Τοποθεσία στη χερσόνησο του Ακρωτηρίου, στο έδαφος της βρετανικής βάσης Ακρωτηρίου, όπου υφίσταται αρχαιολογικός χώρος. Στον χώρο υπάρχουν τόσο αρχαίοι λαξευτοί τάφοι όσο και κατάλοιπα οικισμού που φαίνεται να είχε ακμάσει κυρίως κατά την Ελληνιστική εποχή και αργότερα, μέχρι και τα Πρωτοβυζαντινά χρόνια. Ο οικισμός πιθανότατα καταστράφηκε στα μέσα του 7ου μ.Χ. αιώνα λόγω των πρώτων αραβικών επιδρομών. Αρχαιολογική έρευνα και ανασκαφή μικρού τμήματος του χώρου έγινε τον Οκτώβριο – Νοέμβριο του 2007 υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου Ελένης Προκοπίου, με την υποστήριξη των αρχών της βρετανικής βάσης και με τη συμμετοχή 5 Άγγλων αρχαιολόγων και 2 μελών του Πανεπιστημίου του Pontificio του Βατικανού.
Η ανασκαφή έφερε σε φως τα κατάλοιπα μεγάλου και πολυτελούς ναού της Παλαιοχριστιανικής περιόδου, που προκαταρκτικά χρονολογήθηκε μάλλον στον 6ο αιώνα. Αποκαλύφθηκε μεγάλο τμήμα του όλου οικοδομήματος, εκτάσεως 230 τετραγωνικών μέτρων. Στο κέντρο του τμήματος αυτού βρέθηκε αξιοσημείωτος κεντρικός υπερυψωμένος χώρος με ασβεστολιθικές βάσεις διαφράγματος. Δεν είναι βέβαιο εάν επρόκειτο για τμήμα του ιερού βήματος ή για κάτι άλλο. Το σύνολο του ανασκαφέντος χώρου διασώζει δάπεδα με ψηφιδωτές διακοσμήσεις αποτελούμενες από γεωμετρικά σχήματα, σε 16 τάπητες, με διαφορετικά ο κάθε ένας σχέδια. Τα ψηφιδωτά αυτά δάπεδα σώθηκαν σε άριστη κατάσταση. Βρέθηκαν επίσης πολλά αρχιτεκτονικά μέλη, κυρίως από προκοννήσιο μάρμαρο, όπως θραύσματα κιόνων, κορινθιακού ρυθμού κιονόκρανα, θωράκια με σταυρούς κ.α. Βρέθηκαν επίσης θραύσματα αρχιτεκτονικών μελών από ασβεστιτικό ψαμμίτη και τοπικό κογχυλιάτη λίθο, από τους οποίους είχαν γίνει θολίτες καμαρών, κοσμήτες, επίκρανα παραστάδων, υφαψίδια κ.α.
Χαρακτηριστική της πολυτέλειας του οικοδομήματος είναι και η παρουσία πολλών θραυσμάτων από πλακίδια ορθομαρμάρωσης, επίσης από (εισαγμένο) μάρμαρο της Προκοννήσου, πολλά από τα οποία αποτελούσαν τμήματα γεωμετρικών συνθέσεων. Βρέθηκαν επίσης πλακίδια εντοίχιου μαρμαροθετήματος, σε σχήματα μελών του ανθρωπίνου σώματος, από κιτρινωπό μάρμαρο από την Ιταλία. Μεταξύ τους υπήρχαν και μικρές ράβδοι πλαισίων από ποικιλόχρωμα μάρμαρα ιταλικής και αιγυπτιακής προέλευσης. Αυτά όλα φανερώνουν ότι όχι μόνο το δάπεδο αλλά και οι τοίχοι του οικοδομήματος είχαν διακοσμηθεί με πολυτέλεια.
Μερικές πλάκες δαπέδου από προκοννήσιο μάρμαρο αλλά και από κυπριακό γυψομάρμαρο, που βρέθηκαν πάνω από τα ψηφιδωτά δάπεδα, δείχνουν ότι υπήρχε και όροφος που γκρεμίστηκε. Άλλο χαρακτηριστικό της πολυτελούς κατασκευής, ήταν η διακόσμηση φωτιστικών διαφραγμάτων με βιτρό, όπως υπέδειξαν πολλά θραύσματα μικρών υαλοπινάκων που βρέθηκαν. Φαίνεται ότι υπήρχαν ακόμη και εντοίχια ψηφιδωτά, αφού βρέθηκαν πολλές ποικιλόχρωμες ψηφίδες εκ των οποίων άλλες από γυαλί, άλλες από φαγεντιανό πηλό, άλλες από κοχύλια μαργαριταριών και κάποιες με ίχνη επιχρύσωσης.
Σημαντικό εύρημα κατά τις ανασκαφές του 2011, θεωρείται η ανεύρεση μιας προτομής, έργο του 7ου μ.χ. αιώνα. Πιστεύεται ότι πρόκειται για προτομή του βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου, που εικονίζεται σαν Μέγας Αλέξανδρος. Ήταν η πρώτη φορά που ανακαλύφθηκε στην Κύπρο γλυπτή προτομή της βυζαντινής περιόδου. Οι ανασκαφές στην περιοχή ανακάλυψαν τα κατάλοιπα και δεύτερου μεγάλου ναού, μιας τρίκλιτης βασιλικής, που όπως και η πρώτη, κοσμείτο και με ψηφιδωτά δάπεδα. Θεωρείται ότι η δεύτερη αυτή βασιλική ήταν κτίσμα των αρχών του 7ου μΧ. αιώνα. Πιστεύεται ότι ο οικισμός που είχε αναπτυχθεί στην περιοχή ήταν και το λιμάνι της πόλης του Κουρίου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια