Στα ακριτικά ποιήματα παρουσιάζεται συνήθως στον πληθυντικό Κατσίγγανοι και κάποτε και με τον τύπο Κατσίγκαρτος (Χρ. Κυπριανού, Τό Παγκύπριον Γυμνάσιον καί ἡ Λαογραφία, τόμ. Α', 1967, σ. 172).
Οι Κατσίγγανοι (=Ατσίγγανοι), τρεις συνήθως τον αριθμό, παρουσιάζονται σε μερικές από τις παραλλαγές των ακριτικών που έχουν θέμα την απαγωγή της κόρης του Αλιάντρη ή του Λεβάντη από τον Διγενή. Σε μια παραλλαγή που δημοσιεύει ο Π. Ξιούτας με τίτλο «Ὁ Διενής» ( Ἀπό τά τραγούδια μας, 1938, σσ. 85-89) ο Διγενής μαθαίνει τυχαία από τρεις διερχόμενους Κατσίγγανους για την κόρη και την «αυλή» του Αλιάντρη:
Τζ 'αι σαν εσκαλοπότιζεν ο Διενής περβόλιν
ερέσσαν τρεις Κατσίγγανοι, τρεις ξήησες κρατούσαν,
Ο ένας ξηά τζ'αι το σπαθίν τζ'ι ο άλλος το τουφέτζ'ιν
ο τρίτος τζ' ο καλλύττερος απάνω στες αυλάες.
-Όσες αυλές τζ'ι' αν είδαμεν τζ'ι' όσες [αυλές] τζ'ι' αδ δούμεν
σαν τ' Αλιάντρη την αυλήν [άλλην αυλήδ] δεν έσ 'ει.
Παππέσσω [εμ] με το [ψηφίμ] παππέξω με τον τόρνον,
τα παναθυροκάμαρα με το μαρκαριτάριν τζ'αι μέσα δκιατζ'ινεύκεται όμορφογ κοριτσάτζ'ιν,
σήμμερ' αρκόν αρμάζουν το [τζ'αι] με τον κυρ Γιαννάτζ'ην.
Τζ'ο Διενής μακρά 'νήτουν τζ'ι' ούλλα καλάκουσέν τα
διπλόν τραππήιν έδωκεν τζ’ι’' ευρέθηκεν ομπρός τους.
(Ο.π.π. 86, στ. 16-27).
Ο Διγενής ζητά πληροφορίες και αυτοί επαναλαμβάνουν την διήγησή τους για την αυλή και την κόρη του Αλιάντρη. Τότε ο Διγενής στέλλει τον ένα, προφανώς τον καλλύττερον που ξηούσεν πάνω στες αυλάες, σαν προξενητή για την κόρη του Αλιάντρη. Ο προξενητής Κατσίγγανος αποτυγχάνει γιατί οι γονείς της κόρης αρνούνται και απορρίπτουν διαρρήδην την πρόταση.
Με παραγγελία, όμως, και καθοδήγηση του Κατσίγγανου ο Διγενής κατασκευάζει από μαύρο πεύκο ένα ταμπούρι , πηγαίνει κάτω από το παράθυρο της κόρης και παίζει. Όταν ο Διγενής πιάνει σαν βενέτικον ποτήριν το διτζ'ίμιν που κουτρουμπελλά η λυγερή, αυτή φεύγει μαζί του.
Στην παραλλαγή που δημοσίευσε ο Στίλπων Κυριακίδης («Ο Διγενής Ακρίτας», 1926, σσ. 140 -149, Ακαδημία Αθηνών, Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, τόμ. Α', 1962, σσ. 10-16 - Βασική Βιβλιοθήκη, τόμ. 46, Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, τόμ. Α', 1958, σσ. 7-14),οι Κατσίγγανοι είναι με πολλούς άλλους καλεσμένοι στον γάμο της κόρης του Λεβάντου με τον Γιαννακό. Ενώ πάνε στον γάμο ο ένας ξηάτουν για σπαθί τζ'ι ο άλλος για κοντάριν, ο τρίτος τζ'ι ο καλλύττερος για την αυλή του Λεβάντου. Ο Διγενής ακούει την διήγηση, ζητά πληροφορίες και στη συνέχεια παραγγέλλει στους Κατσίγγανους να πάνε προξενητές αλλά αυτοί αρνούνται (ό.π.π., στ. 51-52):
-Στογ γάμον μάς καλέσασιν, προξενητές 'έν πάμεν.
Τζ'αι εύρε τον Φιλιοπαππούν, προξενητής νά πάει.
Το έργο του προξενητή αναλαμβάνει ο Φιλιοπαππούς (=Φιλόπαππος), ο οποίος επίσης αποτυγχάνει αλλά ο Διγενής με την καθοδήγησή του κατασκευάζει ταμπουράν, περνά τις δοκιμασίες και απάγει την νιόνυφφη κόρη του Λεβάντου.