Αμερικανός περιηγητής του 19ου αιώνα και συγγραφέας πολλών βιβλίων, ταξιδιωτικών και άλλων, μεταξύ των οποίων και τα βιβλία Saunterings (Περιπλανήσεις), Back-Log Studies (Αποθέματα Μελετών), My Summer in a Garden (Το Καλοκαίρι μου σε ένα Κήπο). Πολυταξιδεμένος, αφηγήθηκε στα βιβλία του με γλαφυρό τρόπο τις εντυπώσεις του από διάφορα μέρη.
Ένα από τα ταξίδια του έγινε στην Εγγύς και Μέση Ανατολή το χειμώνα και την άνοιξη του έτους 1875. Περιηγήθηκε τότε την Αίγυπτο, τους Αγίους Τόπους, τη Συρία, την Κύπρο, την Ελλάδα και την Κωνσταντινούπολη. Καρπός των εμπειριών εκείνου του ταξιδιού υπήρξαν δύο βιβλία: My Winter on the Nile among Mummies and Moslems (Ο Χειμώνας μου στο Νείλο, ανάμεσα σε Μούμιες και Μουσουλμάνους), που εξεδόθη το 1876 και In the Levant (Στην Εγγύς Ανατολή). Στο δεύτερο, που εξεδόθη στη Βοστόνη το 1877, περιλαμβάνεται και ένα κεφάλαιο αφιερωμένο στην Κύπρο, το 18ο κεφάλαιο που καλύπτει τις σελίδες 229–241.
Ο Ντάτλι ήλθε στην Κύπρο στις 22 Απριλίου 1875, προερχόμενος από τη Βηρυτό και ύστερα από μακρά παραμονή σε Αίγυπτο, Παλαιστίνη και Συρία. Παρέμεινε στο νησί για σύντομο χρόνο, γι’ αυτό και δεν είχε να αφηγηθεί πολλές εντυπώσεις ή να κάνει περιγραφές. Ασχολήθηκε κυρίως με τις άφθονες και εντυπωσιακές αρχαιότητες της Κύπρου, που εκείνη ακριβώς την περίοδο άρχισαν να αποκαλύπτονται σε πολύ μεγάλη έκταση.
Ο Ντάτλι είδε την Κύπρο κατά τα τέλη της μακράς και σκοτεινής περιόδου της Τουρκοκρατίας, που είχε οδηγήσει το νησί σε κατάσταση πλήρους παρακμής. Η σκληρή αυτή περίοδος τερματίστηκε 3 χρόνια μετά την επίσκεψη του Ντάτλι, με την έλευση των Άγγλων το 1878. Στο κείμενό του ο επισκέπτης αυτός ασχολείται κυρίως με τους αρχαίους θησαυρούς της Κύπρου που συστηματικά λεηλατούνταν από αυτόκλητους «αρχαιολόγους» της εποχής, αισχρούς τυμβωρύχους και ληστές, που στόχευαν στο κέρδος παρουσιαζόμενοι ως λάτρεις των αρχαιοτήτων. Κυριότερος εκπρόσωπος αυτής της ομάδας των αδίστακτων ληστών ήταν αυτή την περίοδο ο περιβόητος Λουίτζι Πάλμα ντι Τσεσνόλα , ιταλικής καταγωγής, πρόξενος των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κύπρο, στου οποίου τις δραστηριότητες αναφέρεται ο επισκέπτης Τσαρλς Ντάτλι Γουόρνερ.
Ο επισκέπτης δίνει πάντως και λίγες πληροφορίες για τη Λάρνακα, όπου και έφθασε, αναφέρεται σε μερικά μνημεία και αξιοθέατα της περιοχής, όπως το τέμενος Χαλά Σουλτάν Τεκκέ, πληροφορεί ότι στη Λάρνακα λειτουργούσε ήδη ένα μοναστήρι Φραγκισκανών, επισκέφθηκε το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Κοντού όπου γινόταν τότε ακριβώς μεγάλο πανηγύρι (ήταν η γιορτή του αγίου Γεωργίου) και δίνει μερικές πληροφορίες για το ιστορικό παρελθόν της Κύπρου.
Κυρίως όμως αναφέρεται στις «ανασκαφικές» δραστηριότητες του Τσεσνόλα, σχεδόν σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της Κύπρου, από την Πάφο και το Κούριον μέχρι το Ιδάλιον, τους Γόλγους, το Κίτιον κλπ. Αναφέρεται επίσης σε μία νεότερη συλλογή αρχαιοτήτων του Τσεσνόλα, που τη μελέτησε, ενώ η κύρια συλλογή του, με πολλές χιλιάδες έργων τέχνης όλων των ειδών, είχε ήδη φυγαδευθεί από το νησί και καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Αλλά και για τα αρχαία ευρήματα της νεότερης αυτής συλλογής, που περιελάμβαναν και τον περίφημο «θησαυρό του Κουρίου», ο επισκέπτης εκφράζει μεγάλο θαυμασμό. (Βλέπε Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης).
«...Ομολογώ», καταλήγει στο κείμενό του, «ότι η ακτινοβολία αυτών των θησαυρών και η γοητεία των συνδέσεών τους με τους ευφυείς ανθρώπους της Αρχαιότητας, μετέτρεψε το γυμνό νησί της Κύπρου, καθώς πλέαμε μακριά του κατά το χρυσό ηλιοβασίλεμα, σε ένα χώρο όλων των πιθανοτήτων, και αισθάνθηκα την επιθυμία να πάρω τον Στράβωνά μου και τη σκαπάνη και να περιδιαβάσω προς διερεύνηση των ιερών του χώρων...»
Φυσικά τότε, σε εποχή κατά την οποία η Κύπρος παρουσίαζε μία καθολική εικόνα πλήρους παρακμής, οι ιδιαίτερα πολύτιμοι και εντυπωσιακοί αρχαίοι της θησαυροί αποτελούσαν μία κραυγαλέα αντίθεση που πολύ εξέπληττε.