Στεφανίδου - Φασουλιώτου Καίτη

Image

Ζωγράφος, σύζυγος του επίσης ζωγράφου Τάσου Στεφανίδη.

Η Καίτη Στεφανίδου είναι μια ξεχωριστή περίπτωση στην κυπριακή τέχνη. Κατ’ αρχάς, αποτελεί (όπως και η Ελένη Χαρικλείδου) μια από τις πρώτες σημαντικές γυναικείες παρουσίες της ζωγραφικής του τόπου, μετά την πρωτοπόρο Λουκία Νικολαΐδου.

Επιπρόσθετα, το έργο της Στεφανίδου όχι μόνο είναι εξίσου σπουδαίο συγκριτικά με αυτό των άλλων σημαντικών καλλιτεχνών της γενιάς της και της επόμενης, αλλά επιπλέον δεν παρουσιάζει τις ποιοτικές μεταπτώσεις, ή την επαναλαμβανόμενη μανιέρα της ύστερης δημιουργίας, που εμφανίζει η δουλειά πολλών από αυτούς. Αντίθετα, η πορεία της παρουσιάζει μια άκρως αξιόλογη παραγωγή, η οποία υπόκειται σε συνεχή ανανέωση.

 

Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1925. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών των Αθηνών το 1948-1955 (με διετή προκαταρκτική παρακολούθηση) με δάσκαλό της τον Γιάννη Μόραλη. Επίσης παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στο St. Martin's School του Λονδίνου (1956-1960). Από το 1960, που συμπλήρωσε τις σπουδές της, εργάστηκε στην Κύπρο ως καθηγήτρια τέχνης σε διάφορα γυμνάσια.


Πρωτοεμφανίστηκε στον χώρο της τέχνης το 1961, με συμμετοχή της σε ομαδική έκθεση στην Αθήνα. Έκτοτε οργάνωσε αρκετές ατομικές εκθέσεις έργων της στην Κύπρο. Πήρε επίσης μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Κύπρο και στο εξωτερικό, συμμετείχε δε και σε διεθνείς μπιενάλε (Αλεξανδρείας, 1963, Σάο Πάολο Βραζιλίας, 1971) και άλλες διεθνείς διοργανώσεις (Εδιμβούργο, 1970, Γιουγκοσλαβία, 1971, Αυστραλία, 1988, Νίκαια, 1988 κ.α.).

 

Η πραγματική γνωριμία της Στεφανίδου με τα διεθνή καλλιτεχνικά ρεύματα έλαβε χώρα στην εποχή της παραμονής της στο Λονδίνο, μεταξύ 1956 και 1960, στη διάρκεια της οποίας παρακολούθησε μαθήματα στο St. Martin’s School of Art στα 1956-57. Την ουσιαστική της όμως καλλιτεχνική «μόρφωση», αποτέλεσαν από τη μια η επαφή της με διάφορους καλλιτέχνες, είτε με Έλληνες (όπως τους Κώστα Γραμματόπουλο και Γιάννη Γαΐτη) είτε με ξένους, και από την άλλη οι συνεχείς επισκέψεις της σε μουσεία και γκαλερί, τόσο στο Λονδίνο όσο και στο Παρίσι. «Περισσότερο είδα, παρά ζωγράφισα, αυτά τα χρόνια», λέει η Στεφανίδου.  Στη δεκαετία του ’50, η Νέα Υόρκη αντικατέστησε το Παρίσι ως το κέντρο παραγωγής των πιο σύγχρονων και avant-garde τάσεων της διεθνούς τέχνης. Ταυτόχρονα, το Λονδίνο είχε υπάρξει ένα δευτερευούσης σημασίας, μάλλον συντηρητικό κέντρο στην ιστορία της μοντέρνας τέχνης, από τα τέλη του 19ου αι. μέχρι τη δεκαετία του ’60. Έτσι, αναπόφευκτα ίσως, τα πρώιμα ρεύματα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού (από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα), ήταν αυτά που άσκησαν τη μεγαλύτερη επιρροή στην τότε τέχνη της Στεφανίδου, παρά οι εξελίξεις της δεκαετίας του ’50. Μερικοί πίνακές της, οι οποίοι δημιουργήθηκαν αμέσως μετά την επιστροφή της στην Κύπρο το 1960, καταδεικνύουν αναφορές στον Paul Cézanne και σε ύστερα κυβιστικά ιδιώματα, όπως στον Ορφισμό, με έντονο το παραστατικό στοιχείο, γεγονός που τα φέρνει κοντά και στον ρωσικό «Κυβο-Φουτουρισμό» – όπως σε έργα του Kasimir Malevich από τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα. Η ίδια η Στεφανίδου σημειώνει ως άλλη μια άμεση επιρροή για αυτά της τα έργα, τον Γάλλο κυβιστή André Lhote.

Έργα της βρίσκονται στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος, σε άλλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Κύπρο, Ελλάδα, Αγγλία κ.α.

 

Πέθανε στις 26 Μαρτίου 2012.

 

Βιβλιογραφία

Αντώνης Δανός (2012). “Καίτη Στεφανίδου (1925-2012)”

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image