Στα κυπριακά νερά το επαγγελματικό ψάρεμα γίνεται κυρίως με τις κλασικές ξύλινες κυπριακές ψαρόβαρκες, αλλά και με τράτες καθώς και με λίγα σκάφη άλλων τύπων. Οι βάρκες ψαρεύουν τόσο στα αβαθή νερά όσο και στο πέλαγος (ψάρεμα ξιφία) εποχιακά, αφού τολμούν κι ακολουθούν στην ανοικτή θάλασσα τα μεγαλύτερα σκάφη. Έξω από τα χωρικά ύδατα της Κύπρου, και κυρίως στο πέλαγος μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου, ψαρεύουν κυρίως ξιφίες σκάφη τόσο από την Κύπρο, όσο και από την Ελλάδα και την Ιταλία.
Οι θάλασσες γύρω από την Κύπρο δεν είναι πολύ πλούσιες σε ποσότητες ψαριών, γι’ αυτό και η εγχώρια παραγωγή αλιευμάτων δεν ικανοποιεί πλήρως τις ανάγκες του νησιού σε θαλασσινές τροφές. Οι ανάγκες αυτές είναι ιδιαίτερα αυξημένες κατά τους καλοκαιρινούς μήνες οπότε καταφθάνουν στην Κύπρο και πολλές χιλιάδες ξένοι τουρίστες. Όμως, διάφορα είδη ψαριών που ζουν στα κυπριακά νερά, χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα νόστιμα (μπαρμπούνι, λιθρίνι, σιναγρίδα, ορφός, σκάρος, σορκός, μούρμουρος, μινέρι κλπ).
Προσπάθειες για αύξηση της εγχώριας παραγωγής με την θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια άρχισαν πειραματικά το 1971 στο Μπογάζι Αμμοχώστου από το Τμήμα Αλιείας. Ο πειραματικός αυτός σταθμός απωλέσθη το 1974 εξαιτίας της τουρκικής εισβολής. Οι προσπάθειες άρχισαν πάλι αργότερα στην Πάφο και συνεχίζονται. Παράλληλα, κατά τα τελευταία χρόνια άρχισαν τη λειτουργία τους και ιδιωτικά ιχθυοτροφεία.
Αν και αλιεύονται ακόμη και σήμερα στην Κύπρο τα σφουγγάρια, τούτο γίνεται σε πολύ μικρή κλίμακα. Παλαιότερα έρχονταν στην Κύπρο για σφουγγάρια αρκετά αλιευτικά σκάφη από τα ελληνικά νησιά.