Accipites nisus. Οικογένεια: Falconidae. Αρπακτικό πουλί -γεράκι- που έρχεται στην Κύπρο όταν μεταναστεύει και που συχνά παραμένει για να διαχειμάσει, συνήθως στις πεδιάδες και σε πυκνόφυτες περιοχές. Πετά με μεγάλη ταχύτητα, γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο να αναγνωριστεί όταν πετά.
Το άνω μέρος της κεφαλής του και ολόκληρη η ράχη και οι φτερούγες του έχουν χρώμα βαθύ γκρίζο με ελάχιστα ασπριδερά φτερά στα πλευρά του λαιμού. Η γκριζοκαφέ ουρά του έχει 4-5 μαύρες γραμμές. Ο λαιμός είναι γκριζωπός με ελαφρές καφέ γραμμές. Το υπόλοιπο κάτω μέρος του κορμού του έχει καφέ και μαυριδερές ραβδώσεις. Το πρόσωπο και τα μάγουλά του είναι καφέ και η ίρις των ματιών του πορτοκαλιά. Οι κνήμες και τα πόδια του είναι κίτρινου χρώματος. Το θηλυκό είναι μεγαλύτερο του αρσενικού κι έχει χρώμα γκρίζο στα μάγουλα και στο κάτω μέρος του λαιμού. Η διαφορά μεγέθους μεταξύ θηλυκού και αρσενικού είναι αισθητή. Το μέγεθος των δύο φθάνει τα 28 ως 38 εκατοστόμετρα.
Ο τζ’ικλογέρακος φωλιάζει σε ψηλά δέντρα στις άκρες των δασών σχεδόν σ' ολόκληρη την Ευρώπη (αν και στην Ισπανία είναι πολύ σπάνιος). Στην Κύπρο έρχεται από τα τέλη Σεπτεμβρίου και μένει μέχρι τις αρχές Απριλίου.
Όπως όλα τα αρπακτικά πουλιά, έτσι κι αυτό είναι προστατευόμενο. Ενώ και στην Ελλάδα φωλιάζει και μάλιστα μένει για να διαχειμάσει, ήταν σχεδόν άγνωστο κατά την Αρχαιότητα. Μόνο ο Αριστοτέλης αναφέρει το πουλί αυτό, με το όνομα σπιζίας, γράφοντας ότι είναι ἱέρακος εἶδος. Στην Ελλάδα τον ονομάζουν σήμερα ξεφτέρι, λόγω της μεγάλης ταχύτητάς του.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια