Διακοινοτικές ταραχές

Οι πρώτες συγκρούσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων

Image

Στη νεότερη κυπριακή ιστορία, οι συγκρούσεις και τα διάφορα επεισόδια μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου χρονολογούνται από την αρχή του 20ού αιώνα και σχετίζονται με το αίτημα και τον αγώνα των Ελλήνων του νησιού για ένωση της πατρίδας τους με την Ελλάδα, και με την αντίδραση των Τούρκων.

 

Οι πρώτες διακοινοτικές ταραχές επί Αγγλοκρατίας σημειώθηκαν με την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων 1912-13 όταν οι Ε/κ διαδήλωναν μαζικά υπέρ της Ελλάδας ενώ ομάδες Ε/κ μετέβησαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν ως εθελοντές.  Οι Τουρκοκύπριοι λογικά τάχθηκαν με το μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η οποία το 1912 δέκτηκε κοινή επίθεση από την Ελλάδα, την Βουλγαρία και τη Σερβία. Την αφορμή των ταραχών έδωσαν κάποιες επιθέσεις  Τουρκοκυπρίων  σε μαθητές του Παγκυπρίου Γυμνασίου στη Λευκωσία το οποίο αποτελούσε την εποχή και ένα από τα φυτώρια του Εθελοντισμού  συγκροτώντας μάλιστα και το λεγόμενο Ιερό Λόχο. 

 

Μαθητές του Παγκυπρίου

Στις 11 Μαΐου 1912, μία μαθητική εκδρομή στον Άγιο Ιλαρίωνα της Κερύνειας, ήταν η αρχή του κακού για τις πρώτες σοβαρές διακοινοτικές ταραχές στο νησί. Οι μαθητές του Παγκυπρίου Γυμνασίου επισκέφθηκαν το Κάστρο του Πενταδακτύλου. Εκεί τους επιτέθηκαν Τούρκοι μετατρέποντας την εκδρομή σε σύγκρουση η οποία απλώθηκε σε ολόκληρη την Κύπρο. Η ένταση μεταδόθηκε σε Αγία Άννα, Καλαβασό, Τόχνη, Λεύκα, Άγιο Θεόδωρο Λάρνακας και αλλού.

 

Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 24 Μαΐου, μία ομάδα σαράντα-εννέα μαθητών του Γυμνασίου Λευκωσίας συνοδευόμενη από δυο καθηγητές επέστρεφε πεζή από εκδρομή στην Ιερά Μονή Χρυσοστόμου δέχθηκε επίθεση από Τουρκοκύπριους βοσκούς, στον τουρκοκυπριακό οικισμό Μάνδρες Χαμίτιε.

 

Αποτέλεσμα της επίθεσης ήταν ο σοβαρός τραυματισμός δύο καθηγητών και τριών μαθητών, ενώ οι υπόλοιποι μαθητές «καταδιωκόμενοι με μαχαίρια και πέτρες από τους Τουρκοκύπριους χωρικούς διασπάρθηκαν στα γύρω χωράφια» και το επόμενο πρωί κατόρθωσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Η είδηση δεν άργησε να κυκλοφορήσει αναταραχή επικράτησε σε ολόκληρη την πρωτεύουσα. Το πρωτοφανές είναι, σύμφωνα με μελέτη της Δρας Μαγδαληνή Αντρέου, πως η αστυνομία απέτρεψε τους άοπλους γονείς και συγγενείς των μαθητών από το να μεταβούν στο χωριό ώστε να μάθουν νέα των δικών τους. Την ίδια στιγμή όμως, όπως αναφέρει η εφημερίδα Ελευθερία, η αστυνομία επέτρεψε τη συγκέντρωση ένοπλων ομάδων εντός και εκτός της πόλης. Αποκορύφωμα όμως της έντασης, ήταν η 27η Μαΐου, όταν η γιορτή του Κατακλυσμού στη Λεμεσό βάφτηκε με αίμα.

 

Ταραχές στη Λεμεσό

Στις 14  Μαΐου του 1912 σημειώθηκαν στη Λεμεσό οι πρώτες μετά την Οθωμανοκρατία  σοβαρές διακοινοτικές ταραχές ανάμεσα σε τούρκους και έλληνες με πολλούς νεκρούς και τραυματίες και στις δυό πλευρές. Τα ακριβή αίτια που προκάλεσαν τα γεγονότα παραμένουν ασαφή και σκοτεινά, με έντονες τις υποψίες, με βάση δημοσιεύματα της εποχής για υποχθόνιο ρόλο των Άγγλων στο πλαίσιο της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε». Οι Βρετανοί σε σχέση με τις ταραχές παντως διόρισαν ανακριτική επιτροπή αποτελούμενη από τον διοικητή Λεμεσού W. Bolton καί τους δικαστές Στ. Σταυρινάκη καί Σαμή Εφ. Γιορκαντζήπαση. Ουδέποτε  έγινε γνωστό το πόρισμα της.

 

Οι  ταραχές εξιστορούνται μέσα από σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Αλήθεια» της Λεμεσού ημερομηνίας 18 Μαΐου 1912:


«Το ήσυχο πανηγύρι του Κατακλυσμού κατέληξε φε! το απόγευμα της Δευτέρας εις αιματηράν τραγωδίαν, ήτις παρ' ολίγον να είχε τρομακτικά καθαυτό αποτελέσματα, μεταβαλλόμενων των συμπλοκών εις μίαν αγρίαν φυλετικήν σύρραξιν εξοντώσεως των δύο συνοίκων φυλών.
Το αίμα έβαψεν άφθονον το ειρηνικόν έδαφος, οπού διεξήγετο η φαιδρότερα των Πανηγύρεων, και πωληταί και αγορασταί, ανήκοντες εις τας δύο εθνότητας και ζώντες μέχρι της στιγμής εκείνης εν σχετική αρμονία, μετεβλήθησαν εντός ολίγων λεπτών εις αγρίους αντιπάλους, ζητούντας να σφάξουν αλλήλους. Τα φυλετικά ένστικτα επρόβαλαν αμέσως εν όλη τη αγρία μεγαλοπρεπεία των και η λαϊκή ψυχή ορμητική εις τα αισθήματα της, συνεταράχθη βαθύτατα εξεγερθέντος του θρησκευτικού και φυλετικού μίσους το οποίον εκληρονόμησεν από τόσας γενεάς.


Εις τούτο συνέτεινε πάντως και η κατάστασις των πνευμάτων, τα όποια ευρίσκοντο εν εξάψει εκατέρωθεν συνεπεία των τελευταίων πολιτικών γεγονότων και της υπό των Τούρκων επιθέσεως κατά των μαθητών του εν Λευκωσία Γυμνασίου.


Η πρώτη συμπλοκή συνέβη εις Τζαμούδαν περί την 4ην μ.μ. η αφορμή δ' εδόθη υπό ομίλου Τούρκων οίτινες τρις διήλθον εφ' αμάξης δια της Τζιαμούδας, επιδεικτικώς προκαλούντες και πειράζοντες τους ημετέρους. Την τρίτην μάλιστα φοράν, κατά πληροφορίας ακριβείς, οι Τούρκοι κατήλθον της αμάξης και εισήλθον εις το Ελληνικόν καφενείον της Τζαμούδας εξηρεθισμένοι ιδίως εκ της θέας της Ελληνικής σημαίας δι ης εκοσμείτο το καφενείον. Εισελθόντες ήλθον εις λόγους προς τινας εν αύτω εκ των ημετέρων, μετ' ου πολύ δε ήλθον και εις χείρας και επλήγωσαν δύο εις τον ώμον, ενώ εδέχοντο και αυτοί κτυπήματα καρεκλών και ξύλων από τους αόπλους οίτινες αμέριμνοι εκάθηντο ησύχως εντός του καφενείου. Μετά το κατόρθωμα τούτο οι Τούρκοι ταραξίαι ετράπησαν εις φυγήν, ενώ οι δικοί μας κατεδίωκον αυτούς, και εκάλουν συγχρόνως εις βοήθειαν και άλλους. Η συνοικία έγεινεν, ως είκός, ανάστατος αμέσως και εις τους ήχους του κρουομένου μετ' ου πολύ κώδωνος προσέτρεξαν εκατοντάδες ανθρώπων, οι οποίοι εξηρεθισμένοι πλέον εζήτουν μεγαλοφώνως να τραπούν προς την Τουρκικήν συνοικίαν. Τούτο πράγματι και εγένετο, μάτην προσπαθούντος του διευθυντού της Αστυνομίας να εμπόδιση το κίνημα. Οι Τζαμουδιώτες εξαγριωμένοι διηυθήνθησαν προς την παρά τον ποταμόν Τουρκικήν συνοικίαν, οπόθεν τέλος δια των συμβουλών τινών εγκρίτων πολιτών επέστρεψαν εν σώματι προς την πόλιν, ήτις ήτο ήδη ανάστατος από εξωγκωμένας ειδήσεις. Η έξαψις ήτο τοιαύτη, ώστε δυστυχώς το κακόν δεν ήτο ανθρωπίνως δυνατόν να προληφθεί. Οι εκ της Τζαμούδας εισελθόντες εν σώματι εις την πόλιν συνηντήθησαν προς τινάς Οθωμανούς παρά την οδόν Βικτωρίας και η σύρραξις αγρία και γενική πλέον επήλθε μοιραίως. Ο σπινθήρ μετεδόθη εις όλην την πόλιν και ιδίως εις τον δρόμον τον φέροντα προς το Διοικητήριον, όπου ήτο το μέγα πλήθος των πανηγυριστών. Τι ηπηκολούθησεν δεν είνε βεβαίως εύκολον να περιγραφή. Αλλ' η φήμη περί συγκρούσεως εις την Τζαμούδαν μετέδωκε κατ' αρχάς τον πανικόν εις τον γυναικείον και παιδικόν κόσμον, όστις ηρξατο φεύγων με θόρυβον και φωνάς και τρεχάματα. ΄Επειτα η συμπλοκή εγενίκευθη ταχύτατα και το πανηγύρι μετετράπη εις λυσσαλέον πόλεμον, εις τον οποίον κάθε Έλλην εκτύπα αδιακρίτως κάθε Τούρκον και ο Τούρκος κάθε ΄Ελληνα. Κάμαι εξήστραψαν, ρόπαλα ανυψούντο και κατέπιπτον και όλα εκεί κάτω, τραπέζια, καρέκλαι, έπιπλα μετεβλήθησαν εις τόσα όργανα φονικά.


Την στιγμήν εκείνην πάντες οι άνδρες της Αστυνομίας εξήλθαν ένοπλοι του Καταστήματος της Αστυνομίας με την λόγχην εφ όπλου τούτο δ' επέτεινεν την ταραχήν και την σύγχισιν και εγένετο αφορμή να συμβούν τα περισσότερα δυστυχήματα, διότι οι διευθύνοντες την αστυνομικήν δύναμιν χωρίς λόγον ισχυρόν και χωρίς να αναμετρήσουν τας συνεπείας, έδωκαν διαταγήν εις τους ζαπτιέδες εξ ών οι πλείστοι σημειωτέον ότι ήσαν Τούρκοι, να μεταχειρισθούν τάς λόγχας των και να πυροβολήσουν μάλιστα κατά του πλήθους. Λέγουν δ' άνευ λόγου καθαυτό, διότι την στιγμήν εκείνην εις την πλατείαν του Διοικητηρίου και τα πέριξ δεν υπήρχον παρά μόνον Έλληνες, διότι οι ολίγοι Τούρκοι είχον απωθηθή εντός των καφενείων των, ενώ άλλοι είχον καταφύγει εντός αυτής της Αστυνομίας. Δεν υπήρχε λοιπόν λόγος να διαταχθή πυρ κατά του κόσμου ο οποίος επί τέλους ούτε ένοπλος ήτο, άλλ' ούτε κατά της εξουσίας εστρέφετο. Δεν ευρίσκομεν δια τούτο λόγους να εκφράσομεν την αγανάκτησιν και την αποδοκιμασίαν ημών κατά του απάνθρωπου μέτρου και απορούμεν πώς εδόθη τοιαύτη εξουσία εις κατώτερα φανατικά όργανα,τα οποία επυροβόλουν από των παραθύρων της Αστυνομίας κατ' αυτής της μάζης του κόσμου και χωρίς να αποβλέπωσιν εις συμπλεκομένους ή μη άλλ' αδιακρίτως κατά παντός όστις έτυχε να ευρεθή εις την πανήγυριν του Κατακλυσμού.


Υπό τοιούτους ορούς και με τοιαύτην αντίληψιν της εκπληρώσεως των αστυνομικών καθηκόντων, άπορον δεν είνε πώς είχομεν τόσα θύματα και δη τόσας θανατηφόρους πληγάς. Αι αστυνομικαί σφαίραι εσύριζον προς πάσας τας διευθύνσεις, δυστυχώς δε ουχί πάντοτε εις μόνον τον αέρα. Πολλοί υπήρξαν οι οποίοι επληγώθησαν από σφαίρας —πάντες αυτοί ΄Ελληνες κατά παράδοξον αληθινά σύμπτωσιν — δύο δε και εβλήθησαν κατάστηθα και κατέπεσαν δια να μην εγερθώσιν αλοίμονον ποτέ, το εκ Πάχνας παλικκάριν και και ο ατυχής μαθητής του Γυμνασίου Θουκιδίδης Λαμπής ο οποίος εδέχθη την δολοφόνον σφαίραν ριφθείσαν από του παραθύρου της Αστυνομίας ενώ είχεν καταφύγει δια να σωθή εις γειτονικόν εκεί φούρνον.


Ούτω η ατυχής ανάμιξις της Αστυνομίας επεδείνωσεν την κατάστασιν και αν επέφερεν εν τέλει την λήξιν της συμπλοκής, κατώρθωσε τούτο με θυσίαν πολυτίμου και αθώου αίματος, το οποίον πάντως άνευ αυτής δεν θα εχύνετο με τοσαύτην φευ! άφθονίαν. Αι συμπλοκαί παύουσιν κατ' αυτόν τον τρόπον εδώ, δια να ανανεωθώσι μετ' ολίγον αλλού, κατέπαυσαν τέλος ολοσχερώς κατά την εσπέραν, οπότε οι Τούρκοι είχον συγκεντρωθή απαξάπαντες υπό την προστασίαν της Αστυνομίας εις διάφορα κέντρα, από τα όποια αργότερα μετεφέρθησαν τη συνοδεία ζαπτιέδων εις τα σπίτια των. Ταυτοχρόνως σχεδόν κατέφθανεν από τα Πολεμίδια και ο Λόχος του αγγλικού στρατού, κληθείς εσπευσμένως προς φύλαξιν της πόλεως. Ο στρατός δυνάμει διατάγματος του Μ.Αρμοστού καταλαβών την πόλιν, διεμοιράσθη εις διάφορα κέντρα, οπόθεν ένοπλος φυλάττει την τάξιν. Αλλ' η τάξις βραδύτατα επανέρχεται, διότι ο κόσμος διατελεί εν αναστατώσει αληθινή, την οποίαν δυστυχώς υποθάλπουσι ποικίλας ψευδείς και γελοίαι διαδόσεις.

Τα θύματα

Και τώρα ο θλιβερός απολογισμός της ατυχέστατης συρράξεως. Κατά τας πληροφορίας του κυβερνητικού ιατρού 46 τραυματίαι Έλληνες και Τούρκοι διήλθον δια τού Δημοτικού Νοσοκομείου. Εκ τούτων τινές φέρουσιν πληγάς εκ των αστυνομικών όπλων, άλλοι από ρεβόλβερ, και οι περισσότεροι από άλλα αμβλέα όργανα. Είς είνε σοβαρώτερον πληγωμένος και ενδέχεται να αποθάνη. Αλλ’ εις τούτους δέον να προστεθή και εικοσάς τουλάχιστον άλλων τραυματιών, οίτινες νοσηλεύονται εις ιδιωτικά οικήματα και κλινικάς ώστε ο ολικός αριθμός των τραυματιών πρέπει να υπολογισθεί εις 60—70.


