μπορούσε παρά να μεγαλουργήσει και στον αθλητισμό, να δώσει δείγματα αυτής της κληρονομιάς θαυμαστά. Τα αρχαία Στάδια της Κύπρου αποτελούσαν το κέντρο συγκεντρώσεων των ανθρώπων που έφεραν στο κάθε τους κύτταρο την αθλητική κληρονομιά. Θαυμάσιο δείγμα αρχαίου Σταδίου στην Κύπρο είναι αυτό του Κουρίου.

 

Γυμνάσια υπήρχαν στην Σαλαμίνα, στο Κούριον, στην Πάφο, στο Κίτιον, στη Λάπηθο, στους Σόλους, στην Καρπασία, στο Μάριον, στην Αμαθούντα κ.α. Τα Γυμνάσια αυτά διατηρήθηκαν μέχρι της βυζαντινής εποχής και διευθύνονταν από τους γυμνασιάρχους. Τέτοιοι γυμνασίαρχοι αναφέρονται: Ἀρισταγόρας (Σαλαμίνα), Ἀριστίων Ἀντήνορος (Αμαθούς), Ἀρτεμίδωρος Ἀρίστωνος (Κίτιον), Δημοφῶν Πνυτοκράτους (Σαλαμίνα), Διοκλῆς Ζήνωνος (Κίτιον), Διονύσιος Διδύμου (Κίτιον), Θεμίας Ἀρισταγόρου (Σαλαμίνα),Κάλλιππος Καλλίππου (Πάφος), Ναύαρχος (Κίτιον), Ὀνησικράτης Ὀνησικράτους (Αμαθούς), Ὀνησίτιμος Ἀρίστωνος, Ποτάμων Αἰγύπτου (Πάφος), Στασικράτης Στασικράτους (Σαλαμίνα), Στησαγόρου (Μάριον, Αρσινόη), Διαγόρας Τεύκρου (Σαλαμίνα).

 

Κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους δεν έπαυσε ο αθλητισμός ν' αποτελεί μια από τις πιο ευχάριστες ασχολίες των Κυπρίων. Η αθλητική δύναμη, η παλικαροσύνη, είναι το κύριο νόημα του έπους του Διγενή Ακρίτα. Την ίδια κυπριακή παλικαριά υμνεί ο   Κορνάρος στον Ερωτόκριτο:

 

Τήν ὣρα κείνη πόμακρα ὡσά φωνές γροικοῦσι.

καί σάν ἁρμάτω ταραχές, φαριά χιλιμιντροῦσι,

κ' ἢτονε τό ρηγόπουλο τσῆ Κύπρος ὁ πετρίτης,

κ' ἢλαμπ' ὡς λάμπ' Αὐγερινός, κι ὡς φέγγ' Ἀποσπερίτης

κι ὡς ἢσωσεν εἰς τοῦ Ρηγός, ποιος εἶν' ἐκεῖ τό λέγει.

κάνει ζιμιό και φέρνουν του κοντάρια καί διαλέγει.

Πιάνει τό πλια βαρύτερο, πετά το στον αέρα,

σά φύλλο τ' αποδέχτηκε στή δυνατήν του χέρα.

Δείχνει τσί χάρες τῆς ἀντρειᾶς καί τοῦ κορμιοῦ τά κάλλη,

πολλά τόν ἐρεκτήκασιν ὃλοι μικροί μεγάλοι,

Κυπρίδημος ἐκράζετο, πολλοί τόν ἐγνωρίζα,

κι όλα ντου τα καμώματα άπό μακρά μύριζα˙

καί τ' ἃρματα ντου μέ μαγνιά ἢσανε σκεπασμένα,

καί μέ χρυσά ἀποπανωθιό δεντρά περιπλεμένα.

Ἦσαν καί βρύσες καί πουλιά μέ μαστοριά μεγάλη,

κ' ἢδειξε τουτ' ἡ φορεσά όμορφη πλια παρ' ἂλλη.

Στήν περικεφαλαίαν του ἦτο ζγουραφισμένο

ἁμάξι, καί κωλόσυρνε τόν Ἒρωτα δεμένο,

κ' εἶχεν καί γράμματ' ἀργυρά, πού κάθε εἷς τά γροίκα,

πώς τό κοπέλλι τό τυφλό, ποτέ δέν τόν ένίκα.

