Λέγεται και τσακριστήρα ή και τσακροπιτσύλλα ή και φατσ’ιστήρα ή και φούσκα (η). Λεοντική η λεοντοπέταλος. Επιστημονική ονομασία: Leontice leontopetalum. Οικογένεια: Βαρβεριδών (Barberidaceae).
Ζιζάνιο δυσεξόντωτο, κονδυλόρριζο, ποώδες και πολυετές, κοινό σε πολλές παραμεσόγειες χώρες. Αυτοφύεται σε παχιά εδάφη, κυρίως σε καλλιεργούμενους αγρούς, ιδίως δε σε σιταγρούς. Φθάνει σε ύψος μέχρι και το μισό μέτρο. Έχει μικρά ανοιχτού πράσινου χρώματος φύλλα, τα δε άνθη του είναι κιτρινωπού χρώματος και μοιάζουν με μικρές φούσκες (μπαλονάκια). Ανθίζει μεταξύ Φεβρουαρίου και Απριλίου.
Το φύλλωμά του τρώγεται από τα ζώα. Το φυτό είναι γνωστό από την Αρχαιότητα (η λεοντική του Διοσκουρίδη) για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες. Ο Διοσκουρίδης γράφει ότι η λεοντική, όταν πίνεται με το κρασί, είναι παυσίπονο και αντίδοτο κατά δαγκωμάτων ή κεντρισμάτων. Θεραπευτικές ιδιότητες έχει και το ρίζωμα του φυτού, που στο παρελθόν εχρησιμοποιείτο εκτεταμένα για αντιμετώπιση περιπτώσεων επιληψίας. Το ρίζωμά του εχρησιμοποιείτο επίσης για κατασκευή σαπουνιών.
Τσάκρα ή και τσακρίδιν ονομάζεται από πολλούς και άλλο φυτό, το γνωστότερο ως στρουθίν.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια