Τραχώνι Λεμεσού

Ο Δήμος της Δυτικής Λεμεσού

Image

Τραχώνι- Trachoni. Xωριό της επαρχίας Λεμεσού, στη χερσόνησο του Ακρωτηρίου, περί τα 8 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Λεμεσού. Μεγάλο μέρος της διοικητικής του έκτασης περιλαμβάνεται στο έδαφος της βρετανικής στρατιωτικής βάσης Ακρωτηρίου-Επισκοπής.

 

Βλέπε λήμμα: Βάσεις Βρετανικές

 

Mε την μεταρρύθμιση του 2022 το Τραχώνι ενσωματώθηκε στον ευρύτερο Δήμο 

της Δυτικής Λεμεσού, με έδρα τον Ύψωνα, ο οποίος αποτελείται από τον δήμο Ύψωνα και τις κοινότητες Ακρωτηρίου, Ασώματου (Λεμεσού), Επισκοπής (Λεμεσού), Ερήμης, Καντού και Κολοσσίου, Σωτήρας (Λεμεσού).

 

Βλέπε λήμματα: Δήμοι- Δημαρχεία και Δήμοι- Δημαρχεία- Οι 20 Δήμοι της μεταρρύθμισης του 2022

 

Το Τραχώνι είναι κτισμένο σε μέσο υψόμετρο 20 μέτρων. Το ανάγλυφο στην περιοχή του είναι καμπίσιο με μια μικρή κλίση από τα βόρεια προς τα νότια. Το ψηλότερο σημείο είναι ο λόφος Βούναρο (52 μέτρα), στα δυτικά του οικισμού.

 

Γεωολογία

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι αποθέσεις του σχηματισμού Αθαλάσσας (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες και άμμοι) και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν εδάφη τέρρα ρόζα, καφκάλλες και προσχωσιγενή.

 

Το Τραχώνι δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 420 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται τα εσπεριδοειδή, τα αμπέλια (επιτραπέζιες και οινοποιήσιμες ποικιλίες), οι ελιές, τα λαχανικά, τα σιτηρά, τα νομευτικά φυτά, λίγα φρουτόδεντρα (κυρίως μηλιές και συκιές) και ελάχιστες χαρουπιές.

 

Συγκοινωνίες- Πληθυσμός

Από συγκοινωνιακής απόψεως, το Τραχώνι συνδέεται στα βορειοανατολικά με την πόλη της Λεμεσού και στα νότια με το χωριό Ασώματος (περί τα 2 χμ.).

 

Το χωριό γνώρισε πληθυσμιακές αυξομειώσεις. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 165 
1891 183 
1901 205 
1911 239 
1921 175 
1931 145 (106 Ελληνοκύπριοι και 39 Τουρκοκύπριοι) 
1946 248 (186 Ελληνοκύπριοι και 62 Τουρκοκύπριοι) 
1960 422 (305 Ελληνοκύπριοι και 117 Τουρκοκύπριοι) 
1973 531 (510 Ελληνοκύπριοι και 21 Τουρκοκύπριοι) 
1976 609 (όλοι Ελληνοκύπριοι) 
1982 1.766 
1992 3.022 
2001 3.294 
2011 3.952
2021 4.569

 

Βλέπε λήμμα: Διακοινοτικές ταραχές

 

Μετά το 1964, εξαιτίας των διακοινοτικών ταραχών που ακολούθησαν την τουρκοκυπριακή ανταρσία, οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του Τραχωνιού εγκατέλειψαν το χωριό τους και μετακινήθηκαν σε γειτονικά αμιγή τουρκοκυπριακά και μεικτά χωριά, στο πλαίσιο οδηγιών της Άγκυρας για δημιουργία στην Κύπρο ισχυρών τουρκοκυπριακών θυλάκων. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974 οι εναπομείναντες Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του Τραχωνιού εξαναγκάστηκαν από την ηγεσία τους να εγκαταλείψουν το χωριό τους και να μεταφερθούν, μαζί με όλους τους άλλους Τουρκοκυπρίους των ελεύθερων περιοχών, για εγκατάσταση στις κατεχόμενες περιοχές. Η μεταφορά τους έγινε το 1975. Στη συνέχεια το χωριό δέχτηκε ένα πολύ μεγάλο αριθμό Ελληνοκυπρίων εκτοπισμένων. Στην περιοχή του δημιουργήθηκαν συνοικισμοί αυτοστέγασης εκτοπισμένων.

 

Βλέπε λήμμα: Πρόσφυγες

 

Ιστορικά στοιχεία

Το χωριό υφίστατο κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια με την ίδια ονομασία. Σε παλαιούς χάρτες βρίσκεται σημειωμένο ως Tracori. Ο ντε Μας Λατρί αναφέρει το χωριό ως φέουδο που ανήκε στο τάγμα των Ναϊτών ιπποτών κατά τον 13ο αιώνα. Όμως μετά τη διάλυση του τάγματος αυτού, στις αρχές του 14ου αιώνα, το Τραχώνι περιήλθε (όπως και τα άλλα χωριά των Ναϊτών) στην κατοχή των Ιωαννιτών ιπποτών. Η ονομασία του χωριού, πάντως, φανερώνει ότι τούτο είναι αρχαιότερο του φράγκικου Μεσαίωνα πιθανότατα ιδρυμένο κατά τα Βυζαντινά χρόνια.

 

Βλέπε λήμματα: Ναϊτες ιππότες και Ιωαννίτες ιππότες

 

Ονομασία

Η ονομασία του χωριού, όπως και του δεύτερου με την ίδια ονομασία, όπως και του προαστίου Τράχωνας της Λευκωσίας, προήλθε από την αρχαία ελληνική λέξη τραχών, που σήμαινε τραχύ και πετρώδες έδαφος όπως λέγει και ο Στράβωνας. Τοποθεσίες με την ονομασία Τράχωνας και Τραχώνι υπάρχουν πολλές στην Κύπρο. Ωστόσο οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του χωριού το ονόμαζαν Kaykale, που σημαίνει πέτρινο οχυρό.

 

Αρχαιότητες

Στην περιοχή του χωριού, και συγκεκριμένα στον λόφο Βούναρο στα δυτικά του, βρέθηκαν αρχαία αντικείμενα που αποδεικνύουν ότι υφίστατο εκεί προϊστορικός οικισμός της Νεολιθικής ή και της Χαλκολιθικής περιόδου.

 

Εκκλησίες

Κοντά στο χωριό βρίσκεται το μικρό μεσαιωνικό ξωκλήσι της Παναγίας, που δέχθηκε διάφορες επισκευές. Η εκκλησία του Αγίου Μάμα κτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στον χώρο παλαιότερου ναού.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

www.polignosi.com