Η Κιλικία είναι μεγάλη παράλια περιοχή της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας, απέναντι ακριβώς από την Κύπρο. Εκτείνεται από τον Κορακήσιο κόλπο (Αλλάγια) μέχρι τον Ισσικό κόλπο (Αλεξανδρέττα) που περιλαμβάνεται στα όριά της. Ανατολικά συνορεύει με την Κομμαγηνή και τη Συρία, βόρεια με την Καππαδοκία, τη Λυκαονία και την Ισαυρία, και δυτικά με την Παμφυλία και την Πισιδία. Σήμερα ανήκει στην Τουρκία.
Με το τμήμα αυτό της Μικράς Ασίας, που βρίσκεται αρκετά κοντά στις βόρειες - βορειοανατολικές ακτές της, η Κύπρος ήταν φυσικό ν' αναπτύξει ποικίλες σχέσεις ήδη από τα αρχαιότατα χρόνια, ιδίως δε εμπορικές. Οι πανάρχαιες σχέσεις Κιλικίας και Κύπρου αντικατοπτρίζονται και στον αρχαίο μύθο για την εγκατάσταση, στην Κιλικία, του Κίλικος, αδελφού του Κάδμου, του Φοίνικος και της Ευρώπης. Η Ευρώπη είχε δώσει το όνομά της στην ομώνυμη ήπειρο, ο Φοίνιξ στη Φοινίκη, ο Κίλιξ στην Κιλικία. Κι όπως παραδίδει ο Τζέτζης (Χιλιάδες, 7.572-575) υπήρχε αρχαίος χρησμός για άφιξη του Κίλικος από την Κιλικία στην Κύπρο:
...Περί δέ τῆς τοῦ Κίλικος ἐλεύσεως εἰς Κύπρον
ἡ σοφωτάτη γυναικῶν οὕτω κατ' ἔπος λέγει
«’Ἒσσεται ἐσσομένοις, ὃτε Πύραμος εὐρυοδίνης
ἠϊόνα προχέων ἱερήν εἰς Κύπρον ἴκηται».
Το χρησμό αυτό της σοφωτάτης γυναικῶν, που ήταν η Σίβυλλα, αρχαίοι συγγραφείς είχαν ερμηνεύσει με διάφορους τρόπους: ότι ο ίδιος ο Κίλιξ εγκαταστάθηκε στην Κύπρο, ότι ο ποταμός Πύραμος με τις προσχώσεις του θα έφθανε από την Κιλικία στην Κύπρο, ότι με τις προσχώσεις η Κιλικία θα ενωνόταν με την Κύπρο κλπ. Εξάλλου οι πανάρχαιες επαφές — που πιθανότατα περιελάμβαναν και διακίνηση πληθυσμών — Κιλικίας και Κύπρου, αντικατοπτρίζονται και σε μια από τις πολλές παραδόσεις γύρω από τον μυθικό βασιλιά της Κύπρου Κινύρα*, που υποστήριζε πως ο Κινύρας ήταν Κίλικας κι είχε εγκατασταθεί στην Κύπρο προερχόμενος από την Κιλικία.
Τον ίδιο αντικατοπτρισμό βλέπουμε και στην παράδοση που διασώζει ο Ευστάθιος Αντιοχείας (Ὑπόμνημα εἰς Ἑξαήμερον) ότι ο Ιωούας (πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης) είχε τρεις γιους: τον Ελισασά από τον οποίο προήλθαν οι Αλισαίοι (=Αιολείς), τον Θαρσή από τον οποίο προήλθαν οι Θαρσείς, οι σημερινοί Κίλικες... και τον Χαθείμ που πήρε την Χεθειμά, δηλαδή τη σημερινή Κύπρο.
Επίσης ο Διογένης Λαέρτιος (1.51) γράφει πως ο σοφός Αθηναίος νομοθέτης Σόλων ήλθε στην Κύπρο όπου ίδρυσε την πόλη των Σόλων, προερχόμενος από την Κιλικία την οποία είχε επισκεφθεί πιο πριν. Έτσι, πόλη με το όνομα Σόλοι υπήρχε και στην Κιλικία και για να ξεχωρίζουν οι κάτοικοι, ονομάζονταν Σολείς οι κάτοικοι των Σόλων της Κιλικίας και Σόλιοι οι κάτοικοι των Σόλων της Κύπρου.
Οι Κίλικες ήσαν λαός πολεμικός κι αναφέρονται ήδη από τον Όμηρο (Ἰλιάς. Ζ, 397 - 415) σε σχέση μάλιστα προς τους Τρώες, αφού ο βασιλιάς τους Ηετίων ήταν πατέρας της Ανδρομάχης, συζύγου του Έκτορος. Η αρχαία ιστορία των Κιλίκων είναι, σε πολλά σημεία της, παράλληλη προς εκείνη των Κυπρίων: Όπως κι οι Κύπριοι, έτσι κι οι Κίλικες υποτάχθηκαν στους Ασσύριους. Αργότερα υποτάχθηκαν στους Πέρσες τους οποίους κι ενίσχυσαν σε διάφορες πολεμικές δραστηριότητες, όπως κι οι Κύπριοι. Ο Ηρόδοτος (3.91,1) γράφει ότι και οι Κίλικες και οι Κύπριοι και άλλοι λαοί πλήρωναν φόρους στους Πέρσες. Ο Ξενοφών (Κύρου Παιδεία, 7.4, 1-2) γράφει ότι οι Κίλικες και οι Κύπριοι με πολλή προθυμία προσεταιρίστηκαν τον βασιλιά των Περσών Κύρο, κι όταν ο τελευταίος εξεστράτευσε στην Καρία, Κίλικες δέ καί Κύπριοι πάνυ προθύμως αὐτῷ συνεστράτευσαν. Γι' αυτόν το λόγο, προσθέτει ο Ξενοφών, ο βασιλιάς των Περσών δεν έστειλε ποτέ Πέρση σατράπη για να διοικεί τους Κίλικες και τους Κυπρίους, ἀλλ' ἤρκουν αὐτῷ ἀεί οἱ ἐπιχώριοι βασιλεύοντες. Μετά το θάνατο του Κύρου όμως του Νεοτέρου, στην Κιλικία στάλθηκε Πέρσης σατράπης, όχι όμως και στην Κύπρο. Παρόμοια προς τον Ξενοφώντα γράφει κι ο Ζωναράς (Χρονογραφία, 3.26).
Άλλη γνωστή συνεργασία Κιλίκων και Κυπρίων με τους Πέρσες συνέβη επί ημερών του Ξέρξη, μετά την αποτυχημένη επανάσταση των Κυπρίων κατά των Περσών (Ονήσιλος) και την εκ νέου υποδούλωση του νησιού στους Πέρσες. Μετά τη νέα υποδούλωση της Κύπρου, στο νησί τοποθετήθηκαν φιλοπέρσες βασιλιάδες που, λίγο αργότερα, ενίσχυσαν με κυπριακό ναυτικό τη μεγάλη εκστρατεία του Ξέρξη κατά της Ελλάδος. Στην εκστρατεία μετείχαν, μεταξύ πολλών άλλων, και δυνάμεις από την Κύπρο και την Κιλικία. Όπως γράφει ο Ηρόδοτος (6.6,1), τοῦ δέ ναυτικοῦ [του Ξέρξη] Φοίνικες μέν ἦσαν προθυμότατοι, συνεστρατεύοντο δέ καί Κύπριοι, νεωστί κατεστραμμένοι [=μόλις πρόσφατα υποταγμένοι] καί Κίλικές τε καί Αἰγύπτιοι.
Στη ναυμαχία όμως της Σαλαμίνος (480 π.Χ.), που έληξε με λαμπρή ελληνική νίκη και καταστροφή του στόλου του Ξέρξη, ούτε οι Κύπριοι, ούτε οι Κίλικες, ούτε οι Αιγύπτιοι, ούτε οι Πάμφυλοι πολέμησαν με προθυμία και ακριβώς η στάση τους αυτή κατά τη μάχη συνέτεινε στην ολοκλήρωση της ελληνικής νίκης. Τόσο οι Κύπριοι όσο και οι Κίλικες χαρακτηρίστηκαν τότε από την Αρτεμισία σαν «κακοί δούλοι» αντί «καλοί σύμμαχοι» του Ξέρξη (Ηρόδοτος, 8.68γ). Ο δε Μαρδόνιος, προσπαθώντας να παρηγορήσει τον Ξέρξη, του έλεγε πως «αν οι Φοίνικες κι οι Αιγύπτιοι κι οι Κύπριοι κι οι Κίλικες αποδείχτηκαν δειλοί, αυτή η δειλία δεν είναι σωστό να βαραίνει τους Πέρσες (Ηρόδοτος, 8.100,4).
Η επόμενη πολεμική συνεργασία Κυπρίων - Κιλίκων - Φοινίκων συνέβη κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Αθηναίων υπό τον Κίμωνα, γι’ απελευθέρωση της Κύπρου από τον περσικό ζυγό (449 π.Χ.). Όταν ο Κίμων έφθασε με τον αθηναϊκό στόλο στην Κύπρο, κατέλαβε εύκολα το Μάριον όπου τοποθέτησε Έλληνα βασιλιά και στη συνέχεια πολιόρκησε το Κίτιον, το προπύργιο των Φοινίκων στο νησί. Κατά των δυνάμεων του Κίμωνος παρατάχθηκαν ενωμένες δυνάμεις Κυπρίων, Φοινίκων και Κιλίκων, που όμως ηττήθηκαν από τους Αθηναίους. Όπως αναφέρει ο Αίλιος Αριστείδης (Παναθηναϊκός, 151.19), οι Αθηναίοι «δεν έχασαν καμιά ευκαιρία για να δώσουν δείγματα της ανδρείας τους, πολεμώντας στη θάλασσα με τους Φοίνικες και τους Κίλικες και τους Κυπρίους μαζί, αλλά αντιμετωπίζοντας και τους κινδύνους των μαχών στη ξηρά ενάντια σ' όλους μαζί τους υπηκόους των Περσών...».
Στο Κίτιον όμως ο Κίμων πέθανε (είτε από επιδημία είτε ύστερα από τραυματισμό του) χωρίς να ολοκληρώσει τη νίκη του και πριν πετύχει το σκοπό του. Ο στόλος του αποφάσισε τότε να επιστρέψει στην Αθήνα. Όπως γράφει ο Θουκυδίδης (1.112,4), Κίμωνος ἀποθανόντος καί λιμοῦ γενομένου ἀπεχώρησαν [οι Αθηναίοι] ἀπό Κιτίου, καί πλεύσαντες ὑπέρ Σαλαμῖνος τῆς ἐν Κύπρῳ Φοίνιξι καί Κίλιξιν ἐναυμάχησαν καί ἐπεζομάχησαν ἃμα καί νικήσαντες ἀμφότερα ἀπεχώρησαν. ..
Δηλαδή στη Σαλαμίνα της Κύπρου οι Αθηναίοι συγκρούστηκαν με τους Φοίνικες και με τους Κίλικες τόσο στη θάλασσα όσο και στη ξηρά και νίκησαν και στις δυο μάχες πριν αναχωρήσουν για την πατρίδα τους. Ο Κίμων ήταν ήδη νεκρός, κι από τις δυο αυτές νίκες γεννήθηκε το επίγραμμα για τον Αθηναίο αυτό στρατηγό ότι «και νεκρός ενίκα».
Προκύπτει από την παράθεση των γεγονότων ότι οι Κίλικες διατηρούσαν στην Κύπρο — ή έστειλαν — πεζικές και ναυτικές δυνάμεις που αγωνίζονταν στο πλευρό των συμμάχων τους Φοινίκων αλλά και των Κυπρίων εκείνων που έτρεφαν φιλοπερσικά αισθήματα ή ήταν ταγμένοι στο πλευρό των Φοινίκων, ή ακόμη ήσαν αναγκασμένοι να τηρούν τέτοια στάση. Όπως εξάλλου γράφει ο Διόδωρος Σικελιώτης (11.60,5), προκειμένου ν' αντιμετωπίσουν τον Κίμωνα και τους Αθηναίους (λίγα χρόνια πριν από την μοιραία για τον Κίμωνα εκστρατεία, οπότε ο Αθηναίος αυτός ήρωας βρισκόταν πάλι στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου) οι Πέρσες τό μέν πεζικόν στράτευμα δι' ἑαυτῶν κατεσκεύασαν [=το σχημάτισαν από δικές τους δυνάμεις, δηλαδή επιστρατεύοντας Πέρσες] τό δέ ναυτικόν ἤθροισαν [συγκέντρωσαν] ἐκ τε Φοινίκης καί Κύπρου καί Κιλικίας.
Στην Κιλικία, εξάλλου, γινόταν η συνάθροιση των περσικών στρατευμάτων κι απ' εκεί στέλνονταν στην Κύπρο για να καταστέλλουν τις επαναστάσεις στο νησί, κι απ’ εκεί τροφοδοτούνταν. Τούτο συνέβη και κατά τη διάρκεια της επανάστασης του Ονήσιλου και, αργότερα, κατά τη διάρκεια του πολέμου του Ευαγόρα Α' κατά των Περσών. Για στρατολόγηση, πάλι, στρατιωτικών δυνάμεων (ιδίως ναυτικού) από τους Πέρσες, που γινόταν στην Κύπρο, στη Φοινίκη και στην Κιλικία, ομιλεί και ο Ισοκράτης (Φίλιππος, 102). Ο Ισοκράτης λέγει επίσης (Ευαγόρας, 62) ότι ο Κύπριος βασιλιάς Ευαγόρας Α' κατά τη διάρκεια του πολέμου του εναντίον των Περσών «τόσο άξιος στάθηκε ...ώστε πήρε σχεδόν ολόκληρη την Κύπρο, λεηλάτησε τη Φοινίκη, κατέλαβε με πολιορκία την Τύρο και υποκίνησε επανάσταση (κατά των Περσών) στην Κιλικία».
