Αρχαία πόλη της Κύπρου. Βρισκόταν στην πεδιάδα της Μεσαορίας, στην περιοχή του σημερινού χωριού Τρεμετουσιά (επαρχία Λάρνακας). Το σημερινό χωριό Τρεμετουσιά εξάλλου, διασώζει την ονομασία της αρχαίας πόλης η οποία είχε διατηρηθεί στη ζωή και κατά τα Βυζαντινά χρόνια (Τρεμιθούς-Τρεμιθουσία-Τρεμετουσιά).
Ήταν μια από τις τρεις μη παραλιακές πόλεις της Κύπρου που αναφέρονται από τον γεωγράφο Κλαύδιο Πτολεμαίο (οι άλλες δυο ήταν η Ταμασσός και οι Χύτροι).
Ο Στέφανος Βυζάντιος, στη λέξη Τρεμιθοῦς, γράφει ότι ήταν (στα δικά του χρόνια προφανώς, δηλαδή κατά τον 5ο/6ο μ.Χ. αιώνα) όχι πόλη αλλά κώμη (=χωριό). Παράξενο, πάντως, γιατί από τον μεγάλο αριθμό κυπριακών οικισμών που αναφέρει ο συγγραφέας αυτός, είναι η μόνη περίπτωση που μνημονεύει κώμη κι όχι πόλη. Ο Βυζάντιος προσθέτει όμως ότι οι κάτοικοι της κώμης αυτής λέγονταν Τρεμιθοπολῖται (=πολίτες της Τρεμιθούντος) ή και Τρεμιθούσιοι. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει και μια αρχαία παράδοση ως προς την ονομασία Τρεμιθούς: όταν η θεά Αφροδίτη βγήκε από τη θάλασσα, λέγει, και πάτησε στη γη, ο τόπος σείστηκε από την παρουσία της κι από τον τρόμο που προκλήθηκε, η πόλη ονομάστηκε Τρεμιθούς. Συνεχίζει όμως, αναφέροντας (πολύ ορθά) τη δική του γνώμη, ότι η ονομασία προήλθε από το φυτό τερέβινθος που οι Κύπριοι ονομάζουν τρεμιθιά. Γράφει ο Βυζάντιος: ἐμοί δέ δοκεῖ ἀπό τῶν περί τόν τόπον πεφυκυιῶν τερεβίνθων ἅς Κύπριοι τρεμίθους καλοῦσιν ὠνομάσθαι...
Και πράγματι, από το φυτό αυτό, την τρεμιθκιά, προέκυψαν ένα σωρό τοπωνύμια σε πολλά μέρη της Κύπρου. Η αρχαία παράδοση για τον «τρόμο» που προκάλεσε η Αφροδίτη θα πρέπει ν' αποδοθεί μάλλον στο γιατί ονομάστηκε έτσι το ίδιο το φυτό (του οποίου οι τρυφεροί βλαστοί φαίνονται να «τρεμουλιάζουν» με το φύσημα του αγέρα) και όχι η πόλη.
Η Τρεμιθούς, ως μια των πόλεων της Κύπρου, αναφέρεται και από τον Ιεροκλή στον Συνέκδημόν του (6ος μ.Χ. αιώνας) κι από τον Γεώργιο τον Κύπριο (6ος/7ος μ.Χ. αιώνας), ενώ ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος (10ος αιώνας) στο έργο του Περί Θεμάτων, όπου απαριθμεί 15 κυπριακές πόλεις, δίνει τον τύπο Τρίμυθος, προσθέτοντας: ὃθεν ὁ ἅγιος Σπυρίδων (=απ' όπου ο άγιος Σπυρίδων).
Αλλά και σε αρκετά αγιολογικά κι εκκλησιαστικά κείμενα διαφόρων εποχών, που αναφέρονται στον άγιο Σπυρίδωνα, η Τρεμιθούς αναφέρεται (σε διάφορους τύπους) ως η κυπριακή πόλη της οποίας ο άγιος είχε διατελέσει επίσκοπος κατά το πρώτο μισό του 4ου μ.Χ. αιώνα. Η πόλη αναφέρεται ως Τριμιθοῦς, ως Τριμηθοῦς, ως Τριμμυθοῦς, ως Τριμιθούντων πόλις, ως Τριμιθουσιέων πόλις, κλπ.
Οι φιλολογικές πηγές αποδεικνύουν, συνεπώς, την ύπαρξη της πόλης αυτής τουλάχιστον από τον 4ο μ.Χ. αιώνα μέχρι και τον 10ο. Από πότε όμως ήταν ιδρυμένη η πόλη και μέχρι πότε επιβίωσε;
Είναι άγνωστο πότε ακριβώς είχε ιδρυθεί. Μερικοί παλαιότεροι ερευνητές γράφουν ότι είχε ιδρυθεί από Έλληνες αποίκους μετά τον Τρωικό πόλεμο. Όμως διάφορα αρχαία ερείπια που μαρτυρείται ότι υπήρχαν κατάσπαρτα στην περιοχή παλαιότερα, φαίνεται να μη ήσαν αρχαιότερα των Ρωμαϊκών και Ελληνιστικών χρόνων. Ο Αθ. Σακελλάριος (Τά Κυπριακά, τόμος Α', 1890, σσ. 190-191), ομιλεί για «ασήμαντα ερείπια» και αρχαίο λατομείο που είχε δει στην Τρεμετουσιά, καθώς και αγγεία των Ρωμαϊκών χρόνων που είχαν βρεθεί. Είχαν επίσης βρεθεί και μερικές αρχαίες επιγραφές, εκ των οποίων μια αναφέρεται στον θεό Απόλλωνα.
Αλλά μπορεί μεν τα αρχαία ευρήματα στην ίδια την Τρεμετουσιά να μη ήταν ιδιαίτερα σημαντικά ۠ ωστόσο δεν θα έπρεπε να παραγνωριστεί μια άλλη πραγματικότητα: ότι η Τρεμετουσιά είναι κτισμένη ακριβώς ανάμεσα σε δυο άλλους οικισμούς, που βρίσκονται πολύ κοντά της, το Άρσος * και την Μελούσεια *. Και στους δυο αυτούς οικισμούς ανασκάφηκαν αρχαιολογικοί χώροι. Η μεν Μελούσεια, όπου είχε κάμει έρευνες ο αρχαιοκάπηλος Τσεσνόλα *, ήταν αρχαίος δήμος με την ονομασία Μηλούχεια, αφού μεταξύ των αρχαιοτήτων που είχε βρει ο Τσεσνόλα τον περασμένο αιώνα ήταν και επιγραφή που ανέφερε τον δῆμο Μηλουχεατῶν. Ο δήμος αυτός μπορούμε να υποθέσουμε ότι είχε υπάρξει κάποτε προάστιο της Τρεμιθούντος, ή ακόμη προάστιο της επίσης αρχαίας πόλης των Γόλγων που βρισκόταν κοντά (περιοχή Αθηένου). Το δε Άρσος, πολύ κοντά στην Τρεμιθούντα, ήταν σημαντικός αρχαίος χώρος που, μεταξύ άλλων, απέδωσε κι ένα εξαίρετης τέχνης κεφάλι γυναικείου αγάλματος του 3ου π.Χ. αιώνα, από τα ωραιότερα σήμερα εκθέματα του Κυπριακού Μουσείου. Στο Άρσος υπήρχε αρχαίο ιερό που ήταν αφιερωμένο μάλλον στην Αφροδίτη.
Δεν μπορούμε παρά να θεωρήσουμε ότι ολόκληρη η περιοχή των τριών χωριών (Μελούσεια, Τρεμετουσιά, Άρσος) αποτελεί ενιαίο μεγάλο αρχαιολογικό χώρο, που άκμασε τουλάχιστον κατά τα Ελληνιστικά και Ρωμαϊκά χρόνια. Ίσως με την πόλη Τρεμιθούντα στο κέντρο και αγροτικά ιερά και οικισμούς στον περίγυρό της.
Περισσότερο εκτεταμένη και συστηματική αρχαιολογική έρευνα δεν έγινε στην όλη περιοχή, που εξάλλου είναι κατεχόμενη από το 1974, συνεπώς συμπεράσματα τελικά δεν μπορούμε να έχουμε. Γνωρίζουμε ότι η περιοχή ήταν κατοικημένη κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα και εξής, αλλά ίσως μελλοντικές έρευνες αποδείξουν αρχαιότερη ακόμη κατοίκηση.
Η πόλη Τρεμιθούς, πάντως, δεν φαίνεται να υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική. Επρόκειτο μάλλον για αγροτικό οικισμό που περισσότερο γνωστός έγινε μετά τον 4ο αιώνα μ.Χ., εξαιτίας του αγίου Σπυρίδωνος και της μεγάλης προσωπικής του φήμης και ακτινοβολίας. Από τότε η πόλη έγινε κι έδρα επισκόπου (βλέπε λήμμα Τρεμιθούντος επισκοπή, αμέσως πιο πάνω).
Το 1965-66, όταν γίνονταν επισκευές στο μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνος στην Τρεμετουσιά από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ανακαλύφθηκε ότι αυτό ήταν κτισμένο επί των ερειπίων παλαιοχριστιανικής τρίκλιτης βασιλικής (βλέπε λήμμα Σπυρίδωνος Αγίου μοναστήρι). Από την έρευνα, που δεν ολοκληρώθηκε, προέκυψε ότι μέρος της βασιλικής είχε καταστραφεί τον 6ο μ.Χ. αιώνα, ενώ ολόκληρη η βασιλική καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών (7ος αιώνας κ.ε.) κι αντικαταστάθηκε από άλλη, επίσης τρίκλιτη. Αργότερα, άγνωστο πότε, πήρε τη θέση της τρίτη βασιλική, που κι αυτή καταστράφηκε τον 16ο ή 17ο αιώνα. Βρέθηκαν επίσης αρκετοί τάφοι που χρονολογούνται από τον 13ο μέχρι τον 16ο αιώνα.
Τα πιο πάνω δεδομένα μας δίνουν κάποια ιδέα και για την πορεία της πόλης γενικότερα, που φαίνεται ότι είχε κι αυτή υποφέρει κατά την περίοδο των αραβικών επιδρομών. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι από τότε είχε αρχίσει και η παρακμή της. Δεν φαίνεται όμως να είχε εγκαταλειφθεί το 1191, ύστερα από καταστροφή κι ερήμωσή της από τον βασιλιά της Αγγλίας Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο, όπως μερικοί πιστεύουν. Αντίθετα, ο οικισμός αναφέρεται και σε πηγές της περιόδου της Φραγκοκρατίας, μάλιστα ως αρκετά σημαντικό φέουδο. Περί των στοιχείων αυτών βλέπε στο λήμμα Τρεμετουσιά.