Μεταξύ των βαρέως πληγωμένων συγκαταλέγεται επίσης, δυστυχώς, και ο γνωστός αθλητής και πανελληνιονίκης Κώστας Γεωργίου, όστις εδέχθη τραύμα σοβαρώτατον εις το άνω μέρος του μηρού δια μαχαίρας, ήτις του απέκοψε την αρτηρίαν. Το τραύμα κατηνέχθη ύπο Τούρκου, τον οποίον το ωραίον παλληκάρι έκρατει χαμαί ύπο τους πόδας του. Η κατάστασις του συμπαθέστατου νέου, εμπνέει δυστυχώς ακόμη μεγάλας ανησυχίας. (Σημ. Θα υποκύψει από σηψαιμία λίγες μέρες μετά. )


Ως προς τους νεκρούς ο αριθμός αυτών περιορισθείς κατ' αρχάς εις τρείς ανήλθε δυστυχώς την επαύριον εις πέντε, εξ ων τρείς Έλληνες καί δύο Οθωμανοί, δύο εκ των βαρέως πληγωμένων θανόντων την νύκτα. Οι φονευθέντες εκ των ιδικών μας ( είνε ο Κωστής Τίκκης ράπτης, ο εκ Πάχνας χωρικός και ο πολύκλαυστος μαθητής Θουκυδίδης Λαμπής ο οποίος δεν ηδυνήθη να επιζήσει εις το διαμπερές τραύμα της αστυνομικής σφαίρας, ήτις του διετρύπησε το ήπαρ. Επίσης υπό σφαίρας των αστυνομικών όπλων απέθανε και ο Παχνιώτης χωρικός, ενώ οΤίκκης έπεσε κατά την συμπλοκή υπό καιρίου τραύματος δια μαχαίρα το οποίον του κατήνεγκεν εκ των όπισθεν κάποιος άγνωστος Τούρκος.»


Μέσα από την καταγραφή των γεγονότων της εφημερίδας Αλήθεια προβάλλει συγκεκαλυμμένος ο ρόλος των Άγγλων. Ρόλος για το οποίον ο τότε Μητροπολίτης Κιτίου ( και αργότερα διατελέσας Οικουμενικός Πατριάρχης, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων Μελέτιος Μεταξάκης, διαμαρτυρήθηκε έντονα στον άγγλο διοικητή χαρακτηρίζοντας «δολοφονική» την επίθεση της Αστυνομίας. 


Στην πάνδημη κηδεία του παλληκαριού αθλητή Κώστα Γεωργίου (νονός του οποίου ήταν ο ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης) στην οποία χοροστάτησε ο Μεταξάκης εξεφώνησαν επικήδειους οι Ν. Κλ. Λανίτης, Χριστόδουλος Χουρμούζιος, Αριστόδημος Πηλαβάκης και Μενέλαος Δ. Φραγκούδης. Από τον  επικήδειο του Μ. Φραγκούδη παραθέτουμε το ακόλουθο συγκινητικό απόσπασμα:

 

«Κοίταξε ειρωνεία! Το μαχαίρι δεν τον πέτυχε κατάστηθα, δεν τούκοψε με μιας παλληκαρίσια της ζωής το νήμα. Τον βρήκε στο πόδι, στο πόδι το γρήγορο, το δυνατό πού τον έφερε θριαμβευτή στο δρόμο της ζωής του. Τον έριξε σ’ ένα κρεβάτι πόνου με μια ασήμαντη ελπίδα να ζήσει μια πανάθλια ζωή, σακάτης για πάντα. Ειρωνεία! Ο Κώστας ο φτεροπόδαρος με δεκανίκια! Αλλ’ όχι, ή Μοίρα δεν θέλησε σπλαχνικά να τον ποτίσει καί το ύστερο αυτό φαρμάκι».


