Φιλούμενος Χασάπης ιερομάρτυρας

Image

Κύπριος αρχιμανδρίτης του πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ο οποίος δολοφονήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 1979 στο Φρέαρ του Ιακώβ. Δίδυμος αδελφός του αρχιμανδρίτη Ελπιδίου. Γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1913 στην ενορία του Αγίου Σάββα στη Λευκωσία και είχε το λαϊκό όνομα Σοφοκλής. Το 1928 κατέφυγε μαζί με τον αδελφό του Ελπίδιο στην Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, όπου και παρέμειναν μέχρι το 1934, οπότε μετέβησαν στα Ιεροσόλυμα και γράφτηκαν στο γυμνάσιο του Παναγίου Τάφου, από όπου αποφοίτησαν το 1939.

 

Ο Φιλούμενος εκάρη μοναχός το 1937 και δύο χρόνια αργότερα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1939, αμέσως μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο, χειροτονήθηκε διάκονος. Πρεσβύτερος έγινε την 1η Νοεμβρίου 1943 και πέντε χρόνια αργότερα, στις 20 Μαρτίου 1948, προεχειρίσθη σε αρχιμανδρίτη. Υπηρέτησε σε πάρα πολλά διακονήματα και προσκυνήματα ξεκινώντας από το πατριαρχείο, όπου διορίστηκε εργοδηγός το 1940. Στη συνέχεια, από τον Ιούνιο του 1940 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1941, μόνασε στο μοναστήρι του Αγίου Σάββα και αμέσως μετά επέστρεψε στο πατριαρχείο, όπου ανέλαβε επιμελητής των πατριαρχικών γραφείων. Στις 15 Ιουλίου 1944 του ανατέθηκε το διακόνημα του βοηθού φροντιστή στο κεντρικό μαγειρείο. Τον Φεβρουάριο του 1946 διορίστηκε ηγούμενος στην Τιβεριάδα μέχρι τον Μάρτιο του 1953, οπότε και διορίστηκε ηγούμενος στην Ιόππη. Εκεί παρέμεινε για έξι περίπου χρόνια, μέχρι τις 6 Νοεμβρίου 1959, οπότε ανακλήθηκε στο πατριαρχείο και διορίστηκε διευθυντής του οικοτροφείου της Πατριαρχικής Σχολής. 

 

Υπηρέτησε και σε αρκετά άλλα διακονήματα, όπως από τις 9 Μαΐου 1961 μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 1962 ως ηγούμενος στη μονή Αρχαγγέλου, στη συνέχεια μέχρι τις 7 Αυγούστου 1965 ως ηγούμενος στη Ραμάλλα, ακολούθως μέχρι τις 12 Αυγούστου 1967 ως ηγούμενος στη μονή του Αββά Θεοδοσίου και αμέσως μετά, μέχρι τις 18 Αυγούστου 1970, ως ηγούμενος στη μονή του Προφήτη Ηλία. Στη συνέχεια μέχρι τις 14 Ιανουαρίου 1976, στη Ραμάλλα και πάλι, και ακολούθως, στις 8 Μαΐου 1979, στο Φρέαρ του Ιακώβ.

 

Σε όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του ως μέλος της αγιοταφικής αδελφότητας ο Φιλούμενος έζησε αθόρυβα και ταπεινά. Η ασκητική ζωή και η ακρίβεια της τήρησης των μοναχικών ιδεωδών ήσαν τα κυριότερα χαρακτηριστικά που τον διέκριναν.

 

Στο τελευταίο του διακόνημα στο Φρέαρ του Ιακώβ τον επισκέπτονταν καθημερινά φανατικοί Εβραίοι, οι οποίοι απαιτούσαν τη μετατροπή του χώρου σε ιουδαϊκό προσκύνημα. Ο Φιλούμενος απέφευγε να τους προκαλεί και με ευγένεια εξηγούσε πως το Φρέαρ του Ιακώβ ανήκε στους Χριστιανούς από πολλούς αιώνες. Τελικά, στις 29 Νοεμβρίου 1979, μέρα που η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του αγίου Φιλουμένου, άγνωστοι του επιτέθηκαν με τσεκούρι και τον δολοφόνησαν ενώ τελούσε τον εσπερινό. Στη συνέχεια λεηλάτησαν την εκκλησία και φεύγοντας έριξαν χειροβομβίδα ολοκληρώνοντας το βέβηλο έργο τους. Η ταφή του Φιλουμένου έγινε στο κοιμητήριο της αγιοταφικής αδελφότητας στην Αγία Σιών στις 4 Δεκεμβρίου 1979.

 

Το 1983, κατά την κηδεία θανόντος μέλους της αδελφότητας, ανοίχθηκε ο τάφος του για να γίνει ανακομιδή των οστών του. Το σώμα όμως του νεκρού αρχιμανδρίτη ήταν ανέπαφο και σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παρευρισκομένων, ευωδίαζε. Ξανάκλεισαν τον τάφο μέχρι τα Χριστούγεννα του 1984, οπότε κατά την κηδεία του αρχιεπισκόπου Πέλλης Κλαυδίου ανοίχθηκε και πάλι. Το σώμα εξακολουθούσε να είναι αναλλοίωτο, οπότε τοποθετήθηκε σε γυάλινη λειψανοθήκη στο βόρειο τμήμα του Αγίου Βήματος στον ιερό ναό της Αγίας Σιών. Ο αρχιμανδρίτης Φιλούμενος εθεωρείτο ως ένας από τους σύγχρονους νεομάρτυρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

 

Τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ανακήρυξε τον Φιλούμενο ως ιερομάρτυρα και τον κατέταξε στο αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η μνήμη του ορίστηκε να εορτάζεται στις 29 Νοεμβρίου, ημερομηνία του μαρτυρικού του θανάτου. Η ανακήρυξη του Φιλουμένου σε ιερομάρτυρα έγινε σε ειδική λειτουργία που τελέστηκε από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεόφιλο Γ΄ στο ναό του Φρέατος του Ιακώβ στην πόλη Ναμπλούς της Σαμάρειας. Κατά την τελετή, που έγινε στις 29 Νοεμβρίου 2009, αναγνώστηκε και η Συνοδική Πράξη του Πατριαρχείου με την οποία ο Φιλούμενος ανακηρύχθηκε σε ιερομάρτυρα.