Ιταλός ευγενής (κόμης) του 16ου αιώνα, καταγόμενος από τη μικρή πόλη Ορβιέτο, που το 1570-71 πολέμησε κατά των Οθωμανών εισβολέων στην Κύπρο, ενταγμένος στον στρατό των Βενετών, με βαθμό (τιμητικό) ανωτέρου αξιωματικού (λοχαγού).
Ο κόμης Φαρούλφο Τιτινιάνο (πλήρης τίτλος: κόμης Μόντε Μάρτι του Τιτινιάνο) απαντάται να ευρίσκεται στην Αμμόχωστο τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 1570, οπότε στις 8 του μηνός αυτού, όταν πέθανε ο κόμης Ραμουΐτσιο από την Κορβάρα, οι μισοί από τους άνδρες του τέθηκαν υπό τη διοίκηση του κόμητα Τιτινιάνο και οι υπόλοιποι (από τρεις συνολικά λόχους με 500 άνδρες) υπό τη διοίκηση άλλου αξιωματικού, του λοχαγού Σκιπίωνος Αλγερίνι από το Καστέλλο. Δεν είναι γνωστό, πάντως, από πότε ο κόμης Τιτινιάνο ευρισκόταν στην Κύπρο και στην Αμμόχωστο ειδικότερα, φαίνεται πάντως ότι είχε φθάσει μαζί με μικρές ενισχύσεις που κάθε τόσο έρχονταν στην Κύπρο μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου του 1570. Ο αποθανών κόμης Ραμουΐτσιο, για παράδειγμα, είχε φθάσει στην Αμμόχωστο, μαζί με τους 500 στρατιώτες του, στις 5 Μαΐου του 1570.
Κατά τη διάρκεια των μεγάλων γενικών επιθέσεων των Οθωμανών εναντίον της Αμμοχώστου (Ιούνιος-Ιούλιος του 1571), ο κόμης Τιτινιάνο ήταν μεταξύ των αξιωματικών που βρίσκονταν επικεφαλής της αντίστασης στον προμαχώνα (ημιπύργιο) Ανδρούτζι, στο νότιο τμήμα των οχυρώσεων της Αμμοχώστου — στο τμήμα εκείνο που δέχθηκε το κύριο βάρος των επιθέσεων. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης από τις μεγάλες γενικές επιθέσεις των Οθωμανών (29 Ιουνίου του 1571), ο κόμης Τιτινιάνο πληγώθηκε στο πρόσωπο. Επέζησε όμως, και, μετά την πτώση της Αμμοχώστου (αρχές Αυγούστου του 1571) συνελήφθη αιχμάλωτος. Σιδηροδέσμιος μεταφέρθηκε λίγο αργότερα στην Κωνσταντινούπολη και στις 20 Νοεμβρίου του 1571 ρίχτηκε στη λεγόμενη φυλακή του Ευξείνου Πόντου, μαζί με άλλους αιχμαλώτους συμπολεμιστές του.
Δεν είναι γνωστό εάν κατόρθωσε να επιβιώσει υπό τις εντελώς απάνθρωπες και σκληρότατες συνθήκες της φυλακής εκείνης, και να αποκτήσει αργότερα την ελευθερία του, ή εάν πέθανε στη φυλακή. Τουλάχιστον μέχρι τον Νοέμβριο του επομένου χρόνου (1572) ευρισκόταν, μαζί με τους λοιπούς αιχμαλώτους, στη φυλακή του Ευξείνου Πόντου.