Ο Κώστας Πιλάβάκης γράφει στο βιβλίο του «Η Λεμεσός σε άλλους καιρούς»:


«Η ψυχρότητα ανάμεσα στις δύο φυλές κράτησε για ένα χρόνο περίπου. Ελάχιστοι Τούρκοι παρουσιάσθηκαν τον επόμενο χρόνο στη γιορτή του Κατακλυσμού. Οι συναλλαγές όμως γρήγορα επανελήφθησαν και η επικοινωνία των δυο συνοίκων στοιχείων δεν άργησε να γίνει στενή όπως και πριν από τις ταραχές. Σ' αυτό συνετέλεσε και η στάση του Μητροπολίτου Μεταξάκη που εξέδωσε εγκύκλιο «δι' ειρήνευσιν προς τους Μωαμεθανούς συμπολίτας η μάλλον συνδούλους ημών έχοντας τόσα κοινά συμφέροντα κοινωνικά, πολιτικά και προσωπικών σχέσεων».

 

Οι σφαγές του 1958

Την περίοδο 1957-58 οι Τουρκοκύπριοι επιθυμούν να στείλουν ισχυρό μήνυμα υπέρ της διχοτόμησης αντιδρώντας στη δράση της ΕΟΚΑ και στο αίτημα των Ελληνοκυπρίων για Ένωση. Το πιο σημαντικό και συνάμα τραγικό συμβάν ήταν η σφαγή στο Κιόνελι που διαπράχθηκε από εξτρεμιστές Τουρκοκυπρίους, στα χωράφια μεταξύ των χωριών Κιόνελι και Ορτά Κιογιού στις 12 Ιουνίου του 1958, όπου εν ψυχρώ σφαγιάστηκαν 8 Ελληνοκύπριοι από το χωριό Κοντεμένος. Οι συγκρούσεις Ε/κ και Τ/κ επεκτάθηκαν την περίοδο αυτή με τη Λευκωσία να γίνεταοι επικεντρο της αντιπαράθεσης. Τα βρετανικά στρατεύματα ύψωσαν την περίοδο αυτή τα πρώτα συρματομπλέγματα διαχωρισμού της Λευκωσίας, κάτι που αποτέλεσε πρόδρομο της Πράσινης Γραμμής.

Την ίδια περίοδο ξεκινά και ένας μίνι εμφύλιος μεταξύ των Ελληνοκυπρίων με την ΕΟΚΑ να προχωρεί σε σε δημόσιες, πόλλες φορές, εκτελέσεις μελών της Αριστεράς.

 

Στο πλαίσιο των ταραχών  τουρκοκυπριακές οργανωμένες εξτρεμιστικές ομάδες επετίθεντο εναντίον  Ελληνοκυπρίων, στη Λευκωσία και σε άλλα μέρη του νησιού  πυρπολούσαν κτίρια, λεηλατούσαν περιουσίες, ενώ διέπραξαν και εν ψυχρώ δολοφονίες. Τότε σημειώθηκε και το πρώτο προσφυγικό ρεύμα στην Κύπρο, όταν Έλληνες Κύπριοι που κατοικούσαν σε χωριά ή συνοικίες πόλεων όπου πλειοψηφούσε το τουρκικό στοιχείο, είχαν εξαναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Κατά τη διάρκεια των ταραχών εκκενώθηκαν επίσης και αρκετά Τ/κ χωριά. 

 

Από την πλευρά της η ΕΟΚΑ υποστήριζε ότι μέχρι το καλοκαίρι του 1958, έναντι μελών της τουρκοκυπριακής κοινότητας αφορούσαν αποκλειστικά περιπτώσεις αστυνομικών.

