Εκκλησιαστικός παράγων, θεολόγος και ιεροκήρυκας, που έζησε κι έδρασε για σύντομο χρονικό διάστημα στην Κύπρο, στις αρχές του αιώνα. Καταγόταν από την περιοχή της Τριπόλεως του Πόντου και φοίτησε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Το 1889 εξαιτίας διαφόρων ενεργειών του, απεβλήθη από τη Σχολή. Στις αρχές του 1901 ήλθε στην Κύπρο όπου εγκαταστάθηκε και όπου, πολύ σύντομα, αναμείχθηκε ενεργά και με πρωταγωνιστικό ρόλο στα εκκλησιαστικά πράγματα του νησιού. Διαδραμάτισε, μεταξύ άλλων, πρωταγωνιστικό ρόλο στην εκκλησιαστική διαμάχη της εποχής, το γνωστό αρχιεπισκοπικό ζήτημα που είχε διχάσει ολόκληρο τον κυπριακό λαό κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα.
Ο Παύλος Κολεσίδης ετάχθη, κατά τη διάρκεια της μεγάλης διαμάχης του αρχιεπισκοπικού, κατά του μητροπολίτη Κιτίου Κυρίλλου (του μετέπειτα αρχιεπισκόπου Κυρίλλου Β') και κατά της παράταξης των Κιτιακών, υποστηρίζοντας την αντίπαλη παράταξη των Κυρηνειακών και του μητροπολίτη Κυρηνείας Κυρίλλου (του μετέπειτα αρχιεπισκόπου Κυρίλλου Γ'). Ο Κολεσίδης κατέστη ένας από τους σφοδρότερους πολέμιους του Κιτίου Κυρίλλου, τον οποίο κατηγορούσε μεταξύ άλλων και ως μασώνο. Κατηγόρησε μάλιστα κι επίσημα τον μητροπολίτη ως μασώνο, σχετικό δε κατηγορητήριο υπέβαλε τόσο προς τον οικουμενικό όσο και τους λοιπούς Ορθόδοξους πατριάρχες.
Αλλά και με σειρά άρθρων του πολέμησε ο Κολεσίδης τον Κιτίου Κύριλλο, τα δε άρθρα του δημοσίευε στο περιοδικό Χριστιανική Αλήθεια, του οποίου ο ίδιος ήταν εκδότης και διευθυντής. Το περιοδικό αυτό, που ήταν 15νθήμερο, εκδιδόταν στη Λευκωσία από τις 15 Ιουλίου 1901 μέχρι τις 15 Νοεμβρίου 1903. Συνολικά εξεδόθησαν 54 μεγάλου σχήματος 8σέλιδα τεύχη. Το περιοδικό του Κολεσίδη μπορεί να θεωρηθεί και ως εκφραστικό όργανο του Θρησκευτικού Συλλόγου «Η Ορθοδοξία» που είχε ιδρυθεί λίγο πιο πριν, το 1900, και που επρόσκειτο στην κυρηνειακήν παράταξη. Όταν ήλθε στην Κύπρο ο Κολεσίδης έγινε ένα από τα βασικά στελέχη της «Ορθοδοξίας».
Κι ο ίδιος όμως πολεμήθηκε σκληρά τόσο από την παράταξη των Κιτιακών (βασικό στέλεχος της οποίας ήταν ο Νικόλαος Καταλάνος) όσο και από τους μασώνους της Κύπρου. Ο οικονομικός και άλλος πόλεμος που του έγινε, λύγισε τον Κολεσίδη που έφθασε — μετά το 1903 — να προτείνει να εκμισθώσει τις υπηρεσίες του και το περιοδικό του στην κιτιακή παράταξη, την οποία μέχρι χθες πολεμούσε. Παρά το ότι ο Κιτίου Κύριλλος του έδωσε «άφεση αμαρτιών», η παράταξή του ωστόσο απέρριψε την προσφορά του Κολεσίδη. Ο τελευταίος, που είχε πολυμελή οικογένεια να θρέψει (σύζυγο και πολλά παιδιά, εννέα κατά μια πληροφορία), κατέληξε τότε να μεταπηδήσει από την ορθοδοξία στον προτεσταντισμό και για κάποιο διάστημα εργαζόταν ως ιεραπόστολος της «Βιβλικής Εταιρείας» (οργανώσεως των Προτεσταντών) αρχικά στην Αμμόχωστο, αργότερα δε στη Λευκωσία και στη Λάρνακα. Τελικά έφυγε από την Κύπρο (γύρω στα 1906) και δεν επέστρεψε ξανά στο νησί.
Ο Κολεσίδης ήταν θερμός υποστηρικτής του εκκλησιαστικού κηρύγματος και, όπως έλεγε ο ίδιος, οι απόψεις του για το κήρυγμα ήταν η αιτία για την οποία είχε εκδιωχθεί από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Κατά το διάστημα της παραμονής του στην Κύπρο ασχολήθηκε και με το κήρυγμα και κήρυττε τακτικά στη Λευκωσία (κάθε Κυριακή απόγευμα και κάθε Πέμπτη βράδυ) από το 1901 μέχρι το 1903.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια