Μεγάλος Ιταλός ποιητής του 14ου αιώνα. Γεννήθηκε στην πόλη Arezzo της κεντρικής Ιταλίας στις 20 Ιουλίου 1304. Το 1311 ακολούθησε τον πατέρα του στην Αβινιόν, τη γαλλική πόλη, η οποία από το 1305 είχε καταστεί η έδρα των παπών. Εκεί ο Francesco Petrarca πήρε τα πρώτα συστηματικά σχολικά μαθήματα και στη συνέχεια σπούδασε τη νομική επιστήμη, πρώτα στο Montpellier και αργότερα στην Bologna. Οι σπουδές του όμως αυτές δεν τον ικανοποιούσαν γιατί τον τραβούσε η ποίηση. Έτσι όταν το 1326 πέθανε ο πατέρας του, τις διέκοψε και επέστρεψε στην Αβινιόν. Εκεί γνώρισε τη Laura de Noves, γυναίκα του ευγενούς Ugo de Sade. Η Λάουρα έγινε από τότε ο μεγάλος έρωτας της ζωής του και η εμπνεύστρια της ποίησής του, ακόμη και μετά τον θάνατό της.
Από το 1330 ως το 1353, σπρωγμένος από το έμφυτα ανήσυχο πνεύμα του να γνωρίσει τον κόσμο και τους ανθρώπους, πραγματοποίησε μακρά ταξίδια στην Ιταλία και σε ξένες χώρες. Σε μια από τις επανόδους του στην Ιταλία εγκαταστάθηκε στην πόλη Valchiusa, όπου, ανάμεσα στα 1338 και 1339 άρχισε να γράφει τα μεγάλα έργα του. Το Πάσχα του 1341, σε σεμνή τελετή στο Καπιτώλιο της Ρώμης, του προσφέρθηκε τιμητικά το στεφάνι του ποιητή. Τον επόμενο χρόνο άρχισε να μαθαίνει ελληνικά από τον Καλαβρέζο μοναχό Βαρλαάμ. Και ενώ συνέχιζε τα ταξίδια του, πληροφορήθηκε τον θάνατο της Λάουρας, που συνέβη στη μεγάλη επιδημία του 1348, στις 6 Απριλίου, 21 ακριβώς χρόνια από την πρώτη τους συνάντηση. Ύστερα από διαμονή σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας ανάμεσα στα 1353 και 1368, εγκαταστάθηκε τελικά κοντά στην Πάδοβα, όπου έζησε από το 1368 ως τον θάνατό του στις 19 Ιουλίου 1374.
Ο Πετράρχης σ’ όλη τη ζωή του μελετούσε και έγραφε. Υπήρξε συγχρόνως λόγιος, ερευνητής, φιλόσοφος και μεγάλος λυρικός ποιητής. Με τον θαυμασμό του προς τους κλασσικούς υπήρξε προάγγελος του ανθρωπισμού της Αναγέννησης, εκδηλώνοντας έναν άνευ όρων έρωτα προς την ποίηση, πολιτικές ιδέες, απελευθέρωση από το πνεύμα του Μεσαίωνα και τις παραδόσεις του, και εσωτερικές συγκρούσεις. Ζώντας στη μεταβατική περίοδο ανάμεσα στον Μεσαίωνα και τους νεώτερους χρόνους, βρέθηκε μέσα σε μιαν αέναη διακύμανση ανάμεσα στους δυο αντιτιθέμενους κόσμους και μέσα στη συνεχή πάλη ανάμεσα στους ουράνιους οραματισμούς και τις γήινες αναζητήσεις. Για τούτο χαρακτηρίστηκε «το αιώνιο πνεύμα του προοδευτικού ανθρώπου».
Τα έργα του Πετράρχη, ποιητικά και πεζά, φθάνουν τα 25. Τα περισσότερα από αυτά, σχεδόν όλα, είναι γραμμένα στη λατινική, που την προτιμούσε απέναντι στη λαϊκή ιταλική της εποχής του, και την έγραψε με κομψότητα και τελειότητα. Από τα ποιητικά του έργα στη λατινική το σπουδαιότερο είναι η Αφρική (Africa), ποίημα επικό σε εξάμετρους στίχους, που του εξασφάλισε και το ποιητικό στεφάνι. Έμμετρα έργα του είναι και οι Επιστολές (Epistolae Metricae), οι Ενδόμυχοι Ψαλμοί (Psalmi Penitentiales), το Βουκολικό Άσμα (Bucolicum Carmen) και άλλα. Από τα πεζά του έργα στη λατινική αξιοσημείωτο είναι το Μυστικό (Secretum), ένας διάλογος ανάμεσα στον συγγραφέα και τον άγιο Αυγουστίνο, που αποτελεί μιαν αυτοκριτική του Πετράρχη. Ο χαρακτήρας και οι οραματισμοί του γίνονται φανερά και στο έργο του Περί της μοναχικής ζωής (De vita solitaria), στο οποίο εξαίρεται η ανωτερότητα της μοναξιάς και της σιωπής για να φθάσει κανείς στην ελευθερία και στη γαλήνη του πνεύματος. Το ίδιο και στο Περί της γαλήνης των αγίων ανδρών (De otio religiosorum), στο οποίο αντιπαραθέτει τα άγχη των ανθρώπων που ζουν μέσα στην καθημερινότητα και τη γαλήνη της μοναστικής ζωής. Όμως η πιο μεγάλη μαρτυρία των ψυχικών διαθέσεων και της σκέψης του ποιητή βρίσκεται στη συλλογή των Επιστολών του (Epistolae Variae).
Παρά το γεγονός ότι όλα σχεδόν τα έργα του είναι γραμμένα στη λατινική, τη μεγάλη δόξα του ο Πετράρχης την οφείλει στα έργα του που είναι γραμμένα στη λαϊκή ιταλική της εποχής του (lingua volgare). Τα έργα αυτά είναι οι Θρίαμβοι (Triumphi) και η συλλογή ποιημάτων με τον τίτλο Canzoniere (Ασματολόγιο).
Στο έργο του Πετράρχη, όπως και στο έργο των άλλων δυο μεγάλων ποιητών της ίδιας εποχής, του Δάντη (Dante) και του Βοκκάκιου (Boccaccio) υπάρχουν αρκετές αναφορές στην Κύπρο, περιγραφές της και κρίσεις γι’ αυτήν και τους κατοίκους της. Εκτεταμένος λόγος γίνεται στο ποιητικό του έργο Triumphi και στο πεζό του Itinerarium de Janua usque in Hierusalem et Alexandriam (Οδοιπορικό από τη Janua μέχρι την Ιερουσαλήμ και την Αλεξάνδρεια) και μικρότερος στο Canzoniere.
Η Κύπρος, που βρισκόταν τότε κάτω από την εξουσία των Φράγκων Λουζινιάν και στην οποία ήσαν εγκατεστημένες πολυμελείς βενετσιάνικες, γενοβέζικες και άλλες ιταλικές παροικίες, αποτελούσε προέκταση του μεσαιωνικού κόσμου της Δύσης και εμπορικό του κέντρο στην Ανατολή. Ήταν για τούτο πολύ γνωστή στις χώρες της Ευρώπης είτε εξ ακοής είτε από τις επισκέψεις και τη διαμονή πολλών σ’ αυτήν. Γενικά για το νησί είχε σχηματισθεί μια ιδεώδης εικόνα όσον αφορά την ομορφιά του τοπίου της, του κλίματός της και των ανθρώπων της. Έτσι, ιδιαίτερα οι ποιητές, την περιέγραφαν με φωτεινά χρώματα και συνέδεαν πάντοτε το παρόν με το ιστορικό και μυθολογικό της παρελθόν και κυρίως με την Αφροδίτη και τον Έρωτα.
Στην περίπτωση του Πετράρχη παρουσιάζεται μια έντονη αντίθεση ανάμεσα στην περιγραφή που της κάμνει στους Θριάμβους και στο Itinerarium. Στο τέταρτο «Άσμα του Θριάμβου του Έρωτα», σε έκταση σαράντα περίπου στίχων, ο ποιητής φαντάζεται ότι είδε μια συνοδεία, τη συνοδεία του Έρωτα, να πετά προς την Κύπρο, την έδρα του βασιλείου της Αφροδίτης και του γιου της Πόθου. Ο Πόθος-Έρωτας πετά προς την Κύπρο σέρνοντας δεμένους με αλυσίδες ανθρώπους από πολλές χώρες της γης, «από τη θάλασσα της Ινδίας ως τη Θούλη», που τους έχει τοξέψει στην καρδιά και έχει κυριαρχήσει στην ψυχή τους. Άλλοι απ’ αυτούς παρηγοριούνται με την προσδοκία μιας μελλοντικής ερωτικής χαράς, άλλοι όμως κουβαλούν μαζί τους την πίκρα της ερωτικής απογοήτευσης. Ο ποιητής προβαίνει σε μια περιγραφή της Κύπρου, που τη χαρακτηρίζει «τερπνό και τρυφερό νησάκι». Στη μέση του, γράφει, βρίσκεται ένα σκιερό όρος με ευωδιές και γλυκά νερά που διώχνουν κάθε έγνοια από την ψυχή. Στις κοιλάδες του αντηχούν φωνές πουλιών και οι πλαγιές είναι πολύχρωμες: λευκές, πράσινες, κόκκινες, κίτρινες, γκρίζες. Το τοπίο το συμπληρώνουν τρεχούμενα νερά από ζωηρές πηγές, πυκνή σκιά, γλυκές αύρες στο ζεστό καλοκαίρι και θερμός ήλιος στον κρύο χειμώνα, ενώ τα χελιδόνια φθάνουν στον καιρό τους για να χτίσουν με τα ταίρια τους τις φωλιές τους. Εντελώς αντίθετη εικόνα για την Κύπρο δίνει ο Πετράρχης στο πεζό του έργο Itinerarium de Janua usque in Hierusalem et Alexandriam, το οποίο εμφανίζεται και με τους τίτλους Itinerarium ad Sepulcrum nostri Jesu Christi (Οδοιπορικό στον Τάφο του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού) και Itinerarium breve de Janua ad Hierusalem et Terram Sanctam (Σύντομο Οδοιπορικό από τη Janua στην Ιερουσαλήμ και την Αγία Γη). Το έργο αυτό έγραψε ο Πετράρχης σε τέσσερις μόνο μέρες (1-4 Απριλίου του 1358). Αιτία της συγγραφής υπήρξε μια πρόσκληση προς τον Πετράρχη να ταξιδέψει στους Αγίους Τόπους συνοδεύοντας τον ευγενή Giovannolo di Guido da Mandello del Ferro. Ο ποιητής δεν μπόρεσε να τον συνοδεύσει. Αλλά συνέθεσε γρήγορα γι’ αυτόν έναν σύντομο «τουριστικό οδηγό», κάτω από τον τίτλο Itinerarium.... Σ’ αυτόν ο Πετράρχης παρέχει ιστορικές και γεωγραφικές πληροφορίες για τις χώρες που ο ευγενής φίλος του θα επισκεπτόταν και στις οποίες περιλαμβανόταν και η Κύπρος. Η εικόνα που δίνει για το νησί ο Πετράρχης είναι πολύ ζοφερή. Η Κύπρος, γράφει, είναι γνωστή για τη νωθρότητα και τη φιληδονία των κατοίκων της. Σπάνια ή μάλλον ποτέ δεν αναδείχθηκε εκεί κανένας σπουδαίος άνθρωπος, γιατί «οι δυνατοί σπόροι της αρετής δεν μπορούν να φυτρώσουν στο πλαδαρό χωράφι της ηδονής». Τη λαγνεία των κατοίκων της Κύπρου τη φανερώνει και το αφύσικα θερμό κλίμα της, οι αφόρητοι καύσωνες που τη μαστίζουν. Εκεί δεν υπάρχουν ούτε ιππότες ούτε άντρες. Κυριαρχούν η γαλλική αλαζονεία, η συριακή μαλθακότητα και οι ελληνικοί δόλοι και κολακείες. Η τελική συμβουλή του Πετράρχη προς τον φίλο του είναι να μείνει στην Κύπρο όσο μπορεί λιγότερο.
Οι κρίσεις του Πετράρχη για την Κύπρο και τους Κυπρίους δεν είναι μόνο διαφορετικές από όσα γράφει στους Θριάμβους, όσον αφορά τουλάχιστον τη φυσική γεωγραφία του τόπου, αλλά βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό μακριά από την πραγματικότητα, όπως είναι γνωστή από άλλες πηγές. Είναι πολύ πιθανό να επηρεάστηκε από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις της εποχής του και από ανακριβείς πληροφορίες, αν ληφθεί μάλιστα υπ’ όψιν ότι μιλά για έναν τόπο που δεν τον είχε επισκεφθεί ποτέ.
Η Κύπρος απαντάται και σε άλλα δυο σημεία του έργου του Πετράρχη: στο δεύτερο «Άσμα του Θριάμβου του Έρωτα» (Triumphus Cupidinis II, 184) βρίσκεται μια αναφορά στον βασιλιά της Πάφου Πυγμαλίωνα, ενώ στο 280ό ποίημα του Canzoniere ο ποιητής μιλά για τον Έρωτα και την Κύπρο.