 

Ο Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος Σενέρ Λεβέντ ισχυρίστηκε μετά από συνέντευξη με έναν πρώην διοικητή της ΤΜΤ ότι είναι πιθανό ότι η φωτογραφία που δείχνει μια μητέρα και τα νεκρά παιδιά της σε μια μπανιέρα που σκοτώθηκαν από τους Ελληνοκύπριους να δημιουργήθηκε από την ΤΜΤ. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η ΤΜΤ άλλαξε επίσης τη θέση των σωμάτων για να φαίνονται οι φωτογραφίες πιο «αποτελεσματικές».

 

 

 

Ο ιδρυτής της ΤΜΤ, Ραούφ Ντενκτάς ομολόγησε δημοσίως σε συνέντευξη στο βρετανικό κανάλι ITV, ότι η ΤΜΤ ήταν υπεύθυνη για την βομβιστική επίθεση του Γραφείου Τύπου του Τούρκου Προξένου στην τουρκική γειτονιά της Λευκωσίας, στις 7 Ιουνίου 1958 για να κινητοποιήθούν οι Τουρκοκύπριοι.

 

Ένα ακόμη άρθρο που δημοσίευσε η πρώην τουρκοκυπριακή εφημερίδα Zafer Kıbrıslı Türklerindir, αποκαλύψε τις δολοφονίες διαφόρων Τουρκοκυπρίων που συνέχισαν να υποστηρίζουν τους Ελληνοκύπριους από την ΤΜΤ το 1958

 

Η τουρκοκυπριακή εφημερίδα Avrupa σε έρευνα της υποστήριξε  ότι η ΤΜΤ ήταν επίσης υπεύθυνη για το θάνατο δύο Τουρκοκυπρίων δικηγόρων το 1962. Τόσο ο Αϊχάν Χικμέτ όσο και ο Αχμέτ Μουζαφέρ Γκουρκάν ήταν  δικηγόροι που, μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου (1960), ίδρυσαν το Δημοκρατικό Κόμμα Τουρκοκυπριακού Λαού που είχε ως αρχές του την ειλικρινή φιλία και την ουσιαστική συνεργασία μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στην Κύπρο, προκειμένου όχι μόνο να λειτουργήσει αλλά και να προοδεύσει το νεοϊδρυθέν κυπριακό κράτος.

Επιπλέον, ο εκδότης της Σενέρ Λεβέντ ισχυρίστηκε ότι ο πραγματικός δολοφόνος, των οποίων μόνο τα αρχικά αποκαλύφθηκαν (H.C), ομολόγησε το έγκλημα που είχε διαπράξει σε έναν νοσηλευτή στο νοσοκομείο πριν πεθάνει από την υπερβολική χρήση αλκοόλ.

 

Ταραχές 1963

Οι πιο σοβαρές από τις κατά καιρούς ταραχές και συγκρούσεις των δυο κοινοτήτων, ήταν εκείνες του Δεκεμβρίου 1963, που οδήγησαν σε χρόνια διαμάχη που πέρασε από πολλές φάσεις (Βλέπε λήμμα Διακοινοτικές ταραχές)

 

Μια από τις μεγάλες συγκρούσεις αποτελεί η μάχη του Κτήματος στην Πάφο που άρχισε στις 9 Μαρτίου 1964 και ολοκληρώθηκε στις 11 το ίδιου μήνα, συνέχεια των διακοινοτικών ταραχών που άρχισαν στο νησί τα Χριστούγεννα  του 1963. Οι αιματηρές συμπλοκές στο Κτήμα είναι ένα από τα πιο οδυνηρά κεφάλαια της περιόδου 1963-1964. Κέντρο των συγκρούσεων ήταν η αγορά του Κτήματος και η τουρκική συνοικία του Μούτταλου.  Οι Έλληνες και οι Τούρκοι, που ζούσαν για αιώνες μαζί και που συνεργάζονταν σε όλους τους τομείς χωρίς προβλήματα, συγκρούστηκαν βίαια, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης πολλά θύματα.

