Θαλάσσιο ψάρι της οικογένειας των Μουγιλιδών (Μυgilidae). Στις κυπριακές θάλασσες εμφανίζονται έξι τουλάχιστον είδη. Γενικά ο τζέφαλος (Κέφαλος) έχει μακρύ, κυλινδρικό και ελαφρώς συμπιεσμένο στα πλευρά σώμα, μάλλον πλατύ κεφάλι, μικρό στόμα, μικρά δόντια, στρογγυλά μάτια και μεγάλα λέπια. Ο χρωματισμός του είναι βασικά γκριζομπλέ στη ράχη, πιο ανοιχτόχρωμος στα πλευρά και γκριζοασημένιος στην κοιλιά. Ζει κοπαδιαστά, κάποτε σε μεγάλους αριθμούς, κοντά στις ακρογιαλιές, ιδιαίτερα δε σε λιμάνια, λιμνοθάλασσες, σε υφάλμυρα και κάποτε σε γλυκά νερά. Το κρέας του, που είναι αρκετά καλό σε ποιότητα, τρώγεται βραστό ή τηγανητό. Οι τζέφαλοι, που ζουν σε ακάθαρτα ή μολυσμένα νερά, έχουν κρέας με πολύ άσχημη μυρωδιά. Θεωρείται σαν ένα από τα πιο αγαπημένα ψάρια των ερασιτεχνών ψαράδων, ιδιαίτερα αυτών που ψαρεύουν με το καλαμίδι και δόλωμα ζυμάρι. Επειδή είναι έξυπνο ψάρι ψαρεύεται δύσκολα με τα συνηθισμένα δίχτυα τα οποία αποφεύγει με πηδήματα πάνω από το νερό. Ωστόσο καλά αποτελέσματα έχουν οι ερασιτέχνες με την πραγκαρόλλα*, τον τριζόλο*, πυροφάνι*, κούππα*, φελλάρκα*, κατσόσσοιρο*, και κάποτε με το ψαροντούφεκο.
Τα έξι είδη που απαντώνται στις θάλασσες της Κύπρου είναι:
1) Mugil cephalus (Linnaeus, 1758). Αγγλική ονομασία: Flathead grey mullet. To μήκος του φθάνει κάποτε τα 120 εκ.
2) Mugil capito, Guvier, 1829. Αγγλική ονομασία: Thinlip grey mullet. To μήκος του φθάνει τα 60 εκ. περίπου.
3) Mugil auratus (Risso, 1810). Αγγλική ονομασία: Golden grey mullet. To μήκος του φθάνει τα 50 εκ. περίπου.
4) Mugil saliens, Risso, 1810. Αγγλική ονομασία: Leaping grey mullet. To μήκος του φθάνει τα 40 εκ. περίπου.
5) Mugil chelo, Guvier, 1829. Αγγλική ονομασία: Thicklip grey mullet. To μήκος του φθάνει τα 60 εκ. περίπου.
6) Mugil labeo, Guvier, 1829. Αγγλική ονομασία: Shark-finned mullet. To μήκος του φθάνει κάποτε τα 20 εκ. περίπου.