Υπήρχε πάλι και η περίπτωση που αρκετοί από την Κιλικία και τη Συρία εντάσσονταν εθελοντικά στις περσικές δυνάμεις που στέλνονταν στην Κύπρο, με την ελπίδα του κέρδους από τις λεηλασίες (Διόδωρος, 16.41.9).
Η Κιλικία καταλήφθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο, στην αχανή αυτοκρατορία του οποίου είχε ενταχθεί και η Κύπρος, κι απετέλεσε χωριστή επαρχία. Ωστόσο επί των διαδόχων του έγινε θέατρο σκληρών συγκρούσεων μεταξύ των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων, μέχρι που κυριεύθηκε από τον Αντίοχο. Το 103 π.Χ. καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους, αλλά λίγο αργότερα υποτάχθηκε στον Μιθριδάτη για να καταληφθεί πάλι οριστικά από τους Ρωμαίους το 92 π.Χ.
Για ένα περίπου αιώνα, από τα μέσα του 2ου ως τα μέσα του 1ου π.Χ. αιώνα, οι ακτές της Κιλικίας απετέλεσαν ορμητήριο πολλών πειρατών που λυμαίνονταν όχι μόνο την ανατολική αλλά κι ολόκληρη τη Μεσόγειο θάλασσα, μέχρι το Γιβραλτάρ. Μεταξύ των πειρατών αυτών περιλαμβάνονταν και Κύπριοι.
Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Αππιανός (Μιθριδάτειος, 92), «γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο όλοι οι πειρατές λέγονταν μ’ ένα όνομα Κίλικες... αν και μετείχαν μαζί και Σύροι και Κύπριοι και Πάμφυλοι και Πόντιοι και σχεδόν όλα τα ανατολικά έθνη που ...διάλεξαν τη θάλασσα αντί τη ξηρά κι έγιναν πολύ γρήγορα αρκετές δεκάδες χιλιάδες...».
Για ακμή των κουρσάρων της Κιλικίας, που βρίσκανε βοήθεια και συμπαράσταση στην Κύπρο, κάνει λόγο κι ο Στράβων, που αναφέρει ότι η σύλληψη ενός Ρωμαίου, του Πόπλιου Κλωδίου Πούλχερ, από τους πειρατές αυτούς, στάθηκε η αιτία για την κατάληψη και της Κύπρου από τους Ρωμαίους.
Κατά των πειρατών ανέλαβαν επιχειρήσεις οι Ρωμαίοι, με κυριότερη την εκστρατεία του Πομπήιου (67 - 63 π.Χ.) που ξεκαθάρισε τις θάλασσες και κατέλαβε και το ορμητήριό τους, την Κιλικία, που έγινε τότε ρωμαϊκή επαρχία. Στην επαρχία της Κιλικίας εντάχθηκε και η Κύπρος. Μετά τον διαχωρισμό της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τόσο η Κιλικία όσο και η Κύπρος περιήλθαν στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, δηλαδή στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, κι εντάχθηκαν στην επαρχία της Εώας (=Ανατολής). Τον 7ο μ.Χ. αιώνα η Κιλικία καταλήφθηκε από τους Άραβες, αλλά ανακαταλήφθηκε από τον Νικηφόρο Φωκά το 965 μ.Χ. Οι Οθωμανοί Τούρκοι την κατέλαβαν στα τέλη του 15ου αιώνα. Μετά το τέλος του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου παραχωρήθηκε από τους συμμάχους στη Γαλλία, αλλά το 1921 περιήλθε και πάλι στην κατοχή των Τούρκων.
Κατά το πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα εξοντώθηκε από τους Τούρκους ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Κιλικίας. Αρκετοί Αρμένιοι επίσης αναγκάστηκαν, εξαιτίας των σκληρότατων διωγμών των Τούρκων, να έλθουν από την Κιλικία στην Κύπρο όπου κι εγκαταστάθηκαν. Στην Κιλικία είχαν μεταναστεύσει Αρμένιοι κατά τον 11ο αιώνα μετά την κατάκτηση της χώρας τους από τους Σελτζούκους κι είχαν ιδρύσει το βασίλειο της Μικρής Αρμενίας που κι αυτό κατακτήθηκε από τους Μαμελούκους το 1382. Έτσι, για τις σχέσεις Κύπρου και Κιλικίας κατά τα μεσαιωνικά χρόνια βλέπε στα λήμματα Αρμένιοι, Φραγκοκρατία, Σταυροφορίες.
Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