 

Το πρωί του Σαββάτου, 9ης Μαρτίου 1964, η αγορά της μικρής πόλης του Κτήματος είχε κατακλυστεί από κόσμο. Το προηγούμενο απόγευμα είχε αποβιώσει ο βασιλιάς Παύλος της Ελλάδας και έτσι, τιμώντας τον τεθνεώτα, τα ελληνικά σχολεία είχαν κλείσει και οι μαθητές και οι μαθήτριες είχαν σχολάσει νωρίτερα, ενώ εκατοντάδες χωρικοί είχαν κατεβεί στην αγορά για τα ψώνια της επομένης ημέρας, Κυριακής των Απόκρεω.

 

Ήταν λίγο μετά τις 10.00 το πρωί, όταν από τον μιναρέ στην καρδιά του «Μούτταλου» (που ήταν πριν εκκλησία της Αγίας Σοφίας και κατά την τουρκοκρατία μετατράπηκε σε τζαμί) ρίχτηκε ριπή πολυβόλου, με αποτέλεσμα το πλήθος των Ελλήνων που βρίσκονταν στην αγορά, μέσα σε συνθήκες πανικού, να σπεύσει να απομακρυνθεί. Πολλοί όμως για να γλιτώσουν, μπήκαν σε ελληνικά καταστήματα και έκλεισαν τις πόρτες.

 

Αναφέρει το επίσημο ανακοινωθέν του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών: «Τούρκοι τρομοκράται ήρχισαν βάλλοντες αδιακρίτως από μιναρέδες και ωχυρωμένα τουρκικά κτίρια εις την περιοχήν της αγοράς Κτήματος εναντίον Ελλήνων, οίτινες ευρίσκοντο εις την αγοράν κάμνοντες τα ψώνια των. Ο νέος αστυνομικός σταθμός εντός της αγοράς εδέχθη επίσης καταιγισμόν πυρός. Κατά τον χρόνον της επιθέσεως ευρίσκοντο περί τας 2.000 Ελλήνων εντός της αγοράς. Δυνάμεις ασφαλείας έλαβον θέσεις και υπερασπίζονται την περιοχήν.»

 

Η τουρκική επίθεση άφησε πίσω της επτά νεκρούς (ανάμεσά τους ένα κορίτσι 15 χρονών, τη Γαλάτεια Χριστοφίδου) και δεκάδες τραυματίες, ενώ περισσότεροι από 200 περαστικοί, κάθε ηλικίας, πολλές γυναίκες και μικρά παιδιά, συνελήφθηκαν και κρατήθηκαν όμηροι από τις ένοπλες τουρκοκυπριακές ομάδες.

 

Το βράδυ της 11 Απριλίου 1965 υπήρξε μια ακόμα στυγερή δολοφονία. Ο Ντερβής Αλή Καβάζογλου, ενώ ταξίδευε μαζί με τον Ελληνοκύπριο παράγοντα της Αριστεράς Κώστα Μισιαούλη, έπεσε σε ενέδρα Τουρκοκυπρίων εξτρεμιστών. Ο Καβάζογλου πέθανε από τις σφαίρες των συμπατριωτών του, αγκαλιά με τον Ελληνοκύπριο φίλο και συνεργάτη του Μισιαούλη. Βλέπε κηδεία Καβάζογλου στο Δάλι (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος-Αρχείο ΡΙΚ

 

Κοφίνου

Ο επίλογος των Διακοινοτικών ταραχών πριν την Εισβολή του 1974 ήταν η κρίση στην Κοφίνου. 

Βλέπε λήμμα: Κρίση στην Κοφίνου.

Στις 15 Νοεμβρίου 1967 με εντολή του Προέδρου Μακαρίου η Εθνική Φρουρά υπό τις διαταγές του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα ανέλαβε να ελέγξει το θύλακα της Κοφίνου βάζοντας σε εφαρμογή την «Επιχείρηση Γρόνθος», όπως ονομάστηκε. (Βλέπε ιστορικό Βίντεο). Από την επιχείρηση 24 Τ/κ έχασαν την ζωή τους και 9 τραυματίστηκαν.

 

 

Πηγές:

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image