«Τόν νικητή τόν κερδαιτή στά πάνω κ' εἰς τά κάτω,

δεμένο κωλοσύρνω τον στ' αμάξι μου ἀποκάτω».

 

Ο τελικός αγώνας του κονταροκτυπήματος γίνεται μεταξύ των τριών φημισμένων αθλητών, του Κύπριου Κυπρίδημου, του Κρητικού Χαρίδημου και του Ερωτόκριτου.

 

Στα χρόνια της φραγκοκρατίας (1192-1489 μ.Χ.) το πνεύμα αυτό διατηρήθηκε με τα παγκόσμια γνωστά κυνήγια των ιπποτών και των πλουσίων της εποχής.

 

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας (1571-1878 μ.Χ.) ο κυπριακός Ελληνισμός δεν εγκατάλειψε το λαμπρό έθιμο που κληρονόμησε από τους προγόνους του, το αγωνιστικό. Σύνδεσε τούτο στενά με τη θρησκεία και συγκεντρωνόταν κατά καιρούς και τόπους και αγωνιζόταν στο πήδημα, στο διτζίμι που ήταν σήκωμα ογκόλιθου με ακαθόριστο βάρος ή κιονόκρανο αρχαίου ναού, στην πάλη, που κατά τον Ησύχιο (5ος αιώνας μ.Χ.):

 

Κύπρια Πάλη, ἣν ἒνιοι πάμμαχον καλοῦσι, oἱ δέ ἀγροῖκον καί ἀπάλαιστρον διά τούς ἐν Κύπρῳ ἀτέχνως παλαίειν.

 

Δεν υπήρχε πανηγύρι στο οποίο να μη γίνουν αγώνες πάλης, δρόμου, άλματος ή ιπποδρομίες που ήταν το αγαπημένο άθλημα στα νοτιοδυτικά μέρη της Κύπρου, και δρόμος ή διαγωνισμός στο διτζίμιν που ήταν αρεστό κυρίως στην περιοχή της Μεσαορίας και Καρπασίας. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν η Κύπρος περιήλθε στην κατοχή των Άγγλων.

 

Είδαν οι νέοι κατακτητές τι εδημιουργείτο και τι επιδιωκόταν με τους αγώνες. Έβλεπαν πως η ελληνική αθλητική αγωγή κρατούσε χιλιετηρίδες υψηλό το φρόνημα, άσβεστη την πίστη στα πεπρωμένα της φυλής, και σαν πρώτο βήμα κατήργησαν τις αθλητικές εκδηλώσεις, με τη δικαιολογία πως γίνονταν κλοπές στα εμπορεύματα κατά τη διάρκεια των αγώνων.

 

Με νόμο απαγόρευσαν την κυκλοφορία στα πανηγύρια μετά την έλευση του σκότους. Η εθνική χροιά που λάμπρυνε τις συγκεντρώσεις άρχισε να χάνεται. Τα πανηγύρια έχασαν τον ελληνικό τους χαρακτήρα. Οι εκκλησιαστικές αρχές δεν προέβαιναν σε παραστάσεις για να περιφρουρήσουν τα εθνικά ήθη και έθιμα, να διατηρήσουν την αγνότητα των πανηγυριών. Έτσι αυτά κατάντησαν συναγερμός ανθρώπων που πουλούσαν ή αγόραζαν, καταστρέφοντας- την ιερότητα τους.

 

Η πρώτη αντίδραση στην απαγόρευση των Άγγλων στις αθλητικές εκδηλώσεις των πανηγυριών, ήταν η δημιουργία Γυμναστικών Συλλόγων και η διοργάνωση επισήμων πια αγώνων. Έτσι το 1892 ιδρύεται στη Λεμεσό ο πρώτος Γυμναστικός Σύλλογος, τα Ολύμπια, με πρωτεργάτες τους Ανδρέα Θεμιστοκλέους, Χριστόδουλο Σώζο και Ν. Κλ. Λανίτη.

