Μικρή βούρκα. Η λέξη, υποκορ. της βούρκας, υποδήλωνε κάθε μικρού μεγέθους δερμάτινο σακίδιο που χρησιμοποιούσαν σε παλαιότερες εποχές οι χωρικοί, όπως οι καπνοσακούλες, τα πουγγιά κ.α.
Η λέξη απαντάται, κυρίως σε λαϊκά και δημοτικά τραγούδια, να υποδηλώνει και την ίδια τη βούρκα. Πρβλ:
... Τζ'αι πκιάννει το βουρκάτζ'ιν του,
αντάν πεινά να τρώει.
Τζ'αι βάλλει το βλασσάκιν του,
αντάν διψά να πίννει...