Ανάπλασις

Η Αγάπη της Ομορφιάς

Image

Σ’ έν’ ακρογιάλι που ύψωνε λατρείες προς τη σελήνη

το χέρι - σου με χάιδευε λευκό απαλό σα φώς.

Ουραναστάλαχτη παντού απλωνότανε γαλήνη

Μες την καρδιά - μου σβύνονταν ο πόνος ο παληός.

 

Μυρωδικού στην αμμουδιά ξέσκεπα βάζα οι κρίνοι

Χαμένα από τη θάλασσα τα κύματα κι ο αφρός.

Αντίκρυ - μου άνοιγε ήρεμα του όμορφου λόγου η κρήνη

Και στις σιωπές, ως αύρας πνοή, βιολιού περνούσε αχός.

 

Πόση ομορφάδα    στάλαξε μες στην ψυχή - μου τότες!

Τα λόγια πέφτανε απαλά σα λουλουδένιες νότες.

Τα μάτια σάμπως έβλεπαν εικόνες μυστικές.

 

Στο τέλος η βαθειά σιωπή σ' όλο τον κόσμο εχύθη.

Τότε ήρθε η χαύνα η έκσταση σαν όνειρο και λήθη

κι ανάμεσα εσταθήκανε γης και ουρανού οι ψυχές.

 

Παύλος Βαλδασερίδης

(Από τη συλλογή «Ἡ  Ἀγάπη τῆς ὀμορφιᾶς»).