 

Η Λευκωσία ιδρύει τον δικό της Σύλλογο το 1894, τον γνωστό τότε Ελληνικό Αθλητικό Γυμναστικό Σύλλογο, που πιο ύστερα πήρε το όνομα Παγκύπρια. Πρωτεργάτες στην ίδρυση του Συλλόγου της Λευκωσίας ήταν ο Θεοφάνης Θεοδότου με τον αδελφό του Αντώνη και τον Αριστόδημο Φοινιέα.

 

Οι δυο αυτοί Σύλλογοι ήσαν ιδρυτικά μέλη του ΣΕΓΑΣ (Σύνδεσμος Ελληνικών Γυμναστικών και Αθλητικών Σωματείων) που συνεστήθη το 1897. Οργάνωσαν τους πρώτους Παγκύπριους αγώνες το 1896, που ήσαν και προκριματικοί για τους Πανελλήνιους. Οι τελευταίοι δε αυτοί αγώνες υπήρξαν κριτήριο για τους πρώτους νεότερους Ολυμπιακούς αγώνες.

 

Το παράδειγμα της Λεμεσού και της Λευκωσίας ακολούθησε η Πάφος, που με πρωτεργάτη τον Τηλέμαχο Καλλονά ίδρυσε τον Κόροιβο, στα 1896. Τον ίδιο χρόνο η Λάρνακα με επικεφαλής τους Φίλιο Ζανέττο, Λ.Ζ. Πιερίδη, N.Ι. Δημητρίου και Κ. Οικονομίδου, δημιουργεί τον δικό της Ελληνικό Γυμναστικό Σύλλογο, το Στάδιον, τον μετέπειτα Ζήνωνα.

 

Ακολουθεί η Αμμόχωστος. Το 1903 με πρωτοβουλία των Σ. Μακρίδου, Ε. Λοΐζου, Κ.Γ. Νικολαΐδου και Ι. Μυριάνθους ιδρύει το δικό της Γυμναστήριο με την ονομασία Όμιλος φιλάθλων ο Ευαγόρας, για να μετονομαστεί πιο ύστερα, στα 1918, σε Γυμναστικός Σύλλογος Ευαγόρας, ώστε να μπορεί να μετέχει στους Παγκύπριους αγώνες.

 

Στα 1919, τέλος, ιδρύεται και ο Γυμναστικός Σύλλογος της Κερύνειας Πράξανδρος από τους Γεώργιο Καραγιάννη, Κώστα Λάπα και Σάββα Ζαβογιάννη.

 

Με τη δημιουργία των Γυμναστικών Συλλόγων από τις έξι πόλεις της Κύπρου, ο αθλητισμός μπαίνει πάνω σε γερά θεμέλια. Κι ενώ αρχικά οι αγώνες γίνονταν στις δυο βασικές πόλεις Λευκωσία και Λεμεσό, τώρα τελούνται εκ περιτροπής σ' όλες τις επαρχίες δίδοντας την ευκαιρία να ζήσουν οι κάτοικοι τους μέσα σε εθνικές εκδηλώσεις που αποτελούσαν τη βασική τους ικανοποίηση.

 

Σωματική και πνευματική αναβάπτιση αποτελούσαν οι αγώνες όχι μόνο για τους αθλητές αλλά και για τους θεατές. Είναι η ψυχή του Φάυλου κι είναι η ψυχή του Λάδα μέσ' το κορμί αυτών που αγωνίζονται. Είναι η καρδιά του Πίνδαρου μέσα στα στήθη κάθε θεατή και ξαναλένε τα βουρκωμένα από συγκίνηση μάτια τους μπροστά στα κορμιά των αθλητών τα γερά και ωραία, το ίδιο μεγάλο τραγούδι που έγραψε ο υμνητής του Θήρωνα:

 

Είμαστε εμείς εκείνοι, είναι εκείνοι εμείς.

Πλάτανοι που μας σκιάζουν με τους κλώνους των

και παραπούλια των Πλατάνων εμείς.

Πόσες χιλιάδες χρόνια πέρασαν;

Πόσες χιλιάδες χρόνια θα περάσουν;

Ο Πλάτανος κι' αν έπεσε, στη ρίζα του

τα παραπούλια θα γενούν ο Πλάτανος.

Ξαναγενιούμαστε, ξαναζούμε, ζούμε αληθινά.

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image